Κάθε αστυνομικό τμήμα στην Αθήνα έχει σήμερα κι από μια λίστα με πάνω από 50 ύποπτους ανηλίκους εμπλεκόμενους στις δεκάδες σχολικές συμμορίες που έχει καταγράψει η ΕΛ.ΑΣ. Παιδιά ακόμα και κάτω από 14-15 ετών απασχολούν το αστυνομικό δελτίο με καθημερινά περιστατικά βίαιης δράσης. Και κάθε μήνα καταγράφονται πλέον στη χώρα μας πάνω από 1.200 παραβατικά συμβάντα άγριας επιθετικότητας, μια εκρηκτική αύξηση σε σχέση με το 2019 που τις αστυνομικές Αρχές απασχόλησαν 1.365 υποθέσεις σε όλο το 12μηνο!
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Η κουλτούρα των μαχαιριών στις συμπλοκές σε σχολεία και γειτονιές έφτασε και στην Ελλάδα. Στη Βρετανία οι επιστήμονες ήδη μιλούσαν τα τελευταία χρόνια για την Generation Knife Crime, μια γενιά που κάνει εγκλήματα με μαχαίρια.
Πολλοί έφηβοι δράστες πιάνονται και στη χώρα μας με τα αποδεικτικά στοιχεία στα χέρια, αφού οι 7 στους 10 καταγράφουν τη δράση τους με βίντεο σε κινητά τηλέφωνα, ενώ οι γονείς ανησυχούν όλο και περισσότερο, όπως και οι καθηγητές στα σχολεία.
Ειδικά στην Αττική παρατηρείται έξαρση μετά το τέλος της οξείας φάσης της πανδημίας. Οι κλοπές και οι ληστείες κυρίως σε συνομήλικους μαθητές αφορούν μόνο το 1/4 των επιθέσεων, ενώ οι περισσότερες βίαιες επιθέσεις γίνονται με τον «νόμο του νταή», ως επίδειξη ισχύος στο σχολείο ή σε μια περιοχή, δίχως ουσιαστική αφορμή.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, μέσα στο 2023 υπάρχει αύξηση των παραβατικών περιστατικών από ανηλίκους σε ανηλίκους της τάξης του 22% σε σχέση με το 2022, όταν άρχισε η σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα μετά τον Covid, ενώ έχουν πενταπλασιαστεί (!) σε σχέση με το 2021, τη δεύτερη σερί χρονιά με καραντίνες μετά το ξέσπασμα της πανδημίας το 2020. Αναλογική έκρηξη υπάρχει και στις συλλήψεις.
Σύμφωνα με τις επίσημες Αρχές αλλά και μαρτυρίες, πολλές από τις επιθέσεις ανηλίκων αποτελούν ουσιαστικά ένα είδος ξεσπάσματος – εκτόνωσης και γίνονται ακόμα και για ανύπαρκτες αφορμές. Ολο και πιο δύσκολη γίνεται και η θέση των καθηγητών στα σχολεία, που χαρακτηρίζεται πλέον υποχωρητική, αφού δέχονται πίεση από δύο πλευρές: είτε επειδή δεν προστάτευσαν μαθητές από κακοποιητικές συμπεριφορές συμμαθητών τους είτε από θιγμένους γονείς παιδιών με βίαιες συμπεριφορές.
Τον περασμένο Μάρτιο επιδεινώθηκε η ανησυχία έπειτα από ευρήματα έρευνας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών σχετικά με τα περιστατικά σχολικού εκφοβισμού. Η έρευνα επιβεβαίωσε τους φόβους, εντοπίζοντας έξαρση συγκριτικά με την προ Covid-19 περίοδο: Η αύξηση βίαιων περιστατικών που παρατηρήθηκε στον φυσικό και τον διαδικτυακό κόσμο μετά το τέλος της πανδημίας και των περιορισμών αγγίζει το 50%-60% του εφηβικού πληθυσμού. Κι όλα αυτά ενώ πολλοί μαθητές κρατούν λόγω του φόβου το στόμα τους κλειστό και δεν αναφέρουν ότι έχουν πέσει θύματα εκφοβισμού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, κατά τη δεκαετία 1990-1999 η νεανική παραβατικότητα δεν παρουσίαζε μια σταδιακά ανοδική ροπή στη χώρα μας. Παρέμενε χαμηλότερα από τα επίπεδα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Ομως η μαύρη δεκαετία των Μνημονίων και στη συνέχεια η πρωτοφανώς σκληρή διετία της πανδημίας φαίνεται πως άνοιξαν το κουτί της Πανδώρας.
Ακόμα και για τα παιδιά μας, που είτε «συνηθίζουν» να ζουν σιωπηρά με τον φόβο των νταήδων συνομηλίκων τους είτε απορροφούνται από την κινούμενη άμμο της παραβατικότητας.
«Πανδημική» έξαρση και σε Βρετανία, Γερμανία και ΗΠΑ
Η προειδοποίηση του 2021 ήταν συγκλονιστική: «Τα μέλη συμμοριών δρουν τώρα στα social media, αλλά όταν ξαναβγούν στους δρόμους, ένας κύκλος αίματος θα είναι αναπόφευκτος». Η τάση αυτή δεν παρατηρείται μόνο στην Ελλάδα.
Το 2021 η Deutsche Welle επισήμανε ότι «κατά τη διάρκεια του lockdown παρατηρείται αύξηση στο μίσος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην Βρετανία», τονίζοντας πως «τα μέλη των συμμοριών δρουν πλέον εκεί» και προειδοποιώντας πως «όταν μπορέσουν να ξαναβγούν στους δρόμους, ίσως ακόμη ένας κύκλος αίματος να είναι αναπόφευκτος». Κάτι που, δυστυχώς, επιβεβαιώνεται πλέον σήμερα.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της γερμανικής αστυνομίας για την εγκληματικότητα, ο αριθμός των ύποπτων ηλικίας 14 έως 18 ετών αυξήθηκε κατά 22,1% το 2022 και ανήλθε σε 189.000, ενώ ο αριθμός κάτω των 14 ετών αυξήθηκε κατά 35,5%, σε περίπου 93.000. Σύμφωνα με τη νομικό Τερέζια Χέινκ από το πανεπιστήμιο του Κάσελ, η αύξηση του αριθμού που παρατηρείται τελευταία «μπορεί να οφείλεται στις συνέπειες της πανδημίας, στη γενική ανασφάλεια στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου στην Ουκρανία, και στην κλιματική κρίση».
Ο διευθυντής των φυλακών του Χάμελν, Βόλφγκανγκ Κούλμαν, δήλωσε ότι ένα μεγάλο ποσοστό των ανήλικων κρατουμένων προέρχεται από διαλυμένες οικογένειες και πολλοί έχουν υποστεί οι ίδιοι βία.
Άρχισε να τη χτυπάει με μανία
Στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ, την πρώτη εβδομάδα σχολείου μετά το τέλος της καραντίνας, η δασκάλα πληροφορικής Γέσι Μίτσελ δέχτηκε επίθεση από μαθητή του δημοτικού που άρχισε να τη χτυπάει με μανία. Η δασκάλα υπέστη διάσειση, εξάρθρωση της γνάθου, έχασε δόντια, ενώ υπέστη απώλεια ακοής στο αριστερό της αυτί και τώρα φοράει ακουστικό βαρηκοΐας.
Σε όλη την Αμερική ένα από τα πιο δύσκολα ακαδημαϊκά χρόνια στην Ιστορία της χώρας ήταν το 2022, σύμφωνα με το Associated Press. Οι ειδικοί που παρακολουθούν τη σχολική συμπεριφορά σε εθνικό επίπεδο είπαν ότι οι άγριοι καβγάδες μεταξύ μαθητών και άλλες επιθετικές συμπεριφορές, όπως σε δασκάλους, συμπεριλαμβανομένων των πυροβολισμών, αυξήθηκαν. Ενας τέτοιος καβγάς έστειλε μαθητή στο νοσοκομείο. Σε άλλα περιστατικά, αγέλες μαθητών έμπαιναν στις τάξεις, διακόπτοντας τα μαθήματα και μερικές φορές καταστρέφοντας την περιουσία του σχολείου.
Αμερικανοί εκπαιδευτικοί και ψυχολόγοι λένε ότι η πανδημία συνέβαλε στην αστάθεια στα σχολεία προκαλώντας αύξηση προβλημάτων ψυχικής υγείας των μαθητών, τραυματικές εμπειρίες από τον εγκλεισμό στα σπίτια, έλλειψη ευκαιριών κοινωνικοποίησης και έλλειψη ειδικών συμβούλων, με συνέπεια την ελάττωση της επίβλεψης και της καθοδήγησης από τους ενήλικες.
Μαρία Β. Οσάνα (ψυχολόγος): «Επί κορωνοϊού χάθηκαν τα όρια μέσα στο σπίτι»
Ρωτήσαμε την ειδικό συμβουλευτικής ψυχολογίας και ψυχοθεραπείας Μαρία Βασιλική Οσάνα τι άλλαξε στη διάρκεια της πανδημίας κι αν αυτή η περίοδος συνδέεται με την έκρηξη νεανικής βίας τώρα που η ζωή επέστρεψε στην κανονικότητα.
«Αν κάτι άλλαξε, είναι το γονεϊκό στιλ. Κάθε ζευγάρι αποκτά το δικό του γονεϊκό στιλ. Το πιο αποδοτικό είναι το αυστηρό, το “αυταρχικό”, αν το πούμε έτσι, το πιο οριοθετημένο. Αυτό το στιλ γονέα, δηλαδή, που θα δει το παιδί του να κάνει ένα λάθος, δεν θα το αφήσει ασχολίαστο, αλλά δεν θα το βάλει και τιμωρία. Χαρακτηρίζεται από τη θέσπιση ξεκάθαρων κανόνων και ορίων, όμως με κατανόηση. Αυτό το χάσαμε στην πανδημία. Είχαμε το “επιτρεπτικό”, ένα πιο χαλαρό γονεϊκό ήθος. Μέσα στο σπίτι στην καραντίνα προέκυψε αυτή η ακραία επιτρεπτικότητα στα παιδιά, κάτι που συμβάλλει στην έλλειψη λογοδοσίας. Τα παιδιά μπορεί να αισθανθούν ότι έχουν πια την ελευθερία να προβούν ακόμα και σε παραβατική συμπεριφορά».
Και συνεχίζει η κυρία Οσάνα, που έχει διατελέσει σύμβουλος στο PeaceJam στη Βρετανία και επιμελήτρια στο Lifelong Learning Programme της Ευρωπαϊκής Ενωσης: «Ξαφνικά τα παιδιά απέκτησαν μια ανεξαρτησία γενικότερη. Σε αξίες, σε αρχές, σε ήθος. Δεν έχουν αυτό το αίσθημα ότι υπάρχει κάτι ανώτερο από μένα, ότι υπάρχουν κανόνες. Χάσαμε τα όρια και μέσα στο σπίτι. Οι γονείς για να κάνουν καλά τα παιδιά τους μέσα στην πανδημία τα άφησαν πιο ελεύθερα. Να κάνουν περίπου ό,τι θέλουν. Η κατανόηση και η ισορροπία μεταξύ της φροντίδας και των ορίων χάθηκε. Επίσης, είχαμε εφήβους που αντιμετώπισαν άγχος, κατάθλιψη, ακόμα και τραύμα μέσα στο σπίτι. Αυτό μπορεί να φέρει έξω εγκληματικές συμπεριφορές ως εσωτερικό μηχανισμό αντιμετώπισης».
Ρωτήσαμε την ειδικό αν τα περιστατικά ψυχικής υγείας εφήβων έχουν αυξηθεί μετά το τέλος της πανδημικής κρίσης: «Είναι πολλά πλέον και πολύ έντονα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που εντοπίζω είναι η διατάραξη στους εσωτερικούς μηχανισμούς οριοθέτησης. Μην ξεχνάμε ότι μέσα στην πανδημία αναπτύχθηκαν φοβίες τόσο στους γονείς όσο και στα παιδιά που είδαν ξαφνικά κοντινούς τους ανθρώπους να νοσούν, να κινδυνεύουν ή και να πεθαίνουν. Μια μετάφραση όλων αυτών στην καθημερινότητα, όταν πια βγήκαμε έξω, είναι και η αύξηση της παραβατικότητας. Οι πιο ευαίσθητες ηλικίες για να επηρεαστούν από τέτοιες ιδιαίτερες καταστάσεις στην προεφηβεία είναι από 8-12 ετών. Σήμερα κάποια απ’ αυτά τα παιδιά είναι πλέον 14-15 ετών, δηλαδή εκεί που παρατηρείται αύξηση παραβατικών συμπεριφορών.
»Πως, όμως, κάποιοι έφηβοι μετέφρασαν την επιστροφή στην κανονικότητα; Το πρώτο είναι ενδεχομένως ότι νίκησα τον φόβο μου, ξεπέρασα τον φόβο της πανδημίας, οπότε θα αναπτύξω ακραία παραβατική και κακοποιητική συμπεριφορά επειδή δεν φοβάμαι. Σκέψεις όπως ότι “εδώ περάσαμε πανδημία και δεν πάθαμε τίποτα” ή “τελικά φοβόμουν αλλά δεν ήταν κάτι”. Σ’ αυτές τις ηλικίες υπάρχει και ο μιμητισμός. Στην καραντίνα είδαν για πρώτη φορά να εκτυλίσσεται σε καθημερινή βάση ένα power game στο σπίτι. Ποιος έχει την εξουσία, ο πατέρας ή η μητέρα, και πώς παίρνει κάποιος την εξουσία. Ήταν κάτι που μέχρι τότε το έβλεπαν π.χ. κάθε μήνα. Σ’ αυτή την περίοδο, όμως, αναπτύχθηκαν από τους γονείς και συχνές ακραίες σκηνές οριοθέτησης, με φωνές τσακωμούς κ.λπ.».
Ο φόβος του εγκλεισμού μετατρέπεται τώρα σε επιθετικότητα
Κατά την κυρία Οσάνα παίζει σημαντικό ρόλο στην έξαρση της βίας των εφήβων «ο φόβος επί καραντίνας, αλλά και η ελευθερία που ξαφνικά δόθηκε αχαλίνωτα» στα παιδιά: «Εφηβοι που έχασαν συγγενείς τους ή που τους είδαν στις ΜΕΘ μπορεί να βιώνουν σήμερα μετατραυματικό στρες. Επίσης, πρέπει να κρίνουμε κι από τους εαυτούς μας. Η οδήγησή μας δεν είναι ίδια όπως πριν από την πανδημία. Η υπομονή μας δεν είναι η ίδια. Δεν μπορούμε να περιμένουμε από τα παιδιά κάτι διαφορετικό. Εγινε μια καλλιέργεια του φόβου στη χώρα μας. Αλλά χρησιμοποιήθηκε λάθος ο φόβος. Και ο φόβος ξεσπάει σε επιθετικότητα. Η επιθετικότητα πάει να κερδίσει τον έλεγχο. Τα παιδιά που συμπεριφέρονται βίαια επιχειρούν μέσα από την παραβατικότητα να πάρουν τον έλεγχο της ζωής τους, ουσιαστικά».
Και συνεχίζει η ψυχολόγος: «Αν κοιτάξουμε το προφίλ των εφήβων που έχουν παραβατική συμπεριφορά, εννιά στους δέκα το αντιμετωπίζουν και στο σπίτι. Αλλά δεν θα μείνουν εκεί. Θα το πάνε ένα level πιο πάνω από τη μαμά και τον μπαμπά που είναι κακοποιητικοί, φωνακλάδες. Τώρα εφαρμόζουν αυτό στην μικρο-κοινωνία τους τα παιδιά. Σου λένε, για παράδειγμα, δεν θα έρθεις εσύ ο συμμαθητής μου πιο καλά ντυμένος από μένα, δεν θα μου πεις εσύ ο καθηγητής μου τι θα κάνω. Εδώ δεν μου είπε το κράτος. Το κράτος μού έλεγε τι να κάνω κι εγώ π.χ. δεν φόραγα τη μάσκα μου».
Το τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα δεν είναι εύκολο: «Πιστεύω ότι θα μπορούσε σταδιακά να εκτονωθεί αυτή η κατάσταση βίας, αν γίνει ένα βασικό πράγμα. Η πολιτική επιβολής του νόμου. Με αποκατάσταση δικαιοσύνης, πρώιμη παρέμβαση, προληπτικά προγράμματα και εφαρμογή του νομικού πλαισίου. Δεν μπορεί απλά επειδή είσαι έφηβος να νιώθεις ότι δικαιολογείσαι λόγω ηλικίας και π.χ. να χαράζεις τα αυτοκίνητα των καθηγητών».
Και καταλήγει η κυρία Οσάνα: «Σε ένα διάσημο ελληνικό σχολείο όπου συνεργάστηκα οι καθηγητές βίωσαν μεγάλα επίπεδα εκφοβισμού από μαθητές. Τους χάραζαν τα Ι.Χ., πήγαιναν σπίτι τους κι έκαναν γκράφιτι απέξω. Το σχολείο ήξερε ποια παιδιά είναι. Δεν έκανε τίποτα, όμως. Οι έφηβοι που έκαναν αυτές τις πράξεις τότε έχουν γίνει τώρα κατά πάσα πιθανότητα νταήδες στο σπίτι, στη δουλειά, στα ζώα. Ας μην ξεχνάμε ότι σήμερα τα παιδιά υπερεκτίθενται στη βία και υπάρχει μια εξοικείωση από πολύ νωρίς. Επίσης, και το αίσθημα της αδικίας, δικαιολογημένης ή αδικαιολόγητης, προκαλεί θυμό. Πρέπει, λοιπόν, να υπάρξουν ξανά όρια, ότι δεν μπορείς να συμπεριφέρεσαι με αυτόν τρόπο. Κι έτσι τα παιδιά θα αρχίσουν να διεκδικούν σωστά πια τα δικαιώματά τους, όταν συνειδητοποιήσουν ότι υπάρχει κι ένας άλλος τρόπος».