Ανατριχιαστικές είναι οι αποκαλύψεις από το πόρισμα μίας από τις πέντε Επιτροπές Εμπειρογνωμόνων, που διερεύνησαν τα αίτια του πολύνεκρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη και αποτελεί στοιχείο της δικογραφίας, που χειρίζεται ο ειδικός εφέτης ανακριτής Σωτήρης Μπακαΐμης.
- Από τη Μαίρη Μπενέα
Οι πέντε εξειδικευμένοι σε αεροπορικά δυστυχήματα πραγματογνώμονες που έκαναν αυτοψία στον τόπο του πολύνεκρου εγκλήματος, στο πόρισμά τους -που συνέταξαν ως τεχνικοί σύμβουλοι οικογενειών θυμάτων– κάνουν λόγο, για «άγνωστη καύσιμη ύλη», που προκάλεσε μεγάλη ανάφλεξη στο τρένο, με αποτέλεσμα να απανθρακωθούν οι περισσότεροι από τους 57 νεκρούς!
Γράφουν χαρακτηριστικά οι εμπειρογνώμονες: «Κάποιοι από τους διασωθέντες, που ήταν έξω από τα βαγόνια και δεν είχαν έρθει σε επαφή με εστία φωτιάς, αναφέρουν πολύ υψηλές θερμοκρασίες στα πρώτα τρία – τέσσερα δευτερόλεπτα από την αρχική σύγκρουση… ούρλιαζαν, σαν να καίγονταν από κάτι που ήταν έξω από το βαγόνι» και συμπληρώνουν: «Αρκετοί τραυματίες και διασωθέντες από τα βαγόνια Κυλικείου έχουν εγκαύματα στο σώμα τους και στα μαλλιά τους, χωρίς να έχουν έρθει σε επαφή με εστία φωτιάς!»
Οι πραγματογνώμονες Γιώργος Βλασσόπουλος, υποπτέραρχος ε.α., Φαίδων Καραιωσηφίδης, αεροναυπηγός μηχανικός, Διερευνητής Αεροπορικών Ατυχημάτων, Κώστας Λακαφώσης, μηχανολόγος – αεροναυπηγός, μηχανικός, Πραγματογνώμονας Ατυχημάτων, Βασίλης Παπαδόπουλος, μηχανολόγος – μηχανικός, Πραγματογνώμονας Ατυχημάτων, Γιώργος Περιβολιώτης, ηλεκτρολόγος – μηχανικός, Πραγματογνώμονας, Σύμβουλος Ασφαλείας, αναφερόμενοι στα ευρήματα του Γενικού Χημείου του Κράτους, για την ουσία «ξυλόλιο», που ανιχνεύτηκε σε μικρή ποσότητα στο χώρο του δυστυχήματος και αφού είχε προηγηθεί το τσιμέντωμα του χώρου, υποστηρίζουν κατηγορηματικά ότι «θα πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω από τις αρμόδιες υπηρεσίες».
Αναφέρουν: «Σε δειγματοληψίες που έγιναν στις 29.3.2023 από τη Χημική Υπηρεσία Λάρισας από διάφορα σημεία των βαγονιών στο χώρο φύλαξης εντοπίστηκε μεταξύ άλλων η χημική ουσία “ξυλόλιο” σε πολύ μικρές ποσότητες και σε επτά διαφορετικά σημεία, όπως σημειώνεται στο σχεδιάγραμμα. Οι αναλύσεις έγιναν από το Γενικό Χημείο του Κράτους και επαναλήφθηκαν με επαναληπτική δειγματοληψία, στα ίδια σημεία στις 25/10.2023, ώστε να συγκριθούν με τα ευρήματα επτά μήνες μετά».
Η «Εστία της Κυριακής» είχε αποκαλύψει ότι ο εφέτης – ανακριτής κ. Μπακαΐμης είχε κάνει αίτημα, ώστε να εξεταστούν οι ουσίες που βρέθηκαν στον τόπο του δυστυχήματος, όπως το ξυλόλιο, σε εξειδικευμένα εργαστήρια του Καναδά, αφού τα ελληνικά εγκληματολογικά εργαστήρια δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα. Η εφημερίδα είχε, επίσης, αποκαλύψει παρόμοιο αίτημα του ανακριτή, για την ανάκτηση του βιντεοληπτικού υλικού, που κάποιοι κατέστρεψαν, από το οποίο θα προέκυπτε τι μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία και εάν το φορτίο αυτό ήταν παράνομο και συνδέεται φυσικά με την ουσία «ξυλόλιο», η οποία παραπέμπει σε μεταφορά καυσίμων.
Αρχικά τα αιτήματα του ανακριτή απορρίφθηκαν από την Εισαγγελία Εφετών Λάρισας, με το σκεπτικό ότι θα καθυστερήσει ο χρόνος έναρξης της δίκης. Στη συνέχεια, ωστόσο, μετά την κατακραυγή και τη συλλογή των εκατοντάδων χιλιάδων υπογραφών, η Δικαιοσύνη ανέκρουσε πρύμναν και τα ευρήματα θα σταλούν σε εργαστήρια του Καναδά και του Λονδίνου.
Καταρρίπτουν την εκδοχή των πραγματογνωμόνων που όρισε ο ανακριτής
Στο πόρισμα τους οι εμπειρογνώμονες της Αεροπορίας καταρρίπτουν την εκδοχή των πραγματογνωμόνων που όρισε ο ανακριτής, (Δρ. Απόστολου Βασιλάκου, μηχανολόγου μηχανικού και Σταύρου Μπατζόπουλου, ηλεκτρολόγου μηχανικού), οι οποίοι απέδωσαν την έκρηξη και τη φλόγα μετά το δυστύχημα στα έλαια σιλικόνης του μετασχηματιστή.
Υποστηρίζουν μεταξύ άλλων: «Aπό την περαιτέρω ανάλυση και ερμηνεία καταγραφών βιντεοληπτικού υλικού προκύπτουν τα παρακάτω: Aπό τη λήψη της κάμερας ασφαλείας “Μαλιακός – Κλειδί” δημιουργείται η αρχική εσφαλμένη εντύπωση ότι η μεγάλη ανάφλεξη είναι ένα στατικό φαινόμενο, που έχει αναπτυχθεί στο σημείο ακριβώς της αρχικής σύγκρουσης, οπότε και θα αναζητούσε κανείς σε αυτό το σημείο, τόσο τα αίτια της ανάφλεξης, όσο και τα αποτελέσματα του μεγάλου θερμικού φορτίου, που αναπτύχθηκε».
Ωστόσο, όπως αναφέρουν οι πραγματογνώμονες, «ανάλυση του επιπλέον βιντεοληπτικού υλικού από κάμερες του Αυτοκινητόδρομου Αιγαίου, από διαφορετικές γωνίες λήψης, αποκαλύπτει ότι, η ανάφλεξη δεν ήταν στατικό φαινόμενο, που προκλήθηκε τοπικά, από τη βίαιη σύγκρουση των τριών ηλεκτρομηχανών, αλλά μία ανάφλεξη, που τροφοδοτείται διαρκώς από άγνωστη καύσιμη ύλη και προχωρά συμβαδίζοντας με την κίνηση του εμπρός μέρους της επιβατικής αμαξοστοιχίας, για απόσταση που εκτιμάται περί τα 40 μέτρα». Άρα, συμφωνεί με την τελική θέση των συντριμμιών των πρώτων βαγονιών της ΙC62.
Aπό την εξέταση των βαγονιών διαπιστώνεται ότι το επίκεντρο και το θερμότερο μέρος της πυρκαγιάς εντοπίζεται κάπου στο εμπρός μέρος του Κυλικείου, ή στο πίσω μέρος του βαγονιού Α1 (είτε σε κάτι που περιέχεται στα βαγόνια, είτε σε κάτι που παρασύρεται από αυτά και κινείται παράλληλα με την κίνηση του βαγονιού του Κυλικείου). Με την εκτίμηση αυτή συμφωνούν και μαρτυρίες τραυματιών και διασωθέντων από τα βαγόνια Κυλικείου και Β2, οι οποίοι αναφέρουν μια μεγάλη λάμψη, που δεν την προσπέρασαν κατά την κίνηση προς τα εμπρός, αλλά συνέχισε να κινείται παράλληλα με την κίνηση του συρμού στα τελευταία δευτερόλεπτα πριν την τελική ακινητοποίηση.
Επιπλέον, κάποιοι από τους διασωθέντες αναφέρουν πολύ υψηλές θερμοκρασίες στα πρώτα τρία – τέσσερα δευτερόλεπτα από την αρχική σύγκρουση, «σαν να καίγονταν από κάτι που ήταν έξω από το βαγόνι. Αρκετοί τραυματίες και διασωθέντες από τα βαγόνια Κυλικείου έχουν εγκαύματα στο σώμα τους και στα μαλλιά τους, χωρίς να έχουν έρθει σε επαφή με εστία φωτιάς».
Ο πραγματογνώμονας κάνει λόγο, για «ανάφλεξη άγνωστης καύσιμης ύλης χαμηλά και κοντά στις γραμμές, που δεν σχετίζεται με την εμφάνιση ηλεκτρικού τόξου ψηλότερα και νωρίτερα, όπως αποδεικνύει το απόλυτο σκοτάδι, για χρόνο 5 δ. που μεσολαβεί». «Ως προς την επικινδυνότητα του ελαίου σιλικόνης, σε πιθανότητα έναυσης λόγω εξωτερικού σπινθήρα, πρακτικές εργαστηριακές δοκιμές, με ίδιου τύπου έλαιο σιλικόνης (περιγράφονται σε προηγούμενες σελίδες) δεν επιβεβαίωσαν εύφλεκτη συμπεριφορά σε συνθήκες αντίστοιχες με της σύγκρουσης. Επιπλέον προσομοιώσεις σε υπολογιστή, μέσω πιστοποιημένων μαθηματικών μοντέλων, δεν επιβεβαιώνουν παρόμοια αποτελέσματα με τη συγκεκριμένη καύσιμη ύλη ως δεδομένο».
Kαι συνεχίζουν: «Η φυσιολογική θερμοκρασία λειτουργίας του μετασχηματιστή είναι κοντά στους 100 βαθμούς Κελσίου, ενώ το flash point του ελαίου είναι 330 βαθμοί Κελσίου καί το fire point τουλάχιστον 50 βαθμοί Κελσίου παραπάνω. Συνεπώς τα καυτά λάδια των μετασχηματιστών σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας απέχουν τουλάχιστον 250 – 300 βαθμούς από το επικίνδυνο σημείο για ανάφλεξη. Επιπλέον υπάρχει και το πολύ σοβαρό θέμα της θερμοχωρητικότητας. Συνολική ποσότητα 7,5 tn νερού σε θερμοκρασία 100 βαθμών Κελσίου απαιτεί τεράστια ποσά ενέργειας, προκειμένου να θερμανθεί από τους 100 στους 350 – 400 βαθμούς, ειδικά αν αυτό πρέπει να συμβεί σε χρόνο μικρότερου του μισού δευτερολέπτου, που φαίνεται να διαρκεί η βίαιη και ξαφνική ανάφλεξη, όπως έχει καταγραφεί στο βιντεοληπτικό υλικό».
Eξηγούν, επίσης, ότι: «To γεγονός ότι το έλαιο σιλικόνης βρέθηκε μετά τη σύγκρουση διασκορπισμένο παντού στο χώρο, στο έδαφος, στα συντρίμμια και στα ρούχα πολλών από τους διασωθέντες, αποδεικνύει το γεγονός ότι δεν καταναλώθηκε στην τεράστια ανάφλεξη, αλλά παρέμεινε στο χώρο, στην άκαυστη αρχική του μορφή. Επίσης το έλαιο σιλικόνης κατά την καύση του παράγει μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του πυριτίου, που διακρίνεται εύκολα, γιατί έχει τη μορφή λευκής σκόνης, η οποία δεν παρασύρεται εύκολα από τον αέρα, αλλά μένει προσκολλημένη σε μεταλλικές επιφάνειες. Εάν είχε αναφλεγεί και καεί η ποσότητα του ελαίου των μετασχηματιστών, θα έπρεπε ολόκληρη η περιοχή των συντριμμιών, να είναι καλυμμένη με μια λευκή σκόνη σε ποσότητα αντίστοιχη του καυσίμου που κάηκε».
Και καταλήγουν οι εμπειρογνώμονες: «Σε δειγματοληψίες που έγιναν στις 29.3.2023 από τη Χημική Υπηρεσία Λάρισας από διάφορα σημεία των βαγονιών στο χώρο φύλαξης εντοπίστηκε μεταξύ άλλων η χημική ουσία ξυλόλιο σε πολύ μικρές ποσότητες και σε επτά διαφορετικά σημεία, όπως σημειώνεται στο σχεδιάγραμμα. Οι αναλύσεις έγιναν από το Γενικό Χημείο του Κράτους και επαναλήφθηκαν με επαναληπτική δειγματοληψία, στα ίδια σημεία στις 25/10.2023, ώστε να συγκριθούν με τα ευρήματα επτά μήνες μετά.
Οι επαναληπτικές μετρήσεις δεν εντόπισαν την χημική ουσία ξυλόλιο σε κανένα από τα σημεία της νέας δειγματοληψίας… Αυτό το γεγονός αποδεικνύει, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι η ανεύρεση του ξυλολίου κατά τη δειγματοληψία της 29.3.2023 σε επτά διαφορετικά σημεία, δεν είναι δυνατόν να οφείλεται ούτε σε ρύπανση του περιβάλλοντος, ούτε σε κάποια φυσική παρουσία της ουσίας αυτής στην περιοχή, αλλά ούτε και σε υπερευαισθησία ή σφάλμα μέτρησης.
Συνεπώς, η πέραν πάσης αμφιβολίας ανίχνευση της χημικής ουσίας ξυλόλιο από το Γενικό Χημείο του Κράτους σε επτά διαφορετικά σημεία στην περιοχή της σύγκρουσης, θα πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω από τις αρμόδιες υπηρεσίες».