Ενώ η υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών βρίσκεται (ελπίζουμε) σε πλήρη εξέλιξη, ας θυμηθούμε σήμερα δύο παλιότερα -μεγάλα- σιδηροδρομικά δυστυχήματα, που συνέβησαν στην Ελλάδα των σιδηροδρόμων που έχουν μείνει στην εποχή του Χαρίλαου Τρικούπη.
Η τραγωδία στο Δερβένι
Στις 30 Σεπτεμβρίου του 1968 δύο αμαξοστοιχίες συγκρούονται στο Δερβένι Κορινθίας (κεντρική φωτό). Ο τραγικός απολογισμός, 34 νεκροί και περισσότεροι από 150 τραυματίες. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει πλήρως αντιληπτό τι ακριβώς συνέβη.
Οι δύο επιβατικές αμαξοστοιχίες είχαν εκκινήσει από την Κυπαρισσία Μεσσηνίας με προορισμό την Αθήνα και τον Πειραιά. Στα βαγόνια της καθεμιάς υπήρχαν σχεδόν 2.500 επιβάτες – στην πλειονότητά τους ήταν ετεροδημότες που είχαν μεταβεί στη γενέτειρά τους για να ψηφίσουν στο δημοψήφισμα για το Σύνταγμα της Ελλάδας, που είχε γίνει από την κυβέρνηση των Συνταγματαρχών.
Οι δύο αμαξοστοιχίες είχαν εκκινήσει το ταξίδι τους με μιάμιση ώρα διαφορά, με την πρώτη να είναι ταχεία (σταματούσε σε όλους τους σταθμούς) και τη δεύτερη υπερταχεία (σταματούσε μόνο στους μεγάλους σταθμούς). Το απόγευμα της 30ής Σεπτεμβρίου, λίγες ώρες μετά την αναχώρηση της ταχείας από την Πάτρα, ο συρμός σταμάτησε έξω από το Δερβένι Κορινθίας επειδή κάποιος τράβηξε τον μοχλό του σήματος κινδύνου. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει γνωστό γιατί συνέβη αυτό και ποιος ήταν εκείνος που τράβηξε τον μοιραίο μοχλό.
Οι υπάλληλοι του τρένου μετά την ακινητοποίηση κατέβηκαν να δουν τι έχει συμβεί, ενώ ένας από αυτούς τοποθέτησε προειδοποιητικό σήμα στο πίσω μέρος της αμαξοστοιχίας, ώστε να ενημερωθεί εγκαίρως ο μηχανοδηγός της υπερταχείας που ακολουθούσε. Η ταχύτητα, όμως, της υπερταχείας ήταν μεγαλύτερη των 50 χλμ. και όταν ο μηχανοδηγός αντελήφθη ότι μπροστά του βρισκόταν ένα ακινητοποιημένο τρένο, ήταν αργά και δεν μπορούσε να αντιδράσει. Η σύγκρουση ήταν τόσο σφοδρή που ακούστηκε μέχρι το χωριό του Δερβενίου, με τους κατοίκους να σπεύδουν στο σημείο για να δουν τι είχε συμβεί.
Η εικόνα ήταν τραγική: Τα βαγόνια είχαν γίνει μια άμορφη μάζα και ακούγονταν οι επιβάτες να ουρλιάζουν. Σε ελάχιστο χρόνο έφτασαν στο σημείο στρατιώτες από τη Σχολή Μηχανικού Λουτρακίου, αστυνομικοί και νοσηλευτές. Ο τραγικός απολογισμός του δυστυχήματος ήταν 34 νεκροί και περισσότεροι από 150 τραυματίες.
Στην εφημερίδα «Πελοπόννησος» δημοσιεύεται ρεπορτάζ κατά το οποίο τον χειρισμό της υπερταχείας είχε αναλάβει ένας μηχανοδηγός που είχε επιβιβαστεί στην Πάτρα και εκείνη την ημέρα ήταν αδειούχος. Το ίδιο δημοσίευμα ανέφερε ότι οι τέσσερις μηχανοδηγοί είχαν πιάσει κουβέντα ενώ το τρένο ήταν εν κινήσει και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μη δουν εγκαίρως το προειδοποιητικό σήμα για την ακινητοποιημένη αμαξοστοιχία.
Κατά τα δημοσιεύματα, «η αμαξοστοιχία 304, αφού στάθμευσε στον σταθμό Δερβενίου, συνέχισε το δρομολόγιό της, ωστόσο λίγα μέτρα μετά ακινητοποιήθηκε, αφού κάποιος τράβηξε τον μοχλό κινδύνου. Την ίδια ώρα το δεύτερο τρένο, η υπερταχεία, που έκανε στάσεις μόνο σε κεντρικούς σταθμούς, πέρασε τον σταθμό του Δερβενίου χωρίς να σταματήσει. Δεν είδε κανείς το προειδοποιητικό σήμα που είχε τοποθετηθεί. Οι μηχανοδηγοί μιλούσαν μεταξύ τους. Οταν αντιλήφθηκαν την ακινητοποιημένη αμαξοστοιχία, προσπάθησαν να σταματήσουν το τρένο, αλλά ήταν πλέον αργά. Στις 18.50 σημειώθηκε η σφοδρή σύγκρουση, με αποτέλεσμα το τελευταίο βαγόνι της αμαξοστοιχίας 304 να διαλυθεί και ακόμα τρία βαγόνια να εκτροχιαστούν. Τόσο απλά, 34 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ πάνω από 120 άνθρωποι τραυματίστηκαν».
Τι είχες, Γιάννη; Τι είχα πάντα…
Το δυστύχημα στον Δοξαρά
Στο δυστύχημα ενεπλάκησαν η αμαξοστοιχία «Ακρόπολις Εξπρές», που εκτελούσε το δρομολόγιο Μόναχο – Αθήνα, και μια πόστα (αργό τρένο με πολλές στάσεις). Από τη σύγκρουση σκοτώθηκαν 19 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 44. Πρόκειται για ένα από τα πιο πολύνεκρα σιδηροδρομικά δυστυχήματα που έχουν συμβεί στην Ελλάδα.
Η τραγωδία συνέβη λόγω κακής συνεννόησης μεταξύ των σταθμαρχών των δύο σταθμών, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το δίκτυο ήταν μονής γραμμής και δεν υπήρχαν σύγχρονες μέθοδοι ενδοεπικοινωνίας. Οι δυο σταθμάρχες διαφωνούσαν ποια από τις δύο αμαξοστοιχίες θα έπρεπε να είχε προτεραιότητα και παρά την παρέμβαση του ρυθμιστή κίνησης τρένων από την Αθήνα, τόσο το «Ακρόπολις Εξπρές» όσο και η «πόστα» διήλθαν κανονικά από τον σταθμό του Δοξαρά και των Ορφανών αντίστοιχα, με αποτέλεσμα να συγκρουστούν στην ενδιάμεση διαδρομή, στις 16.55.
Από τη σύγκρουση, που ήταν σφοδρή, επειδή το «Ακρόπολις Εξπρές» είχε αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα, τα τρία πρώτα βαγόνια της πόστας διαλύθηκαν.
Κατά των δύο σταθμαρχών και του ρυθμιστή κίνησης ασκήθηκαν διώξεις για ανθρωποκτονίες από αμέλεια και διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών και στη δίκη σε πρώτο βαθμό, που έγινε τον Νοέμβριο του 1972 στην Καρδίτσα, καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης από τρία έως πέντε έτη. Οι ποινές δεν είχαν ανασταλτικό αποτέλεσμα.
Τον Ιανουάριο του 1973 στο εφετείο στη Λάρισα καταδικάστηκε σε φυλάκιση πέντε ετών ο σταθμάρχης των Ορφανών, ενώ οι άλλοι δύο κατηγορούμενοι αθωώθηκαν.