H ψυχολόγος Ελενα Κόττη μιλά στη στήλη φωνή της 4amea με τη Νένα Χρονοπούλου, (Κάθε Τετάρτη στην Espresso) για τα συναισθήματα ενός παιδιού με αναπηρία όταν πηγαίνει για πρώτη φορά σχολείο, αφήνοντας την ασφάλεια του οικογενειακού περιβάλλοντος.
Τι νιώθει ένα παιδί με αναπηρία όταν πηγαίνει για πρώτη φορά στο σχολείο και βρίσκεται εκτός οικογενειακού περιβάλλοντος;
Η ένταξη σε ένα σχολικό πλαίσιο είναι μια υπόθεση δύσκολη και πολυσύνθετη για όλα τα παιδιά. Η περίοδος της προσαρμογής είναι μια ιδιαίτερη περίοδος για όλους. Στην περίπτωση των παιδιών ΑμεΑ η διαδικασία αυτή είναι πιο σύνθετη, δεδομένου πως ανάλογα με την αναπηρία που έχουν το πιο πιθανό είναι να μην έχουν καταφέρει να αυτονομηθούν πλήρως. Επιπλέον, η διαδικασία του αποχωρισμού και της προσαρμογής είναι πιο δύσκολη για τα παιδιά ΑμεΑ, δεδομένου ότι πολλές από τις σημαντικές ικανότητες που είναι απαραίτητες για την προσαρμογή στο σχολείο, όπως λειτουργεί εννοείται σήμερα, είναι επηρεασμένες από την αναπηρία τους. Το συναίσθημα που κυριαρχεί είναι το άγχος!
Η ξαφνική επαφή με τα υπόλοιπα παιδιά ΑμεΑ, που θα πρέπει καθημερινά να συναναστρέφεται, τι συναισθήματα του προκαλεί;
Εδώ ας σκεφτούμε πως το παιδί έως εκείνη τη στιγμή δεν έχει αντιληφθεί πως είναι διαφορετικό, γιατί καθημερινά έρχεται σε επαφή ως επί το πλείστον με τυπικούς ανθρώπους. Είναι η πρώτη φορά που στο πλαίσιο που καλείται να ενταχθεί καθρεφτίζει με κάποιο τρόπο τις δυσκολίες του. Αυτό από μόνο του είναι μια συνθήκη που προκαλεί άγχος. Επιπλέον, σε αυτή τη συνθήκη δέχεται διαφορετικά ερεθίσματα ταυτόχρονα και με διαφορετικό τρόπο από ό,τι είχε συνηθίσει. Η ανησυχία, η ματαίωση και το άγχος είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα αυτής της πρώτης επαφής με τα υπόλοιπα παιδιά ΑμεΑ.
Προκαλείται ανασφάλεια στο παιδί ΑμεΑ όταν για πρώτη φορά απομακρύνεται από τους γονείς του και από την ασφάλεια του σπιτιού του;
Ολα τα παιδιά, είτε πρόκειται για παιδιά τυπικής ανάπτυξης είτε για παιδιά με αναπηρίες, βιώνουν το άγχος αποχωρισμού, με συνακόλουθη την ανασφάλεια, όταν απομακρύνονται για πρώτη φορά από τους γονείς τους. Η ειδοποιός διαφορά είναι πως τα παιδιά ΑμεΑ συνήθως δεν μπορούν να διαχειριστούν με αποτελεσματικό τρόπο το άγχος που βιώνουν ή ακόμα και να το επικοινωνήσουν, αν πρόκειται για αναπηρία που αφορά στον λόγο ή και τη γνωστική ικανότητα.
Ενα παιδί που δεν μπορεί να μιλήσει, γιατί το είδος της αναπηρίας του δεν του το επιτρέπει και δεν ξέρει πώς να εκφράσει στους διδασκάλους του πως επιθυμεί να έρθει σε επαφή με τους γονείς του ή ακόμα και να γυρίσει στο σπίτι του, έχει περισσότερες πιθανότητες να γίνει επιθετικό ή ακόμα και αυτοκαταστροφικό;
Οπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, η αναπηρία κάποιων παιδιών συνίσταται σε δυσκολίες στην κατανόηση και την έκφραση του λόγου. Υπό αυτές τις συνθήκες, η παρουσία τους σε ένα περιβάλλον νέο και ξένο γι’ αυτά, με πρόσωπα μη οικεία, το πιο πιθανό και αναμενόμενο είναι να οδηγήσει σε ακατάλληλους τρόπους επικοινωνίας και εκδήλωσης της επιθυμίας τους, με συμπεριφορές και αυτοκαταστροφικές, που το πλαίσιο θα πρέπει να διαχειριστεί κατάλληλα.
Οταν απομακρύνεται από το οικογενειακό περιβάλλον του και δεν αντιλαμβάνεται το γιατί πρέπει να βρίσκεται εκτός του σπιτιού του, μήπως το πρώτο πράγμα που σκέφτεται το παιδί είναι πως οι γονείς του θέλουν να το απομακρύνουν από το σπίτι του;
Η αίσθηση της απόρριψης και της εγκατάλειψης είναι το κοινό βίωμα σε τυπικά και μη τυπικά παιδιά το πρώτο διάστημα απομάκρυνσης από το οικογενειακό περιβάλλον. Κι εδώ η διαφορά είναι τα ψυχικά και τα γνωστικά αποθέματα που έχουν τα παιδιά αυτά μεταξύ τους. Για τα παιδιά ΑμεΑ αναμφίβολα είναι πιο επίμονα σε χρόνο και ένταση αυτά τα συναισθήματα, ακριβώς λόγω της δυσκολίας διαχείρισής τους.
Η πολύωρη παραμονή του παιδιού ΑμεΑ εκτός οικογενειακού περιβάλλοντος και δίχως συνοδεία γονέα εκλαμβάνεται από το παιδί ως εγκατάλειψη; Ποιο είναι το αυστηρό όριο μεταξύ του χρόνου εκπαίδευσης του παιδιού και φύλαξης;
Οπως αναφέρθηκε παραπάνω, υπάρχει το αίσθημα του φόβου εγκατάλειψης. Γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να τίθενται σαφή όρια στον χρόνο εκπαίδευσης, που θα είναι και λειτουργική. Εδώ η ποιότητα προηγείται της ποσότητας, που σημαίνει πως το όριο της εκπαίδευσης δεν έχει να κάνει τόσο με τον χρόνο όσο με την ποιότητα της εκπαίδευσης που λαμβάνει και το τι κερδίζει το παιδί από αυτή. Προτιμούμε λίγες ώρες, που δεν υπερβαίνουν τις τέσσερις, για να μπορέσουμε να έχουμε το ζητούμενο. Δηλαδή, εκπαιδευτικό όφελος για το παιδί.
Ποια είναι τα σημάδια που πρέπει να αναγνωρίσουμε και να μας ανησυχήσουν στη συμπεριφορά του παιδιού ΑμεΑ για το εάν το εκπαιδευτικό πλαίσιο που παρακολουθεί είναι ένα πλαίσιο που του δημιουργεί ηρεμία και δεν το κουράζει;
Επίμονη άρνηση να πάει σχολείο – προσοχή όχι σε περιόδους προσαρμογής, αλλά σε περιόδους που έπονται της κατάκτησης της προσαρμογής. Κινητική ανησυχία ή και εκνευρισμός με ξεσπάσματα θυμού και δυσκολία διαχείρισής τους, πάντα σε σύγκριση με αντίστοιχες περιπτώσεις ξεσπασμάτων πριν από την ένταξη στο σχολείο.
Πόσες ώρες πρέπει να βρίσκεται σε εκπαιδευτικό πλαίσιο ένα παιδί με αναπηρία δίχως να θεωρείται «εγκατάλειψη» από τον γονέα και τι συνέπειες έχει αυτή η διαπίστωση του παιδιού εν τέλει στη σχέση του με τους γονείς του;
Μια ασφαλής επιλογή όσον αφορά το χρονικό όριο της παραμονής σε ένα εκπαιδευτικό πλαίσιο είναι οι τέσσερις ώρες. Κι αυτό γιατί τα παιδιά με αναπηρίας δεν μπορούν να υπολογίσουν τον χρόνο, ο χρόνος είναι για αυτά το τώρα. Το άγχος και η ανησυχία κορυφώνονται όταν επέλθει και η κούραση, που κατά μέσο όρο υπολογίζεται στο 4ωρο. Η σχέση γονέων και παιδιών ΑμεΑ είναι μια σχέση μαγική κατά τη γνώμη μου και δεν είναι εύκολο να κλονιστεί. Το ένστικτό τους εξάλλου είναι αυτό που καθοδηγεί τα παιδιά ΑμεΑ. Κι αυτό πάντα θα τους υπαγορεύει να είναι σε θέση μάχης κι ετοιμότητας όταν απομακρύνονται από τους γονείς τους, που ουσιαστικά είναι προέκταση του εαυτού τους, και να ηρεμούν όταν βρίσκονται ξανά κοντά τους.