H ελληνική συμμετοχή στο CSO (Composante Spatiale Optique: στοιχείο διαστημικής οπτικής), το γαλλικό στρατιωτικό δορυφορικό σύστημα τηλεπισκόπησης, αποτελεί ορόσημο στη μακρά πορεία της εκμετάλλευσης των διαστημικών δυνατοτήτων από τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις και πολύ σημαντική εξέλιξη σε επιχειρησιακό επίπεδο.
- Του Περικλή Ζορζοβίλη
Πρωτίστως διασφαλίζει τη συνέχιση της συλλογής δεδομένων τηλεπισκόπησης, που βελτιώνουν σημαντικά τη στοχοποίηση αλλά και την υποστήριξη της διεξαγωγής ελληνικών επιχειρήσεων (τρισδιάστατες απεικονίσεις, επαύξηση των δυνατοτήτων των γεωγραφικών πληροφοριακών συστημάτων κ.ά.). Με αυτόν τον τρόπο η χώρα αποκτά δυνατότητες επιτήρησης, εντοπισμού, αναγνώρισης και προσβολής στόχων με τα όπλα στρατηγικού πλήγματος που ήδη διαθέτει, τα βλήματα πλεύσης (cruise) τύπου SCALP EG, που εξοπλίζουν τα μαχητικά Mirage 2000-5 Mk. 2 και Rafale F3R ή η προμήθειά τους έχει εξαγγελθεί (βλήματα πλεύσης τύπου MdCN για τις φρεγάτες τύπου FDI-HN) ή σχεδιάζεται στο μέλλον (τακτικά βαλλιστικά, πολυηχητικά βλήματα κ.ά.).
Η σχετική διακρατική συμφωνία υπεγράφη στις 12 Δεκεμβρίου 2024, στη διάρκεια του 1ου Ελληνο-Γαλλικού Συμποσίου Αμυντικής Καινοτομίας, από τον υποστράτηγο (ΔΒ) Ιωάννη Μπούρα, γενικό διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων του υπουργείου Εθνικής Αμυνας (ΥΠΕΘΑ/ΓΔΑΕΕ) και τον αντιστράτηγο Γκελ Ντιάζ Ντε Τουέστα, γενικό διευθυντή Εξοπλισμών του υπουργείου Αμυνας της Γαλλίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που στις 4 Αυγούστου 2023 δημοσιοποίησε η ΓΔΑΕΕ, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, το πρόγραμμα «Δορυφορικά προϊόντα και υπηρεσίες τηλεπισκόπησης Γης – συμμετοχή στο κυβερνητικό πρόγραμμα Γαλλίας “MUSIS.CSO” με ποσοστό 2%», για το οποίο γνωμοδότησε στις 23 Οκτωβρίου 2023 η ειδική διαρκής επιτροπή εξοπλιστικών προγραμμάτων και συμβάσεων της Βουλής, έχει προϋπολογισμό 119,8 εκατ. ευρώ.
Τι είναι το CSO
Το CSO αποτελείται από τρεις οπτικούς δορυφόρους τηλεπισκόπησης, που έχουν δυνατότητα λήψης έγχρωμων και υπέρυθρων εικόνων πολύ υψηλής ανάλυσης. Οι ακριβείς επιδόσεις του συστήματος είναι διαβαθμισμένες, οπότε η αναφορά γίνεται βάσει στοιχείων από ανοικτές πηγές.
Ο ηλιοσύγχρονης τροχιάς πρώτος δορυφόρος (CSO-1) εκτοξεύθηκε με ρωσικής προέλευσης πύραυλο-φορέα Soyuz ST-A στις 19 Δεκεμβρίου 2018, και παρέχει εικόνες πολύ υψηλής ανάλυσης, παρόμοιας του στρατιωτικού δορυφορικού συστήματος τηλεπισκόπησης HELIOS II, διακριτικής ικανότητας περί τα 35 εκατοστά από τροχιά ύψους 800 χλμ. Ο δεύτερος δορυφόρος (CSO-2), επίσης ηλιοσύγχρονης τροχιάς, εκτοξεύθηκε με ρωσικής προέλευσης πύραυλο-φορέα Soyuz ST-A, στις 29 Δεκεμβρίου 2020 και παρέχει εικόνες εξαιρετικά πολύ υψηλής ανάλυσης, διακριτικής ικανότητας περί τα 20 εκατοστά από τροχιά ύψους 480 χιλιομέτρων. Ο τρίτος δορυφόρος ήταν αρχικά προγραμματισμένο να εκτοξευθεί εντός του 2024, αλλά, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες πληροφορίες, η εκτόξευσή του, με ευρωπαϊκής προέλευσης πύραυλο-φορέα Ariane 62 από το διαστημικό κέντρο της Γαλλικής Γουιάνας, στις βόρειες ακτές της Νοτίου Αμερικής, έχει προγραμματιστεί για τις 25 Φεβρουαρίου 2025.
Σε αντίθεση με τη συνήθη ελληνική πρακτική, η συμμετοχή της χώρας μας στο CSO δεν προέκυψε αιφνιδιαστικά, ούτε ως συνέπεια της παύσης της λειτουργίας του HELIOS II στις 31 Δεκεμβρίου 2021, αλλά είχε αρχίσει να υλοποιείται τουλάχιστον 15 έτη νωρίτερα. Αρχισε με τον νόμο 3618/2007 που κύρωσε την τεχνική διευθέτηση συνεργασίας μεταξύ των υπουργών Εθνικής Αμυνας Βελγίου, Γαλλίας, Γερμανίας, Ελλάδας, Ιταλίας και Ισπανίας για τις προκαταρκτικές μελέτες για τον ορισμό και τη δημιουργία πολυεθνικού συστήματος διαστημικής απεικόνισης για επιτήρηση, αναγνώριση και παρατήρηση (MUSIS: Multinational Space-based Imaging System for Surveillance, Reconnaissance and Observation). Το συνολικό κόστος της ελληνικής συμμετοχής στην ανωτέρω τεχνική συμφωνία ανήλθε σε 500.000 ευρώ. Το MUSIS σχεδιαζόταν ως διάδοχο του HELIOS II για την περίοδο 2015 έως 2030, αλλά περί το 2010 τερματίστηκε και μετεξελίχθηκε σε σχήμα οικονομικής συνεισφοράς στο CSO.
Το ΥΠΕΘΑ καθόρισε για πρώτη φορά την πολιτική του για το διάστημα το 1995. Το ίδιο έτος ιδρύθηκε το Εθνικό Κέντρο Διαστημικών Εφαρμογών (ΕΚΔΕ) της Πολεμικής Αεροπορίας, που αφενός θα υποστήριζε το επιχειρησιακό έργο των ΕΕΔ με δεδομένα τηλεπισκόπησης και αφετέρου θα συμμετείχε ως εθνικός εκπρόσωπος σε διάφορα διεθνή φόρα (NATO, Ευρωπαϊκή Ενωση κ.α.). Το 1998 έγινε η πρώτη απόπειρα αξιοποίησης των δεδομένων τηλεπισκόπησης του συστήματος HELIOS-I, η οποία απέτυχε αλλά άνοιξε τον δρόμο για τη συμμετοχή της χώρας μας στο σύστημα HELIOS-II, ενώ το 1999 λήφθηκε η απόφαση για την προμήθεια επίγειου σταθμού λήψης εικόνων από εμπορικούς δορυφόρους με αισθητήρες οπτικούς και ραντάρ.
Το HELIOS II περιελάμβανε δύο πολικής ηλιοσύγχρονης τροχιάς οπτικούς δορυφόρους παρατήρησης, τους HELIOS 2A και HELIOS 2B, διακριτικής ικανότητας 35 εκατοστών. Η συμμετοχή της χώρας μας σε αυτό υλοποιήθηκε μέσω συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ των υπουργείων Αμυνας των δύο χωρών που συνομολογήθηκε το 2005 και κυρώθηκε με τον νόμο 3546/2007. Η συμφωνία καθόριζε την ελληνική συμμετοχή στο πρόγραμμα σε ποσοστό 2,5%, που, όπως είχε ανακοινωθεί εκείνη την εποχή, αντιστοιχούσε σε ποσό περίπου 80 εκατ. ευρώ για χρονική περίοδο δέκα ετών. Στο πλαίσιο της συμφωνίας η Ελλάδα θα παραλάμβανε ημερησίως πέντε έως έξι δορυφορικές εικόνες από τους δύο δορυφόρους με επανεπίσκεψη της περιοχής εθνικού ενδιαφέροντος κάθε 12 ώρες.
Επίσης, η συμφωνία περιελάμβανε την προμήθεια και εγκατάσταση επίγειου σταθμού για λήψη και ανάλυση των δορυφορικών εικόνων. Για τον σκοπό αυτό κατασκευάστηκε και λειτούργησε στην αεροπορική βάση της Τανάγρας ο Δορυφορικός Σταθμός Εδάφους (ΔΣΕ) που υπάγεται στο ΓΕΕΘΑ. Το επόμενο σημαντικό βήμα έγινε τον Δεκέμβριο του 2021 με τη συγκρότηση της Διεύθυνσης Διαστήματος (ΓΕΕΘΑ/Γ5), ως αρμόδιου επιτελικού φορέα για θέματα τα οποία αφορούν το Διάστημα και τις συναφείς τεχνολογίες.
Το επόμενο βήμα για την αμυντική εξέλιξή μας
Η ελληνική συμμετοχή σε δορυφορικά συστήματα τηλεπισκόπησης δεν περιορίζεται στο SCO. Ως χώρα-μέλος της Ε.Ε. χρηματοδοτεί και συμμετέχει στο Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (European Union Satellite Centre – SatCen) που εδρεύει στην περιοχή Τορεχόν ντε Αρδόθ, πλησίον της Μαδρίτης, εντός της ομώνυμης αεροπορικής βάσης. To Κέντρο παρέχει γεωχωρική πληροφόρηση (GEOINT: GEOspatial INTelligence) για ποικίλες χρήσεις (στρατιωτικές, πολιτικές κ.ά.). Η γεωχωρική πληροφόρηση, που επιτυγχάνεται με εκμετάλλευση και ανάλυση εικόνων και άλλων γεωχωρικών δεδομένων, αποσκοπεί στην περιγραφή, αξιολόγηση και οπτική απεικόνιση φυσικών χαρακτηριστικών και γεωγραφικά αναφερόμενων δραστηριοτήτων στη Γη.
Επίσης, η χώρα μας προμηθεύεται δεδομένα τηλεπισκόπησης από την υπηρεσία OneAtlas της Airbus, η οποία επιχειρεί δορυφορικά δίκτυα με αισθητήρες οπτικούς ποικίλης διακριτικής ικανότητας (Pléiades Neo, Pléiades, SPOT and Vision-1) και ραντάρ (TerraSAR-X, TanDEM-X, PAZ και NovaSAR). Σημειώνεται ότι στον δωδεκαετή, υπό οριστικοποίηση Μεσοπρόθεσμο Προγραμματισμό Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ) 2024-2035, περιλαμβάνονται σε υψηλή προτεραιότητα δύο εξοπλιστικά προγράμματα, η προμήθεια, πέραν του CSO, δορυφορικών υπηρεσιών από ιδιώτη πάροχο, με προϋπολογισμό 64 εκατ. ευρώ, και η προμήθεια λογισμικού αξιοποίησης δορυφορικών υπηρεσιών, προϋπολογισμού 35 εκατ. ευρώ. Το επόμενο βήμα θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη ενός αμιγώς εθνικού προγράμματος που θα παρέχει δυνατότητες επιτήρησης και στοχοποίησης ει δυνατόν και σε πραγματικό χρόνο και θα λειτουργεί συμπληρωματικά-συνδυαστικά με τις άλλες πηγές δεδομένων τηλεπισκόπησης.
Πηγή: Κυριακάτικη Δημοκρατία
Πιο γελοίος πεθαίνεις. Μια χώρα που έχει καταληφθεί ήδη από λαθρομετανάστες ψάχνεται με τη διαστημική επιτήρηση. Μιλάμε για ελλαδιστανική διαστημική μ@λ@κία.
Τώρα σωθήκαμε!!!Να ξυπνήσουμε να αποκτήσουμε μάτια και στη γειτονιά μας…