Η τέχνη υλοποιεί επεισόδια εξύψωσης. Κάθε φορά η φαντασία του καλλιτέχνη, ερεθισμένη από κάποιο νόημα που την αγγίζει, το δραματοποιεί, δηλαδή δίνει πρωτότυπη και αυτοτελή μορφή στη ζωή του, το απογειώνει και εκφράζει με ολοκληρωμένο τρόπο αυτή την απογείωση μέσα στην υλική πραγματικότητα.
Ο τρόπος λοιπόν είναι μία γήινη διαμεσολάβηση. Αλλά ο διαμεσολαβητής μάς στέλνει στο υπεργήινο, στο ιδανικό, στο υψηλό. Τότε προκαλείται η επαφή του έργου τέχνης – επομένως και του δημιουργού του – με εμάς, τους αποδέκτες του.
Στον ζωγράφο όλη αυτή η διεργασία έχει ως κύριο φορέα της το βλέμμα της ψυχής του και των ματιών του, ως τελικό εκτελεστή της το χέρι του και ως πεδίο έκφρασης την ύλη του πίνακα. Σε αυτήν αποτυπώνεται η ουσία του έργου.
Παίρνω παραδειγματικά τον ένα από τους πίνακες της Εθνικής Πινακοθήκης που αφαιρέθηκαν -όντως με ιερή αγανάκτηση- από τον κ. Παπαδόπουλο: εκείνον όπου η κλασσική –στη δομή της– εικόνα της Παναγίας που έχει στην αγκαλιά της το μικρό παιδί της, τον Χριστό, αποεξιδανικεύεται, με κύρια σημεία του εκφυλιστικού κλίματος της όλης παρέμβασης τα εξής δύο: 1. Η καταστροφή της μεταφυσικής γαλήνης και της θεϊκής συγκίνησης στο πρόσωπο της Παναγίας απολυτοποιείται με την παρουσίασή της ως καπνίστριας επί το έργον. 2. Το νόημα της μελλοντικής του Ανάστασης εκ νεκρών στη μορφή του μικρού Χριστού ματαιώνεται με επιθετικό και αποκρουστικό τρόπο, καθώς ακριβώς αυτή η μορφή έχει αντικατασταθεί από μία νεκροκεφαλή.
Τί εντοπίζουμε ως θεατές και αποδέκτες του έργου;
Πρώτο. Η ιερότητα του διπλού νοήματος της γαλήνης και της συγκίνησης της Μητέρας του Χριστού προσβάλλεται, διαστρέφεται, εκχυδαΐζεται. Το νόημά της, αντί να βρεί νέους οπτικούς δρόμους, που θα ανοίξουν βαθύτερα τη δύναμή του να μας εξυψώνει, βιά-ζεται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όχι απλώς δεν συνεχίζει να απογειώνεται αλλά υπο-γειώνεται μέσα στον εκφυλισμό του.
Η Θεοτόκος εμφανίζεται ως εφιαλτική καπνίστρια. Η ουσία της υβρίζεται. Το επεισόδιο της βλεμματικής επαφής μας με τη Μητέρα του Θεανθρώπου βλασφημείται και, ως εκ τούτου, παύει να είναι έργο τέχνης. Μετατρέπεται σε έργο βιασμού της ιερότητας της Παναγίας. Είναι πια εκείνο, το οποίο ασκεί βία στην ψυχή μας και στο σώμα μας. Εξ ορισμού πλέον, το τοπίο του πίνακα, πολεμώντας την ίδια την ορμή της εξύψωσης, δεν ανήκει στο πεδίο της τέχνης.
Δεύτερο. Στο ίδιο έργο, το μεταφυσικό νόημα της ύπαρξης του υιού της Θεοτόκου και της Ανάστασής του εκ νεκρών σε κάθε κλασσική εικόνα της Παναγίας με τον μικρό Χριστό στην αγκαλιά της, συγκεκριμενοποιείται από το ύφος του θεϊκού παιδιού μέσα στην υλική του αποτύπωση. Όταν το πρόσωπο του Ιησού αντικαθίσταται από την όψη της νεκροκεφαλής, γίνεται προφανής η βλασφήμιση του εν λόγω νοήματος και προτείνεται με τρόπο ειδεχθή και βίαιο η κατάργηση του μεταφυσικού τόπου του.
Επομένως, το πρόσωπο της εξύψωσης, με το οποίο προαναγγέλλεται το αναστάσιμο νόημα, ακυρώνεται διαστροφικά. Ο πίνακας που βλέπουμε εκπέμπει βία και απέχθεια για τον χωροχρόνο τόσο της Ανάστασης όσο και της σύνδεσής μας με αυτήν. Όμως αυτός ο χωροχρόνος, από τη φύση του, είναι ο κόσμος της εξύψωσης. Αποδομώντας τον –και μάλιστα φρικιαστικά– το τοπίο του πίνακα τίθεται εξ ορισμού εκτός του Είναι της τέχνης.
Έχουμε λοιπόν ενώπιόν μας ένα έργο βλάφημης υφής, του οποίου επιπλέον ο τόπος και τα δρώμενα ασκούν βία σε ό,τι μέσα μας λαχταρά την υπαρξιακή άνοδο. Αναπόφευκτα, η βαθμοί της ενδεχόμενης αντίδρασης σε μία τέτοια βία θα είναι κινήσεις νόμιμης άμυνας.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι το εξής: Για ποιο λόγο ο νόμος επιτρέπει τη βλάσφημη βία –όπως στην πρώτη περίπτωση– και απαγορεύει, αυτοκαταργούμενος, την άμυνα απέναντι στην ίδια ακριβώς βία – όπως στη δεύτερη περίπτωση;
- Παναγιώτης Ο. Δόικος, Αναπληρωτής καθηγητής της Φιλοσοφίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Εξαιρετικά! Εύγε !Και για τις εκπομπές σας στην τηλεόραση μπράβο.Ειναι σημαντικά τα θέματα που θίγεται και άψογος ο διάλογος μεταξύ σας.Ειναι ένα μικρό πανεπιστήμιο.Οπως και η Σχολή Γονέων.