Σαν να μην έφτανε η εξάπλωση της πανδημίας του νέου κορωνοϊού -και βέβαια οι επιπτώσεις που προκαλεί σε υγειονομικό και οικονομικό επίπεδο-, η Ε.Ε. καλείται να λύσει και τον γόρδιο δεσμό του Brexit, ενώ τα χρονικά περιθώρια στενεύουν, όσο πλησιάζει το τέλος του ούτως ή άλλως δύσκολου έτους που διανύουμε.
Οι συνομιλίες που διεξήχθησαν στο Λονδίνο μεταξύ της Ε.Ε. και της βρετανικής αντιπροσωπίας απέτυχαν να αποσαφηνίσουν τις ανησυχίες της Ένωσης σε σχέση με το προτεινόμενο νομοσχέδιο για την εσωτερική αγορά, δήλωναν δύο Ευρωπαίοι διπλωμάτες και ένας αξιωματούχος.
Ευρωπαίος διπλωμάτης, μάλιστα, χαρακτήριζε «πολυλογία» τα σχόλια του Βρετανού υπουργού παρά τω πρωθυπουργό Μάικλ Γκόουβ, ενώ άλλος υπογράμμιζε ότι οι ανησυχίες της Ένωσης «δεν αποσαφηνίστηκαν στο παρόν στάδιο». Τρίτο πρόσωπο, την ίδια στιγμή, γνώστης των διαπραγματεύσεων από την πλευρά των Βρυξελλών τόνιζε ότι η συνάντηση «απέτυχε να κατευνάσει τις ανησυχίες της Ε.Ε.».
Ανήσυχη για τις εξελίξεις εμφανιζόταν την ίδια ώρα και η Κριστίν Λαγκάρντ, διαβλέποντας την παράταση του αδιεξόδου στις συνομιλίες. Έμπειρη, ωστόσο, στη διεθνή οικονομική -αλλά και πολιτική- σκηνή, φρόντισε η τοποθέτησή της να είναι απολύτως ισορροπημένη, τηρουμένων των συνθηκών.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ελπίζει σε μια «θετική» έκβαση των διαπραγματεύσεων για τη μελλοντική σχέση μεταξύ της Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά το Brexit, παρά τις «θέσεις των τελευταίων ημερών», είπε χαρακτηριστικά κι ενώ, όπως είναι γνωστό, το Λονδίνο ανακοίνωσε ότι θέλει να υπαναχωρήσει εν μέρει από τη συμφωνία που επικυρώνει το «διαζύγιό» του από την ευρωπαϊκή οικογένεια.