Από ανακοπή καρδιάς εκοιμήθη την Παρασκευή το πρωί ο μητροπολίτης Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας Αμφιλόχιος, ο οποίος νοσηλευόταν σε νοσοκομείο της Ποντγκόριτσα.
Η είδηση προκάλεσε θλίψη σε όλη την πόλη και οι καμπάνες ηχούσαν πένθιμα. Επισήμως η αιτία θανάτου του ήταν η ανακοπή, ωστόσο τις τελευταίες ημέρες ταλαιπωρείτο από βαριά πνευμονία.
Ο μακαριστός είχε νοσήσει πριν από καιρό από κορωνοϊό, τον οποίο όμως είχε ξεπεράσει. Όμως, πολλοί εκμεταλλεύτηκαν αυτό το γεγονός και γέμισαν το διαδίκτυο με ψευδείς αναρτήσεις και σχόλια που φέρουν ως αιτία θανάτου την πανδημία. Εξάλλου ο μητροπολίτης υπήρξε «βραχνάς» για πολλούς, αφού είχε συλληφθεί από τις αστυνομικές Αρχές κατά την περίοδο της καραντίνας επειδή είχε λειτουργήσει τις εκκλησίες. Μάλιστα, δεν δίσταζε να φωνάζει με απόγνωση ότι «προτιμώ να πάω στη φυλακή, αλλά δεν θα κλείσω τις εκκλησίες»!
Με επίσημη ανακοίνωσή του, το Πατριαρχείο Σερβίας έκανε γνωστό ότι ο Αμφιλόχιος άφησε την τελευταία του πνοή από ανακοπή καρδιάς, λίγο μετά που έλαβε το μυστήριο της θείας ευχαριστίας. Η εξόδιος ακολουθία θα τελεστεί την Κυριακή στον Ναό της Αναστάσεως στην πρωτεύουσα Ποντγκόριτσα. Από την πρώτη μέρα η σορός του μητροπολίτη μεταφέρθηκε στην Ιερά Μονή Γεννήσεως της Θεοτόκου, στην παλιά πρωτεύουσα Τσέτινιε, δίπλα στα ιερά λείψανα του μητροπολίτη Μαυροβουνίου Αγίου Πέτρου του Θαυματουργού, του οποίου τη μνήμη τιμά η Εκκλησία στις 31 Οκτωβρίου κάθε χρόνου. Τοποτηρητής της Μητρόπολης Μαυροβουνίου ορίστηκε ο επίσκοπος Βουδίμλιε και Νίκσιτς κ. Ιωαννίκιος, ο οποίος είναι πνευματικό τέκνο του μητροπολίτη.
Μεταπτυχιακά στη Ρώμη
Ο Αμφιλόχιος -κατά κόσμον Ρίστο Ράντοβιτς- γεννήθηκε στη Μοράτσα του Μαυροβουνίου στις 7 Ιανουαρίου 1938. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Βελιγραδίου το 1962, ενώ το 1965 έλαβε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από τη Ρώμη. Έγραψε δεκάδες επιστημονικές εργασίες και απέσπασε πολλά κρατικά και εκκλησιαστικά βραβεία. Μιλούσε άπταιστα πέντε γλώσσες -ελληνικά, ρωσικά, ιταλικά, γερμανικά και γαλλικά-, ενώ στο επιστημονικό του έργο χρησιμοποίησε αρχαία ελληνικά, λατινικά και εκκλησιαστικά σλαβικά.
Πρεσβύτερος χειροτονήθηκε το 1968 και στις 16 Ιουνίου 1985 χειροτονήθηκε επίσκοπος Βανάτου στον καθεδρικό ναό του Βελιγραδίου από τον Σέρβο Πατριάρχη Γερμανό. Στις 30 Δεκεμβρίου 1990 εξελέγη μητροπολίτης Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας, ενώ κατά τη διάρκεια των 30 ετών διακονίας του στη μητρόπολη αναστήλωσε ή έχτισε πάνω από 600 εκκλησιαστικά κτίρια και δημιούργησε εκδοτικό οίκο και ραδιοφωνικό σταθμό.