Στις 12 Φεβρουαρίου συμπληρώνονται έξι χρόνια από την υπογραφή το 2015 στην πρωτεύουσα της Λευκορωσίας του συνόλου των μέτρων για την εκπλήρωση των Συμφωνηθέντων του Μινσκ, που αποτελεί το μοναδικό σχέδιο για την ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης μεταξύ του Κιέβου και των ορισμένων περιοχών των περιφερειών του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ στη Νοτιοανατολική Ουκρανία.
Αυτή η ενδοουκρανική κρίση, όπως είναι γνωστό, υπήρξε αποτέλεσμα της πραξικοπηματικής ανατροπής της νόμιμης ουκρανικής εξουσίας τον Φεβρουάριο του 2014, που έγινε με γνωστούς έξωθεν χορηγούς και αποσταθεροποίησε τη χώρα. Οι κάτοικοι του δύο παραμεθόριων περιοχών, οι οποίοι διαχρονικά διατηρούσαν πολύ στενούς πολιτιστικούς, οικονομικούς, συγγενικούς δεσμούς με τη Ρωσία, δεν δέχτηκαν τους πραξικοπηματίες της «έγχρωμης επανάστασης». Τότε η νέα εθνικιστική ηγεσία ξεκίνησε τη βίαια επιχείρηση καταστολής τους. Η σύγκρουση ήδη μετρά 13.000 νεκρούς και 30.000 τραυματίες.
Τα Συμφωνηθέντα του Μινσκ, αναγνωρισμένα από τη διεθνή κοινότητα ως μοναδική βάση για την επίλυση της κρίσης, επικυρώθηκαν με το Ψήφισμα 2202 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και, ως εκ τούτου, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του Διεθνούς Δικαίου. Το σύντομο και πολύ συγκεκριμένο κείμενο είναι ξεκάθαρο στο θέμα των εμπλεκομένων της σύγκρουσης: είναι το Κίεβο, από τη μία πλευρά, και οι ορισμένες περιοχές των περιφερειών του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ, από την άλλη.
Η Ρωσία δεν είναι μέρος της σύγκρουσης και δεν αναφέρεται καν στα συμφωνηθέντα. Είναι μέλος του «σχήματος της Νορμανδίας», που περιλαμβάνει επίσης τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ουκρανία και αποτελεί τον μηχανισμό επιτήρησης της εφαρμογής του συνόλου των μέτρων του Μινσκ. Με την κοινή Διακήρυξή τους οι αρχηγοί των τεσσάρων κρατών ενέκριναν τα συμφωνηθέντα.
Συγκεκριμένες δεσμεύσεις
Το κείμενο του συνόλου των μέτρων, που υιοθετήθηκε στο Μινσκ το 2015, περιέχει 13 σημεία με συγκεκριμένες δεσμεύσεις του Κιέβου και των ορισμένων περιοχών του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ για τη διευθέτηση της κρίσης. Προβλέπει την κατάπαυση του πυρός, την άμεση έναρξη του απευθείας διαλόγου μεταξύ των δύο πλευρών, την επίτευξη συνεννόησης ανάμεσά τους επί των παραμέτρων της διεξαγωγής τοπικών εκλογών στην περιοχή, την αμνήστευση των πολεμιστών, κ.λπ.
Ο ακρογωνιαίος λίθος, όμως, είναι η υποχρέωση της Ουκρανίας να παραχωρήσει στις περιοχές του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ το μόνιμο, κατοχυρωμένο στο Σύνταγμα της χώρας ειδικό διοικητικό καθεστώς, με διευρυμένες αρμοδιότητες (ειδικά σε θέματα αυτοδιοίκησης, συγκρότησης δικαστικών, εισαγγελικών Αρχών, πολιτοφυλακής, κ.ά.).
Δυστυχώς, εδώ και έξι χρόνια η κυβέρνηση της Ουκρανίας δεν προωθεί την υλοποίηση των συμφωνηθέντων, πότε διαστρεβλώνοντας τη σειρά των βημάτων όπως προβλέπονται από το κείμενο, πότε την ουσία τους. Ο τερματισμός των εχθροπραξιών ισχύει μόνο εν μέρει (σύμφωνα με τον ΟΑΣΕ, τα τελευταία τρία χρόνια το 75% των άμαχων θυμάτων αποτέλεσαν κάτοικοι των δύο περιοχών, που βρίσκονται εκτός ελέγχου της κυβέρνησης).
Οικονομικός και κοινωνικός αποκλεισμός
Επιβλήθηκε και διατηρείται ο οικονομικός και κοινωνικός αποκλεισμός του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ. Το Κίεβο αρνείται να εισέλθει σε απευθείας διάλογο μαζί τους, συνεπώς η συμφωνία επί της διεξαγωγής των τοπικών εκλογών δεν υπάρχει.
Οι ουκρανικές Αρχές δηλώνουν ανοιχτά ότι χρειάζονται τα συμφωνηθέντα του Μινσκ μόνο ως ένα πρόσχημα για τη διατήρηση των αντιρωσικών κυρώσεων εκ μέρους της Δύσης.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία αποδεικνύουν το παράδοξο της σημερινής κατάστασης. Ενώ είναι ξεκάθαροι οι πραγματικοί λόγοι του αδιεξόδου στην ειρηνευτική διαδικασία, αυτό χρησιμοποιείται ως ψεύτικη δικαιολογία για τη συνέχιση της αντιπαράθεσης της Ε.Ε. με τη Ρωσία.
Το status quo δεν ωφελεί κανέναν.
*ο Αντρέι Μάσλοβ είναι πρέσβης της Ρωσίας στην Ελλάδα