Φως στις τελευταίες στιγμές της πριγκίπισσας Νταϊάνα και στις υπερπροσπάθειες που κατέβαλαν οι γιατροί για να την κρατήσουν στη ζωή ρίχνει για πρώτη φορά χειρουργός που κλήθηκε άρον άρον στο νοσοκομείο για να βοηθήσει.
Για αρκετές ώρες νωρίς το πρωί της Κυριακής 31 Αυγούστου του 1997, ο Μονσέφ Νταχμάν, ο νεαρός τότε γενικός χειρουργός σε βάρδια στο μεγαλύτερο νοσοκομείο της Γαλλίας, το Pitié-Salpêtrière, πήρε τη σκυτάλη από τους διασώστες που έφτασαν στο τούνελ της Γέφυρας Αλμα, όπου έγινε το δυστύχημα 23 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα. Την ώρα που έβαζαν την πριγκίπισσα στο φορείο αυτή έπαθε καρδιακή ανακοπή. Αφού την επανέφεραν στο σημείο, κατάφεραν να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο στις 2.06 τα ξημερώματα. Τον κάλεσαν στο χειρουργείο αλλά δεν του είπαν ότι ήταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα. «Μου είπαν μόνο ότι ήταν ένα σοβαρό ατύχημα μιας νεαρής γυναίκας». Οταν έφτασε στα επείγοντα, που ήταν 50 μέτρα από το δωμάτιο όπου ξεκουραζόταν, διαπίστωσε τη σοβαρότητα των πραγμάτων.
«Η ειδικευόμενή μου ήταν στον χώρο και είχε πιάσει μία γωνία επειδή είχε συγκλονιστεί από τη σοβαρότητα της στιγμής. Παρών ήταν ο Μπρούνο Ρίου, ανώτατος αναισθησιολόγος βάρδιας, γεγονός που έδειχνε ότι επρόκειτο για πολύ σοβαρό περιστατικό. Φρόντιζε προσωπικά τη γυναίκα που ήταν πάνω στο φορείο» θυμάται ο Νταχμάν, που ήταν 33 ετών τότε. Οταν του είπαν ποια ήταν η γυναίκα, τότε κατάλαβε γιατί υπήρχε τόση δράση γύρω της. «Για κάθε γιατρό, κάθε χειρουργό, είναι πολύ σημαντικό να βρεθεί αντιμέτωπος με μια νεαρή γυναίκα σε τέτοια κατάσταση. Πόσο μάλλον αν είναι πριγκίπισσα» παραδέχεται.
Αιμορραγία
Αφού της είχε γίνει αφαίρεση υγρών από τον θώρακα και είχε διαπιστωθεί εσωτερική αιμορραγία, της χορήγησαν αίμα, ωστόσο στις 2.15 έπαθε κι άλλη ανακοπή. Τότε ο επικεφαλής αναισθησιολόγος ζήτησε από τον Νταχμάν να κινηθεί επεμβατικά, ενώ η Νταϊάνα βρισκόταν ακόμα στο φορείο. Διαπίστωσε ότι η πριγκίπισσα είχε υποστεί σοβαρή διάρρηξη του περικαρδίου, το οποίο προστατεύει την καρδιά. Η κατάστασή της χειροτέρευε.
Στις 2.30 έφτασε στην αίθουσα επειγόντων ο καθηγητής Αλέν Παβιέ, ίσως ο κορυφαίος καρδιοχειρουργός της Γαλλίας εκείνη την εποχή. Αυτός ζήτησε να τη μεταφέρουν σε χειρουργείο γιατί υποψιαζόταν ότι ο λόγος της ακατάσχετης αιμορραγίας βρισκόταν αλλού. Πράγματι, διαπιστώθηκε ρήξη στην άνω αριστερή πνευμονική φλέβα στο σημείο της επαφής με την καρδιά. Η σημαντικότερη βλάβη επιδιορθώθηκε, ωστόσο η καρδιά της Νταϊάνα δεν μπορούσε να επανεκκινηθεί. Εκαναν τα πάντα για μία ώρα, όπως εξηγεί ο Νταχμάν, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. «Είναι πάντα μεγάλη απογοήτευση να βλέπεις κάποιον νέο να φεύγει. Ημασταν συντετριμμένοι και κατάκοποι» θυμάται ο Νταχμάν, που αποκαλύπτει ότι μιλάει τώρα γιατί δεν αντέχει να ακούει ότι η πριγκίπισσα αφέθηκε στην τύχη της μετά το δυστύχημα.