Τα σύννεφα πυκνώνουν πάνω από τον Λευκό Οίκο, καθώς ο Τζο Μπάιντεν, εκτός από τους πονοκεφάλους που ήδη προκαλεί με κομβικές του πολιτικές επιλογές, εκτίθεται -ξανά- σοβαρά λόγω του… κανακάρη του, Χάντερ Μπάιντεν!
Σύμφωνα με δημοσιεύματα, νέα e-mails από επιχειρηματικούς συνεργάτες του υιού Μπάιντεν αποκαλύπτουν ότι ζήτησε αμοιβή ύψους 2.000.000 δολαρίων εάν κατάφερνε να χρησιμοποιήσει την επιρροή του στην κυβέρνηση, στην οποία ο πατέρας του τότε ήταν αντιπρόεδρος, για να ξεπαγώσει περιουσιακά στοιχεία της Λιβύης συνολικού ύψους 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων! Συγχρόνως, ο προεδρικός γιος υποσχόταν και πρόσβαση στην κινεζική κυβέρνηση.
Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τους δωρητές των Δημοκρατικών Σαμ Τζαουχάρι και σεΐχη Μοχάμεντ αλ-Ραχμπάνι ανέφεραν ότι ο Χάντερ Μπάιντεν είχε προσφερθεί να βοηθήσει στην απελευθέρωση των δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων της Λιβύης. Οι δύο άνδρες εργάζονταν για να ξεπαγώσουν τα «μπλοκαρισμένα» δισεκατομμύρια δολάρια περιουσιακών στοιχείων του προέδρου της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι για τη νέα λιβυκή κυβέρνηση και, αν τα κατάφερναν, θα έπαιρναν ως «μίζα» το 5% από το ποσό που θα ήταν σε θέση να απελευθερώσουν για τη Λιβύη. Ενα ποσό που θα μπορούσε δυνητικά να μεταφραστεί ακόμη και σε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια.
Τα δύο μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δημοσιεύθηκαν στο Insider και εστάλησαν το 2015, όταν ο Τζο Μπάιντεν ήταν αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα.
Στο πρώτο μήνυμα, με ημερομηνία 28 Ιανουαρίου 2015, ο δωρητής των Δημοκρατικών Σαμ Τζαουχάρι κάνει πολλές αναφορές στον Χάντερ ως «#2 γιος» -προφανής αναφορά, βέβαια, στον ρόλο του αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν τότε- και σημείωσε ότι ο Χάντερ είχε ζητήσει 2.000.000 δολάρια. Η συνεργασία με τον Χάντερ, μάλιστα, απαριθμούσε μια σειρά από προνόμια, συμπεριλαμβανομένης της επιχειρηματικής σχέσης του με τον θετό γιο του Τζον Κέρι (υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών την περίοδο 2013-2017) Κρις Χάιντς και υψηλού επιπέδου πρόσβαση στην Κίνα.
Τέλος, το δεύτερο επίμαχο μήνυμα στάλθηκε στις δύο επαγγελματικές επαφές από τον δικηγόρο της Ουάσινγκτον Τζον Σάντγουεγκ, στις 26 Φεβρουαρίου 2016, σχετικά πάντα με την ίδια συμφωνία.