«Σεισμό» προκάλεσε στο κοινοβούλιο των ΗΠΑ η συγκλονιστική ομιλία του Γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο καταιγιστικός Μπέρνι Σάντερς με αφορμή όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία, έκανε έναν ιστορικό απολογισμό των πολέμων στους οποίους έχουν εμπλακεί οι ΗΠΑ και φέρουν μεγάλη ευθύνη για την εξέλιξή τους. Μάλιστα ο ίδιος αναφέρθηκε στα θύματα του Ιράκ και του Αφγανιστάν, ενώ σημείωσε ότι οι Ταλιμπάν έχουν επιστρέψει στην εξουσία με τη συγκατάθεση των Αμερικανών.
Ο Γερουσιαστής μίλησε επίσης για τη συμφωνία να μην μπουν στο NATO γειτονικές χώρες της Ρωσίας, ενώ προειδοποίησε ότι υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να επεκταθεί ο πόλεμος και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.
Η ομιλία του Μπέρνι Σάντερς:
«H Ρωσική Συνέλευση Διανοουμένων δήλωσε, και παραθέτω τη δήλωσή της αυτούσια, “η θέση μας είναι απλή. Η Ρωσία δεν χρειάζεται κανέναν πόλεμο με την Ουκρανία ή τη Δύσης. Ένας τέτοιος πόλεμος στερείται κάθε νομιμότητας και ηθικής”.
Κύριε Πρόεδρε, όσο μιλάω εδώ σήμερα, για πρώτη φορά μετά από 80 χρόνια η Ευρώπη απειλείται από μια μεγίστης σημασίας εισβολή. Ένα μεγάλο έθνος απειλεί μια μικρότερη και πιο αδύναμη γείτονα χώρα, περικυκλώνοντάς την από τρεις πλευρές με πάνω από 100.000 στρατιώτες, με τανκς και πυροβολικό.
Συνάδελφοι, με τον επώδυνο τρόπο μάθαμε ότι οι πόλεμοι έχουν πολλές απρόβλεπτες συνέπειες. Σπανίως έχουν την έκβαση που μας υπόσχονται ότι θα έχουν οι ενορχηστρωτές και οι ειδήμονες του κάθε πολέμου. Ρωτήστε τους αξιωματούχους που προέβλεπαν ρόδινα σενάρια για τους πολέμους του Βιετνάμ, του Αφγανιστάν και του Ιράκ, για να αποδειχθεί τελικά πόσο άδικο είχαν.
Ρωτήστε τις μητέρες των στρατιωτών που σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν στα πεδία των μαχών. Ρωτήστε τις οικογένειες των εκατομμυρίων πολιτών που αποτέλεσαν τις “παράπλευρες απώλειες” αυτών των πολέμων.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ μας κόστισε 59.000 θανάτους Αμερικανών και πολλούς ακόμη που επέστρεψαν τραυματισμένοι σωματικά και ψυχολογικά. Ο αριθμός των θυμάτων σε Βιετνάμ, Λάος και Καμπότζη είναι ανυπολόγιστος αλλά ανέρχεται σε εκατομμύρια.
Στο Αφγανιστάν, αυτό που ξεκίνησε ως απάντηση στην τρομερή επίθεση εναντίον μας στις 09/11 του 2001, κατέληξε τελικά σε έναν εικοσαετή πόλεμο που μας κόστισε τρία τρισεκατομμύρια δολάρια και πάνω από 3.500 ζωές Αμερικανών που σκοτώθηκαν, για να μην αναφέρουμε τις δεκάδες χιλιάδες ζωές Αφγανών πολιτών.
Ο Τζορτζ Μπους (νεότερος) είπε το 2003 επί λέξη ότι οι ΗΠΑ “έθεσαν δια παντός εκτός λειτουργίας τους Ταλιμπάν”. Λοιπόν δεν έγινε ακριβώς έτσι. Οι Ταλιμπάν είναι στην εξουσία ακόμη σήμερα.
Ο πόλεμος στο Ιράκ, που προωθήθηκε στους Αμερικανούς πολίτες, μέσα από την ανάπτυξη τρόμου για ένα πυρηνικό μανιτάρι που θα προκαλούσαν τα ανύπαρκτα στην πραγματικότητα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ, οδήγησε στο θάνατο περίπου 4.500 Αμερικανών στρατιωτών και στο σωματικό και ψυχικό τραυματισμό δεκάδων χιλιάδων ακόμη.
Οδήγησε στο θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων Ιρακινών, στον εκτοπισμό πάνω από 5 εκατομμυρίων ανθρώπων και στην αποσταθεροποίηση της περιοχής, οι συνέπειες της οποίας ταλανίζουν τον κόσμο μέχρι σήμερα.
Με άλλα λόγια, παρά τα όσα ρόδινα σενάρια ακούσαμε για αυτές τις παρεμβάσεις εξωτερικής πολιτικής και του στρατού αποδείχθηκε ότι οι ειδήμονες έκαναν λάθος, με τίμημα τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων.
Για αυτό πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να βρούμε μια διπλωματική λύση ώστε να αποτρέψουμε κάτι που θα αποτελέσει έναν θηριώδη και καταστροφικό πόλεμο για την Ουκρανία. Κανείς δε ξέρει με ακρίβεια ποιο θα είναι το τίμημα αυτού του πολέμου.
Υπάρχουν ωστόσο εκτιμήσεις του Αμερικανικού στρατού και των υπηρεσιών πληροφοριών, που μιλούν για πάνω από 50.000 απώλειες άμαχου πληθυσμού στην Ουκρανία, για να μην αναφέρουμε τα εκατομμύρια των προσφύγων που θα συρρεύσουν στις γείτονες χώρες, για να γλιτώσουν από αυτό που αποτελεί τη χειρότερη Ευρωπαϊκή σύγκρουση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επιπλέον, βεβαίως, θα προκύψουν πολλές χιλιάδες θάνατοι μεταξύ του ουκρανικού και του ρωσικού στρατού.
Υπάρχει επίσης η πιθανότητα, αυτή η “τοπική” σύγκρουση να κλιμακωθεί και να επεκταθεί σε άλλα σημεία της Ευρώπης, μιας ηπείρου που φιλοξενεί πολλά πυρηνικά όπλα και οι συνέπειες μετά από κάτι τέτοιο ξεπερνούν κάθε φαντασία. Και δεν τελειώνει εκεί.
Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας που επιβάλλονται ως συνέπεια των ενεργειών της και οι απαντήσεις της Ρωσίας σε αυτές τις κυρώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε μια μαζικής κλίμακας οικονομική αναταραχή με αντίκτυπο στις τιμές της ενέργειας, του αερίου και του πετρελαίου στη χώρα μας, στο τραπεζικό σύστημα, στην προμήθεια τροφίμων και στις καθημερινές ανάγκες των απλών πολιτών όλου του κόσμου.
Είναι πολύ πιθανό οι Ρώσοι να μην είναι ο μόνος λαός που θα υποστεί τις συνέπειες αυτών των κυρώσεων. Θα τις υποστεί η Ευρώπη, θα τις υποστούμε εμείς εδώ στις ΗΠΑ και πιθανώς ο υπόλοιπος κόσμος.
Παρεμπιπτόντως, κάτι που δεν έχουμε συζητήσει επαρκώς, μια εποχή κατά την οποία η επιστημονική κοινότητα μας προειδοποιεί ότι η κλιματική αλλαγή είναι μια απειλή ζωής και θανάτου για τον πλανήτη, οποιαδήποτε ελπίδα για διεθνή συνεργασία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ή των μελλοντικών πανδημιών, πιθανότατα θα είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
Κύριε πρόεδρε, είναι απολύτως σαφές ποιος έχει την περισσότερη ευθύνη για αυτήν τη διαφαινόμενη κρίση και αυτός είναι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος έχοντας ήδη καταλάβει εδάφη της Ουκρανίας το 2014, σήμερα απειλεί να καταλάβει όλη τη χώρα και να καταστρέψει ολοσχερώς τη Ουκρανική Δημοκρατία. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή είναι μία απολύτως ανεπίτρεπτη συμπεριφορά.
Κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να στηρίξουμε με κάθε μέσο την αυτοκυριαρχία της Ουκρανίας και να καταστήσουμε σαφές ότι η διεθνής κοινότητα θα επιβάλλει σοβαρές κυρώσεις στον Πούτιν και στους ολιγάρχες του, αν δεν αποφασίσει να αλλάξει πορεία.
Δεδομένων αυτών, κύριε Πρόεδρε, ανησυχώ πολύ όταν ακούω της οικείες τυμπανοκρουσίες της Ουάσιγκτον και τη ρητορική εκείνη, που ενισχύεται πριν από κάθε πόλεμο και μας ζητά να επιδείξουμε ρώμη, να σκληρύνουμε και να μην υποπέσουμε σε συμφιλιωτικά αισθήματα.
Μια απλουστευτική άρνηση να αναγνωρίσουμε τα περίπλοκα αίτια αυτών των εντάσεων στην περιοχή, υπονομεύει την ικανότητα των διαπραγματευτών να καταφέρουν μια ειρηνική λύση.
Γνωρίζω ότι δεν είναι πολύ δημοφιλές ή πολιτικά ορθό στην Ουάσιγκτον να λαμβάνουμε υπόψιν την οπτική των αντιπάλων μας. Νομίζω, όμως, ότι είναι σημαντικό να το πράξουμε αν θέλουμε να ασκήσουμε μια ορθή στρατηγική πολιτική.
Νομίζω ότι θα μας βοηθήσει να σκεφτούμε το εξής. Ένας από τους πιο καταλυτικούς παράγοντες αυτής της κρίσης, τουλάχιστον από την οπτική των Ρώσων, είναι το ενδεχόμενο αναβάθμισης των σχέσεων ασφαλείας μεταξύ Ουκρανίας, ΗΠΑ και Δυτικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένου αυτού που η Ρωσία βλέπει ως απειλή της ενσωμάτωσης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, μιας στρατιωτικής συμμαχίας που δημιουργήθηκε το 1949 για να αντιμετωπίσει τη Σοβιετική Ένωση.
Όταν η Ουκρανία ανεξαρτητοποιήθηκε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, η ρωσική ηγεσία εξέφρασε τις ανησυχίες της για το ενδεχόμενο τα πρώην μέλη της Σοβιετικής Ένωσης να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ και να εγκαταστήσουν εχθρικές στρατιωτικές δυνάμεις στα σύνορα της Ρωσίας.
Αξιωματούχοι των ΗΠΑ τότε είχαν αναγνωρίσει αυτές τις ανησυχίες ως δικαιολογημένες. Ένας από αυτούς ήταν ο Γουίλιαμ Πέρι, υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ υπό την προεδρία του Μπιλ Κλίντον. Σε μια συνέντευξή του το 2017 , ο Πέρι δήλωσε κατά λέξη, “Τα τελευταία χρόνια μπορεί το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης να καταλογίζεται στις ενέργειες του Πούτιν, αλλά πρέπει να πως ότι για τα χρόνια που προηγήθηκαν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης το είχαν οι ΗΠΑ. Η πρώτη μας ενέργεια που οδήγησε σε λάθος κατεύθυνση ήταν όταν το ΝΑΤΟ άρχισε να επεκτείνεται εντάσσοντας χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, κάποιες από τις οποίες συνορεύουν με τη Ρωσία”.
Ένας άλλος αξιωματούχος των ΗΠΑ που παραδέχθηκε τις ανησυχίες του Πούτιν, είναι ο πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ, Μπιλ Μπερνς, ο οποίος ηγείται σήμερα της CIA υπό την προεδρία Μπάιντεν. Στα απομνημονεύματά του ο Μπερνς αναφέρει ότι έγραψε σε ένα υπόμνημά του όσο υπηρετούσε ως σύμβουλος πολιτικών υποθέσεων στην Αμερικανική πρεσβεία της Μόσχας το 1995: “Η εναντίωση απέναντι στην εξάπλωση του ΝΑΤΟ είναι σχεδόν καθολική κατά μήκος όλου του εγχώριου πολιτικού φάσματος της Ρωσίας”.
Πάνω από 10 χρόνια αργότερα, το 2018, ο Μπερνς γράφει σε υπόμνημά του στην τότε υπουργό Εξωτερικών, Κοντολίζα Ράις, ” η είσοδος της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ αποτελεί την πιο σημαντική κόκκινη γραμμή για την ελίτ της Ρωσίας και όχι μόνο για τον Πούτιν. Εδώ και πάνω από δυόμιση χρόνια συνομιλιών μου με πρόσωπα-κλειδιά της Ρωσίας, δεν έχω βρει κανέναν που να μη βλέπει την είσοδο της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ως μια ευθεία πρόκληση για τα συμφέροντα της Ρωσίας“.
Οπότε, επαναλαμβάνω, αυτές οι ανησυχίες δεν κατασκευάστηκαν από τον Πούτιν μόλις χθες αναίτια. Σαφέστατα, η εισβολή της Ρωσίας δεν είναι λύση στο πρόβλημα, ούτε, όμως, και η αδιαλλαξία του ΝΑΤΟ. Είναι σημαντικό, για παράδειγμα, να αποδεχθούμε ότι η Φινλανδία, μία από τις πιο ανεπτυγμένες και δημοκρατικές χώρες στον κόσμο, συνορεύει με τη Ρωσία και έχει επιλέξει να μην ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Η Σουηδία και η Αυστρία είναι αντίστοιχα παραδείγματα ευημερουσών και δημοκρατικών χωρών που πήραν την ίδια απόφαση.
Κύριε Πρόεδρε, μπορεί ο Βλαντιμίρ Πούτιν να είναι ψεύτης και δημαγωγός. Είναι όμως υποκριτικό από πλευρά των ΗΠΑ, να επιμένουμε ότι εμείς ως έθνος δεν αποδεχόμαστε την αρχή των σφαιρών επιρροής.
Τα τελευταία 200 χρόνια, η χώρα μας ενεργεί με βάση το Δόγμα του Μονρό υιοθετώντας την αρχή ότι οι ΗΠΑ, ως η κυρίαρχη χώρα στο δυτικό ημισφαίριο, έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με την ίδια, να κινηθεί εναντίον οποιασδήποτε χώρας μπορεί να πλήξει τα συμφέροντά μας. Και υπό αυτό το Δόγμα, οι ΗΠΑ έχουν ανατρέψει και υπονομεύσει τουλάχιστον δώδεκα χώρες στη Λατινική και Κεντρική Αμερική και στην Καραϊβική.
Με απλά λόγια, ακόμα κι αν η Ρωσία δεν διοικούνταν από έναν διεφθαρμένο αυταρχικό ηγέτη όπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν, η Ρωσίας, όπως και οι ΗΠΑ, θα είχαν έννομο συμφέρον στις πολιτικές ασφαλείας των όμορων χωρών.
Υπάρχει κάποιος που πιστεύει πραγματικά ότι οι ΗΠΑ δεν θα έλεγαν τίποτα αν, για παράδειγμα, το Μεξικό, η Κούβα ή κάποια χώρα στην Κεντρική ή Λατινική Αμερική, ήθελε να συστρατευθεί στη στρατιωτική συμμαχία που είναι αντίπαλη στις ΗΠΑ;
Κύριε Πρόεδρε, οι χώρες πρέπει να είναι ελεύθερες να λαμβάνουν δικές τους αποφάσεις για την εξωτερική τους πολιτική. Είναι γεγονός ότι οι ΗΠΑ και η Ουκρανία, εισερχόμενες σε μια πιο βαθιά σχέση ασφαλείας, είναι οδηγήσει σε πολύ σοβαρές ζημίες και τις δύο χώρες.
Κύριες Πρόεδρε, πιστεύω ότι πρέπει να στηρίξουμε σθεναρά τη συνέχεια των διπλωματικών προσπαθειών της κυβέρνησης Μπάιντεν, ώστε να αποκλιμακωθεί αυτή η κρίση. Πιστεύω ότι πρέπει να διασφαλίσουμε την ασφάλεια και την αυτοκυριαρχία της Ουκρανίας και να καταστήσουμε σαφές στον Πούτιν και στη συμμορία ολιγαρχών του, ότι θα αντιμετωπίσουν σοβαρές συνέπειες αν συνεχίσουν να διαβαίνουν το ίδιο μονοπάτι.
Συνάδελφοι, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τη φρίκη που θα επιφέρει ένας πόλεμος στην Ευρώπη και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να επιτευχθεί μια ρεαλιστική και κοινώς αποδεκτή λύση. Μια λύση αποδεκτή από την Ουκρανία, τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους συμμάχους μας και που θα αποτρέψει κάτι που μπορεί να εξελιχθεί στον χειρότερο πόλεμο μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ευρώπη.
Αυτή η προσέγγιση δεν επιδεικνύει ούτε αδυναμία ούτε συμβιβασμό. Οι ενέργειες ένωσης λαών για την επίλυση συγκρούσεων χωρίς πολέμους επιδεικνύει δύναμη και είναι αυτό που πρέπει να γίνεται».