Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων ανακοίνωσε σήμερα Παρασκευή πως ενέκρινε εμβόλιο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση της ευλογιάς των πιθήκων.
Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή του ο EMA, η χρήση του εμβολίου Imvanex κατά της ευλογιάς, «επεκτείνεται» για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης της ευλογιάς των πιθήκων, με τον διεθνή οργανισμό να δίνει το «πράσινο φως» μία μόλις ημέρα μετά τη συνεδρίαση της επιτροπής εκτάκτων καταστάσεων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, κατά την έναρξη της οποίας ο γενικός διευθυντής του, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, δήλωσε ότι ανησυχεί για την αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων ανά τον κόσμο.
📢EMA has recommended extending the indication of the smallpox #vaccine #Imvanex to include protecting adults from the #monkeypox disease.
👉https://t.co/Ca9N1srXMp pic.twitter.com/rRqcNSms2o— EU Medicines Agency (@EMA_News) July 22, 2022
Ο ΕΜΑ στήριξε τη σύστασή του στα στοιχεία αρκετών μελετών σε ζώα, που έδειξαν μια προστασία κατά του ιού της ευλογιάς των πιθήκων σε πρωτεύοντα πλην του ανθρώπου, τα οποία είχαν εμβολιαστεί με το Imvanex. «Το προφίλ ασφάλειας του φαρμάκου είναι ευνοϊκό, με παρενέργειες ήπιες έως μέτριες και η επιτροπή ιατρικών προϊόντων για ανθρώπινη χρήση (CHMP) κατέληξε ότι τα οφέλη του φαρμάκου υπερτερούν των κινδύνων», υπογράμμισε ο ΕΜΑ στην ανακοίνωσή του.
«Βροχή» οι παραγγελίες
Σημειώνεται πως το συγκεκριμένο εμβόλιο της δανέζικης φαρμακοβιομηχανίας Bavarian Nordic, το οποίο έχει εγκριθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2013 για την πρόληψη της ευλογιάς, εγκρίθηκε και για χρήση κατά της ευλογιάς των πιθήκων, λόγω της ομοιότητας μεταξύ των δύο ιών.
Σύμφωνα, μάλιστα, με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Bavarian Nordic ανέφερε την Τρίτη ότι έλαβε παραγγελία 1,5 εκατομμυρίου δόσεων, οι περισσότερες από τις οποίες θα παραδοθούν το 2023, από ευρωπαϊκή χώρα, το όνομα της οποίας δεν γνωστοποιήθηκε (…), ενώ οι ΗΠΑ παράγγειλαν 2,5 εκατομμύρια επιπλέον δόσεις.
Τις τελευταίες εβδομάδες, πάντως, η κατάσταση επιδεινώθηκε, με τα καταγεγραμμένα κρούσματα της ευλογιάς των πιθήκων να ξεπερνούν, πλέον, τα 15.300 σε 71 χώρες παγκοσμίως, σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία των υγειονομικών αρχών των ΗΠΑ (CDC).