Τον κώδωνα του εθνικού κινδύνου έκρουσε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Γεώργιος, σημαίνοντας ταυτοχρόνως εγερτήριο σάλπισμα για τον ελληνισμό. Εις ώτα μη ακουόντων μάλλον…
- του Ευθ. Π. Πέτρου, εφημερίδα «Εστία»
Προχθές ήταν η θλιβερή επέτειος της ανακηρύξεως του ψευδοκράτους από τον Ντενκτάς. Αλλά στην Αθήνα η ημέρα πέρασε απαρατήρητη. Η πολιτική μας ηγεσία είχε να ασχοληθεί με τα τριήμερα του Πολυτεχνείου. Που χρόνος και που μυαλό να θυμηθεί κανείς την Κύπρο… Άλλως τε κάποιοι θεωρούν την Μεγαλόνησο «ξένη χώρα». Και δεν ντρέπονται που το λένε.
Η Κύπρος είναι η εσχατιά του ελευθέρου ελληνισμού προς ανατολάς. Είναι ένα προπύργιο επί των επάλξεων του οποίου έχουμε ιεράν υποχρέωσιν να αμυνόμεθα. Αλλιώς το έθνος μας θα συρρικνωθεί περαιτέρω. Και η Κύπρος εξ άλλου προσβλέπει στην Ελλάδα ως το εθνικό κέντρο της.
Αλλά ενώ εμείς υπνώττουμε και σχεδόν το Κυπριακό το έχουμε ξεχάσει, οι Τούρκοι εφαρμόζουν μεθοδικώς τα σχέδιά τους.
Επί αυτών έρχεται να μας αφυπνίσει το σάλπισμα του Αρχιεπισκόπου, ο οποίος αναφερόμενος στην Τουρκία τόνισε: «Αφού πέτυχε με την παγίδευσή μας στις διακοινοτικές συνομιλίες και την πάροδο του χρόνου να ξεχαστεί από την διεθνή κοινότητα η φύση του προβλήματός μας που είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής και να επέλθει κόπωση στον λαό μας, δεν κρύβει πια τον τελικό και μόνιμο στόχο της, την κατάληψη και τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου».
Αλλά ως υπεύθυνος Ιεράρχης ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος εξειδίκευσε την φύση της απειλής: «Εκείνο που επείγει σήμερα είναι να γιγαντώσουμε την αντίστασή μας» καθώς «οι Τούρκοι προσπαθούν σήμερα να μας αλώσουν και με ένα άλλο τρόπο, ισλαμοποιούν τις ελεύθερες περιοχές. Έχουν προωθήσει χιλιάδες μουσουλμάνους λαθρομετανάστες στις περιοχές που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία» και προσέθεσε πως «ακόμη και αν δεν μας επιτεθούν, με τον ρυθμό που πολλαπλασιάζονται και συνεχίζουν να φθάνουν στην Κύπρο, σε λίγα χρόνια θα μας ξεπεράσουν σε αριθμό.»
Και βεβαίως έθεσε και την κυβέρνηση προ των ευθυνών της, καλώντας την να πράξει το αυτονόητο: «Χρειάζεται η κυβέρνηση, εκτιμώντας τον μεγάλο κίνδυνο, να πάρει μέτρα εκδίωξης αυτών των λαθρομεταναστών όσο και αν στοιχίζει για την φήμη μας στον έξω κόσμο, γιατί οι λαθρομετανάστες δεν κινδυνεύουν στις χώρες από όπου μας στάληκαν».
Είναι ένα μήνυμα αυτό που πρέπει να ακουσθεί εξ ίσου και από την κυβέρνηση των Αθηνών. Μπορεί στα νησιά του Αιγαίου, οι ισλαμιστές λαθρομετανάστες να μην γίνουν ποτέ (έστω στο ορατό μέλλον) πλειονότης, όμως η παρουσία τους συνιστά και παραδοξότητα και σημαντική απειλή ασφαλείας.
Στην Κύπρο όμως ο κίνδυνος είναι ορατός. Και αφού η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη αδρανεί, είναι καθήκον της Εκκλησίας να κρούσει τον κώδωνα της αφυπνίσεως. Αποτελεί πρωταρχική αποστολή των Ιεραρχών να καλλιεργούν το εθνικό φρόνημα και να ευρίσκονται στην πρωτοπορία των εθνικών αγώνων. Επί 2.000 χρόνια άλλωστε ο Ελληνισμός βάδιζε εν συναλληλία με την Ορθοδοξία και η Εκκλησία διαδραματίζοντας τον εθναρχικό ρόλο της υπήρξε η κιβωτός διαφυλάξεως των παρακαταθηκών της Ελλάδος, όπως υπήρξε και το λίκνον της ανατάσεως των εθνικών ιδεωδών που οδήγησαν σε εξεγέρσεις, επαναστάσεις και εν τέλει στην απελευθέρωση των Ελλήνων.
Όμως ελληνικά εδάφη στην Κύπρο παραμένουν υπό κατοχήν 49 χρόνια τώρα. Και κατά την διάρκεια όλων αυτών ετών, τροχοπέδη για την απελευθέρωση αποτελούσαν κάποιοι κύκλοι τους οποίους καυτηριάζει ο Αρχιεπίσκοπος: «Σε κρίσιμες από κάθε άποψη μέρες κατά τις οποίες μαίνονται πολεμικές συγκρούσεις στην περιοχή μας, την ίδια ώρα η Τουρκία παραμένει, όχι αδιάλλακτη, αλλά αμετακίνητη στον στόχο της για τουρκοποίηση του τόπου μας, στο εσωτερικό υπάρχουν δήθεν λογικές φωνές που ζητούν μέχρι και την κατάργηση της Εθνικής Φρουράς, ενώ στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα φαίνεται να ισχύει ο λόγος του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ότι ο πλους εν νυκτί, πυρσός ουδαμού».
Υπάρχει όμως και μήνυμα ελπίδος, το οποίο ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος, ως πνευματικός ηγέτης, απευθύνει στους απανταχού Έλληνες:
«Εμείς πιστεύουμε, ότι υπάρχει ακόμη φως αντίστασης και ελπίδας, και αυτή η πεποίθηση υποστηρίζεται στο γεγονός ότι η μνήμη της κατεχόμενής μας πατρίδας δεν εξέλιπεν. Η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας έχει την διάθεση για αγώνα, και αυτό που χρειάζεται είναι έμπνευση και καθοδήγηση».
Και όπως διαβεβαιώνει η Εκκλησία, θα εξακολουθήσει να ευρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Τονίζει ο Αρχιεπίσκοπος ότι η θλιβερή επέτειος «πέρα από την καταδίκη του ψευδοκράτους θα πρέπει να ανανεώνει και την πίστη του λαού μας στην τελική κατίσχυση των δικαίων μας με την απελευθέρωση του κατεχόμενου βόρειου τμήματος της νήσου μας και την επιστροφή όλων των προσφύγων στις πατρογονικές τους εστίες. Προς επίτευξη αυτού του κοινού αυτού στόχου η Εκκλησία θα συνεχίσει και στο μέλλον να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα και δεν αμφιβάλλω ότι αργά ή γρήγορα η μέρα της δικαίωσης θα έρθει, αρκεί εμείς όλοι με σταθερότητα και συνέπεια να παραμείνουμε μέχρι τέλους ανυποχώρητοι υπερασπιστές των δικαίων μας».
Θα επαναλάβουμε την τελευταία φράση του: «Αρκεί εμείς όλοι με σταθερότητα και συνέπεια να παραμείνουμε μέχρι τέλους ανυποχώρητοι υπερασπιστές των δικαίων μας». Γιατί σε αυτήν συνοψίζεται ολόκληρο το μήνυμα του σαλπίσματος του Αρχιεπισκόπου. Είναι αυτό που πρέπει να κάνουμε οι Έλληνες απανταχού της Γης.
Αυτή είναι άλλωστε και η ευχή του Αρχιεπισκόπου, ο οποίος κατέληξε: «Με την βοήθεια του Θεού αλλά και με την καθολική συστράτευση, ομόνοια και ενότητα, όλων των πολιτικών δυνάμεων του τόπου μας και γενικά του λαού μας, σύντομα να αξιωθούμε να γιορτάσουμε την επικράτηση του δικαίου μας».