Η ρωσική κυβέρνηση ενέκρινε προϋπολογισμό 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το 2024 με σκοπό τον αμυντικό της εξοπλισμό, αυξάνοντας δραματικά τις δυνατότητες των ενόπλων δυνάμεων της.
Το ποσό των 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων ίσως να μην φαντάζει και τόσο εντυπωσιακό όταν το συγκρίνουμε με αυτό των ΗΠΑ, παραδοσιακά πρώτων στα αμυντικά έξοδα, αλλά μία τέτοια σύγκριση θα οδηγούσε μόνο σε λάθος συμπεράσματα. Οι ΗΠΑ, με τον πρόσφατα εγκεκριμένο από το Κογκρέσο αμυντικό προϋπολογισμό των 842 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το 2024, διατηρεί πάντα την τακτική να σπαταλά (γιατί περί σπατάλης πρόκειται) παραπάνω από τα διπλά του αθροίσματος των δύο ακριβώς μικρότερων εθνικών εξοπλιστικών προϋπολογισμών, θυμίζοντας τον «χρυσό κανόνα» που ακολουθούσε η Βρετανική Αυτοκρατορία για το ναυτικό της μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Αυτό σίγουρα επιτυγχάνει τον σκοπό των αμερικάνων να επιδεικνύουν και να εντυπωσιάζουν, αλλά στην ουσία δεν αποτελεί τίποτα παρά μία ακριβή «βιτρίνα», καθώς τα χρήματα αυτά δεν αξιοποιούνται για αγορές πολεμικού υλικού που ανταποκρίνεται στην φύση του υπερσύγχρονου πεδίου μάχης του σήμερα και «ροκανίζονται» από τις ιδιωτικές εταιρίες που αναλαμβάνουν τις εξοπλιστικές συμβάσεις, κατόπιν ειδικών διαγωνισμών.
Εξ αντιθέτου, η Ρωσική Ομοσπονδία ακολουθεί μια άκρως διαφορετική προσέγγιση, που στοχεύει στην σχέση ποιότητας-τιμής. Έτσι, οι Ρώσοι καταφέρνουν να αγοράζουν εφάμιλλα (και πολλές φορές καλύτερα) οπλικά συστήματα με 75% λιγότερα χρήματα από τους Αμερικανούς, απαγορεύοντας οιανδήποτε διάθεση των πωλητριών εταιριών για αισχροκέρδεια (της οποίας οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις αποτελούν συχνό θύμα), ενώ παράλληλα οι αγορές φαίνονται πολύ πιο στοχευμένες και ουσιαστικές, καθώς ανταποκρίνονται στο σύγχρονο περιβάλλον μάχης και όχι στην κοινή επίδειξη ισχύος. Εν κατακλείδι οι ΗΠΑ παρασύρονται σε μία παγίδα την οποία το ίδιο τους το καθεστώς έχει δημιουργήσει, επιλέγοντας πάντα αντιπάλους με πλήρη απουσία σύγχρονου εξοπλισμού και τεχνικής κατάρτισης, καθόλου αντιπροσωπευτικούς των συγκαιρινών συνθηκών πολέμου μεταξύ αναπτυγμένων χωρών και επιμένουν να ανατροφοδοτούν την τάση των ιδιωτικών εταιριών να αποσκοπούν στη μέγιστη κερδοφορία, εις βάρος των ενόπλων δυνάμεων. Η Ρωσία από την άλλη καταφέρνει πολύ περισσότερα με πολύ λιγότερα, ξοδεύοντας το 1/4 αυτών που ξοδεύουν οι ΗΠΑ για τα αντίστοιχα και αγοράζοντας συστήματα πολύ πιο αποτελεσματικά στο σημερινό πεδίο μάχης, καθώς το ρωσικό οπλοστάσιο μοιάζει να εφαρμόζει πλήρως τις τελευταίες εξελίξεις της πολεμικής τεχνολογίας, επενδύοντας σε αυτοματοποιημένα συστήματα διανομής εκρηκτικού φορτίου (πυρηνικού και μη) και μέσα κυβερνοπολέμου, αντί να σπαταλά πόρους σε ακριβά και παρωχημένα, αλλά καθομολογίαεντυπωσιακά, πολεμικά οχήματα και οπλικά συστήματα.