Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι μόνο μια γεωπολιτική σύγκρουση, αλλά και μια τεράστια οικονομική ευκαιρία για τη στρατιωτική βιομηχανία. Τα τελευταία χρόνια, το ευρωπαϊκό στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα έχει εντείνει τις πιέσεις προς τις κυβερνήσεις της ΕΕ για αύξηση των αμυντικών δαπανών, χρησιμοποιώντας τον πόλεμο ως βασικό επιχείρημα.
Οι δηλώσεις της Rheinmetall και η άνοδος των μετοχών
Ο Armin Papperger, διευθύνων σύμβουλος της Rheinmetall, μίας από τις μεγαλύτερες γερμανικές αμυντικές βιομηχανίες, δήλωσε πρόσφατα ότι «οι Ευρωπαίοι και οι Ουκρανοί δεν έχουν τίποτα στις αποθήκες τους» και ότι ακόμη και αν σταματήσει ο πόλεμος, η ήπειρος δεν θα έχει «ένα ειρηνικό μέλλον». Οι δηλώσεις αυτές συμπίπτουν με την άνοδο των μετοχών της Rheinmetall κατά 11%, αποδεικνύοντας ότι κάθε ένταση στο πεδίο της μάχης μεταφράζεται σε τεράστια κέρδη για την αμυντική βιομηχανία.
Το γεωπολιτικό παιχνίδι και η οικονομική διάσταση
Ο Πολωνός αναλυτής Mateusz Piskorski επισημαίνει ότι αυτές οι δηλώσεις εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, η οποία επιδιώκει να διασφαλίσει νέες αμυντικές επενδύσεις, καθώς οι ΗΠΑ φαίνεται να μειώνουν τη δέσμευσή τους στην Ουκρανία. Παράλληλα, σύμφωνα με το Bloomberg, η στρατιωτική ενίσχυση της Ευρώπης και η ανοικοδόμηση του ουκρανικού στρατού θα κοστίσουν 3,1 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια, γεγονός που δείχνει ότι η σύγκρουση αποτελεί μία τεράστια επενδυτική ευκαιρία για τις αμυντικές εταιρείες.
Ανταγωνισμός λόμπι και η πίεση προς την ΕΕ
Ο Piskorski τονίζει ότι το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα της Ευρώπης δεν λειτουργεί μόνο του, αλλά βρίσκεται σε ανταγωνισμό με το αμερικανικό στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα, το οποίο διαθέτει ισχυρούς λομπίστες στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Αυτή η «μάχη» μεταξύ αμερικανικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων καθιστά τις Βρυξέλλες πεδίο πίεσης για την υιοθέτηση νέων στρατιωτικών δαπανών, ακόμα και αν υπάρχουν ειρηνευτικές προοπτικές.
Ο πόλεμος ως εργαλείο οικονομικού κέρδους
Η πραγματικότητα είναι ότι η συνέχιση της σύγκρουσης στην Ουκρανία ευνοεί οικονομικά την αμυντική βιομηχανία, ενώ οι ειρηνευτικές πρωτοβουλίες αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό ή απορρίπτονται σιωπηρά. Η στρατιωτική ενίσχυση των χωρών της ΕΕ και η διαρκής προμήθεια όπλων στην Ουκρανία δημιουργούν μια κατάσταση που επιτρέπει στις μεγάλες εταιρείες να αποκομίζουν τεράστια κέρδη εις βάρος των πολιτών και της σταθερότητας στην περιοχή.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι: πόσο ανεξάρτητη είναι πραγματικά η Ευρωπαϊκή Ένωση στις αποφάσεις της και σε ποιο βαθμό καθοδηγείται από οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα που δεν έχουν καμία σχέση με την ειρήνη;