Τον βαθύ διχασμό πού κυριαρχεί στο γαλλικό πολιτικό σύστημα επιβεβαίωσαν την Κυριακή 6 Απριλίου οι τρεις πολιτικές συγκεντρώσεις πού πραγματοποιήθηκαν με διαφορά λίγων ωρών στο Παρίσι.
- Του Ευάγγελου Χοζοβίτη
Υπό τη σκιά της βαριάς δικαστικής απόφασης για την Μαρίν ΛεΠέν, οι ομιλίες του πρώην πρωθυπουργού Γκαμπριέλ Ατάλ, τού Ζορντάν Μπαρντελά, της Μαρίν Λε Πέν καθώς και η συγκέντρωση της Αριστεράς, πλήν σοσιαλιστών και κομμουνιστών, σηματοδότησαν ουσιαστικά την επίσημη έναρξη του δίχρονου προεκλογικού αγώνα για τις προεδρικές εκλογές, την άνοιξη του 2027. Το Παρίσι έζησε μια έντονη πολιτική αντιπαράθεση κατά την διάρκεια αυτών των τριών συγκεντρώσεων. Παράλληλα κατέστη σαφές ότι, πολιτικά, η Γαλλία οπισθοδρομεί χρόνια πίσω εξαιτίας μίας προεδρικής διακυβέρνησης πού δεν ενώνει την χώρα αλλά αντίθετα, με τα συνεχή πεπραγμένα της, την σπρώχνει κατευθείαν στην καταστροφή.
Μετά το πρώτο σόκ πού προκάλεσε η δικαστική απόφαση πού μεταξύ άλλων, μπλόκαρε επί μία πενταετία την υποψηφιότητά της Λε Πέν γιά την προεδρία της Γαλλίας, η πολιτική σκηνή πήρε στην κυριολεξία φωτιά καθώς οι παρασκηνιακές διαδρομές της κεντρικής εξουσίας με την γαλλική δικαιοσύνη έχουν γίνει, κατά την προεδρική θητεία Μακρόν, αντικείμενο έντονης κριτικής, τόσο από πολιτικά κόμματα όσο και από νομικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους.
Για αρκετούς πολιτικούς παρατηρητές στο Παρίσι, οι περισσότεροι εκ των οποίων έχουν ασκήσει έντονη κριτική στη Λε Πέν, η συγκεκριμένη δικαστική απόφαση, ως προς το σκέλος της απαγόρευσης της προεδρικής υποψηφιότητας της, ήταν μία καλοστημένη μηχανή εξόντωσης της ηγέτιδας της γαλλικής συντηρητικής δεξιάς, προκειμένου να μην διεκδικήσει για τέταρτη φορά στην πολιτική της σταδιοδρομία την Προεδρία τον Απρίλιο του 2027.
Μία ημέρα πρίν την δικαστική απόφαση, η εφημερίδα “Le journal du Dimanche” δημοσίευσε δημοσκόπηση η οποία την έδειχνε να προηγείται στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών με ποσοστά πού έφθαναν το 37%. Δηλαδή, αποδοχή στο εκλογικό σώμα μεγαλύτερη από όσο είχαν στον πρώτο γύρο ο Φρανσουά Μιτεράν το 1988 με 34% και ο Νικολά Σαρκοζί το 2007 με 31%.
Λίγες ημέρες μετά, στις 5 Απριλίου ακόμα μία δημοσκόπηση, αυτή την φορά για λογαριασμό του γνωστού τηλεοπτικού δικτύου BFM, κατέγραψε άνετη πρωτιά στον πρώτο γύρο για τον υποψήφιο της Εθνικής Συσπείρωσης, είτε τελικά είναι η Μαρίν Λε Πέν είτε ο Ζορντάν Μπαρντελά με ποσοστά πού κυμαίνονται από 32 έως 36%. Οι πιθανοί αντίπαλοι τους απέχουν τουλάχιστον 8 ποσοστιαίες μονάδες.
Όπως επεσήμαναν συνάδελφοι από γαλλικά Μέσα Ενημέρωσης, είναι τόσο εμφανής η πρόθεση του συστήματος να διατηρήσει τον έλεγχό του σε όλο το φάσμα της εξουσίας, ώστε λειτουργεί πλέον απροκάλυπτα. Υπάρχει ζήτημα Δημοκρατίας στη Γαλλία και αυτό δεν αφορά μόνο την περίπτωση της Λε Πέν, αλλά μια σειρά θεσμών πού καταστρατηγούνται καθημερινά και οδηγούν σε αυταρχικές πρακτικές, θυμίζοντας άλλες εποχές και άλλα καθεστώτα.
Η αντίδραση του Ζαν Λικ Μελανσόν, ηγέτη της γαλλικής Αριστεράς και φανατικού πολέμιου της Λε Πέν, απέναντι στην ανακοινωθείσα απόφαση δεν ήταν τυχαία.
Ο Μελανσόν διαβλέπει ότι η διαδικασία πού οδήγησε στον αποκλεισμό της Λε Πέν από τις Προεδρικές του 2027 είναι πιθανό να αποτελέσει προηγούμενο και για άλλους πολιτικούς αντιπάλους του συστήματος. Παρόμοιες κατηγορίες με αυτές της Λε Πέν εκκρεμούν επίσης εις βάρος του. Γι’ αυτό και υποστήριξε την ανάγκη να τεθεί στην κρίση των Γάλλων αν πρέπει να απαγορευτεί το δικαίωμα του εκλέγεσθαι. Βέβαια, δεν παραβλέπει και το γεγονός ότι αυτή η απόφαση καθιστά την Εθνική Συσπείρωση ακόμα ισχυρότερο πόλο στην γαλλική πολιτική σκηνή. Η ισχυροποίηση της Εθνικής Συσπείρωσης και ο ριζοσπαστικός ρόλος της στην κοινωνία και στο πολιτικό σύστημα θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, όπως έλεγαν συνομιλητές μου πού γνωρίζουν άριστα το πολιτικο – κοινωνικό πλαίσιο της Γαλλίας.
Θεωρούν μάλιστα ότι το λάθος αυτό το κατάλαβε εν μέρει το κεντρικό σύστημα εξουσίας και γι’ αυτό το Εφετείο του Παρισιού , μία ημέρα μετά την απόφαση τού Ποινικού Δικαστηρίου, όχι μόνο επιβεβαίωσε την κατάθεση τριών εφέσεων κατά της απόφασης, αλλά προχώρησε και στην ανακοίνωση ότι θα εξετάσει την υπόθεση εντός χρονοδιαγράμματος πού θα του επιτρέψει να εκδώσει απόφαση αρχές του καλοκαιριού του 2026. Εκεί θα φανεί οριστικά αν θα επιτραπεί να είναι υποψήφια για την Προεδρία της χώρας η Λε Πέν. Πρόκειται για μία προσεκτική λύση πού επέλεξε το Εφετείο, η οποία μετριάζει τις επικρίσεις σχετικά με τις επιπτώσεις της άμεσης ισχύος της απόφασης.
Πέραν όμως των εφέσεων, η Λε Πέν θα προχωρήσει σε προσφυγές τόσο στο Συνταγματικό Συμβούλιο όσο και στο Ευρωπαικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ένας στους δύο Γάλλους επιθυμεί την υποψηφιότητα της στις επόμενες προεδρικές εκλογές. Ωστόσο, μόνο το 37% των Γάλλων πιστεύει ότι θα μπορεί να είναι υποψήφια.
Ο σημερινός Πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαιρού, κατά την διάρκεια της ευρωβουλευτικής του θητείας, αντιμετώπισε τις ίδιες κατηγορίες για το αδίκημα της υπεξαίρεσης ευρωπαικών κονδυλίων με σκοπό την πληρωμή συνεργατών του στη Γαλλία και αθωώθηκε. Αυτός είναι ένας από τους λόγους πού, μέσω κύκλων του εξέφρασε προβληματισμό για την αυστηρότητα πού έδειξε το δικαστήριο απέναντι στην Λε Πέν. Ο άλλος λόγος είναι ότι φοβάται πώς σε μία νέα πρόταση μομφής, ο Εθνικός Συναγερμός θα δώσει θετική ψήφο και θα ανατραπεί.
Τα στελέχη του Εθνικού Συναγερμού οργώνουν την Γαλλία τονίζοντας ότι η απόφαση ήταν πολιτική και όχι δικαστική, ενώ πέρασαν το μισό εκατομμύριο οι υπογραφές στήριξης της στην πλατφόρμα πού άνοιξε το κόμμα στον επίσημο ιστότοπό του. Η ολοκληρωτική λογική του Μακρόν κατάφερε να βγάλει στους δρόμους το κόμμα της Λε Πέν, κάτι πού μέχρι τώρα οί Γάλλοι είχαν συνηθίσει να κάνει η Αριστερά.
Σύμφωνα με ανεξάρτητους πολιτικούς παρατηρητές στη γαλλική πρωτεύουσα, οι “κατ’ εντολήν” δικαστικές μεθοδεύσεις και η απολυταρχική λογική ενός Προέδρου πού συστηματικά παραβιάζει το δημοκρατικό πολίτευμα αποδεικνύουν ότι οι Βρυξέλλες έχουν επιλέξει να παίξουν μέχρι τέλους το χαρτί των Ρότσιλντ και του Σόρος, στην κόντρα τους με τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου. Δεν έχουν άλλη επιλογή, τονίζουν. Το έδειξαν στην περίπτωση τoύ Καλίν Γκεοργκέσκου στην Ρουμανία, το δείχνουν και τώρα στην περίπτωση της Λε Πέν.
Δεν είναι τυχαίο ότι στις δημοσιογραφικές παρέες , στο Παρίσι, κουβεντιάζεται μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι ο πραγματικός θύλακας των Δημοκρατικών δεν είναι μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά στις Βρυξέλλες!
Μπορεί η Γαλλία να έχει μία παράδοση στο “βρώμικο ξεκαθάρισμα λογαριασμών” με πολιτικούς αντιπάλους (τά τελευταία χρόνια θυμόμαστε όλοι την περίπτωση εξόντωσης του πρώην πρωθυπουργού Φρανσουά Φιγιόν), το θέμα όμως της Λε Πέν παρουσιάζει σοβαρές ιδιαιτερότητες. Ιδιαιτερότητες πού μπορεί να εκπλήξουν πολύ δυσάρεστα τους εμπνευστές αυτής της σκληρής δικαστικής απόφασης.
Τον Μάρτιο του 2026, σε 50.000 Δήμους της Γαλλίας θα διεξαχθούν εκλογές. Θα αποτελέσουν τό τελευταίο μεγάλο δημοσκοπικό τεστ πρίν τις προεδρικές του 2027. Εκτός καί αν μέχρι τότε έχει πέσει η κυβέρνηση Μπαιρού και έχουμε νέες βουλευτικές εκλογές, στις οποίες η Λε Πέν δεν θα μπορεί να βάλει υποψηφιότητα για βουλευτής, καθώς θα είναι εν ισχύι ο αποκλεισμός της από το δικαίωμα του να κριθεί από τον ίδιο τον γαλλικό λαό.
Πηγή: Εστία της Κυριακής