Η ιδέα ότι η Γερμανία και η Γαλλία αποτελούν τον «κινητήρα της Ευρώπης» έχει επαναληφθεί τόσες φορές που έχει γίνει σχεδόν εμμονή στους κύκλους των Βρυξελλών.
Όμως πίσω από τα χαμόγελα στις κοινές συνεντεύξεις τύπου, τις συμβολικές χειραψίες και τα προσεκτικά διατυπωμένα κοινά ανακοινωθέντα, η πραγματικότητα σήμερα είναι σκοτεινή. Ο «άξονας» αυτός μοιάζει περισσότερο με συμβιωτική αναγκαιότητα παρά με ουσιαστική συνεργασία. Και το πρόβλημα —όσο κι αν κάποιοι διστάζουν να το παραδεχτούν— πηγάζει πρωτίστως από την ίδια τη Γερμανία.
Η Γερμανία τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί από αθόρυβος εγγυητής της ευρωπαϊκής σταθερότητας σε έναν ιδιόρρυθμο και εγωκεντρικό ηγεμόνα. Η γερμανική πολιτική ελίτ, εγκλωβισμένη σε ένα μείγμα τεχνοκρατισμού και εσωστρεφούς ηθικολογίας, επιβάλλει τις δικές της προτεραιότητες στην ΕΕ αδιαφορώντας για τις συνέπειες σε άλλα κράτη-μέλη. Από την αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία που επέβαλε με σχεδόν δογματικό φανατισμό κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, μέχρι τη μονομερή ενεργειακή πολιτική που οδήγησε σε βαθιά εξάρτηση από τη Ρωσία, το Βερολίνο συστηματικά θυσιάζει την ευρωπαϊκή συνοχή στον βωμό των δικών του συμφερόντων.
Η ενεργειακή κρίση, με την καταστροφική απόφαση της Γερμανίας να κλείσει τα πυρηνικά της εργοστάσια εν μέσω πολέμου και κρίσης τιμών, ήταν το πιο πρόσφατο επεισόδιο γερμανικού αυτισμού. Η βεβιασμένη στροφή στο πανάκριβο αμερικανικό LNG, που συμπαρέσυρε και την υπόλοιπη Ευρώπη σε καταστάσεις αποβιομηχάνισης, επιβεβαίωσε αυτό που πολλοί ψιθυρίζουν εδώ και χρόνια: πως η Γερμανία δεν ηγείται της Ευρώπης· την καθυποτάσσει.
Και μέσα σε αυτή την εικόνα, η Γαλλία μοιάζει να πνίγεται. Οι φιλόδοξες ιδέες του Παρισιού σπάνε πάνω στον τοίχο της γερμανικής αδιαλλαξίας. Η πολυπόθητη «συναίνεση» καταλήγει πάντα να μεταφράζεται σε αποδοχή των γερμανικών όρων. Το Βερολίνο κρατά τα κλειδιά του ταμείου, του ρυθμιστικού πλαισίου, της βιομηχανικής πολιτικής, ακόμα και των πολιτικών κυρώσεων. Και η Γαλλία, όσο κι αν φωνάζει, καταλήγει να ακολουθεί.
Ο «άξονας» μοιάζει κουρασμένος, σχεδόν παρωχημένος. Δεν είναι η δημιουργική ένταση του παρελθόντος· είναι η ασυμφωνία χαρακτήρων μιας σχέσης που κρατιέται από τα προσχήματα. Το κοινό τους όραμα για την Ευρώπη έχει διαβρωθεί από διαφορετικές στρατηγικές, από ασύμβατες εθνικές προτεραιότητες και από μια Γερμανία που βλέπει τον εαυτό της ως αυτονόητο διαχειριστή, όχι ως ισότιμο εταίρο.
Όσο η ΕΕ μετασχηματίζεται μέσα σε ένα ασταθές γεωπολιτικό τοπίο, η Γαλλία αναζητά ευρύτερους συσχετισμούς —με την Ιταλία, την Ισπανία, τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, ακόμα και με τον παγκόσμιο Νότο. Ίσως γιατί διαισθάνεται πως η προσκόλληση σε έναν άξονα που δεν προσφέρει πλέον αμοιβαιότητα είναι απλώς ένα βάρος.
Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν ο άξονας Γαλλίας–Γερμανίας μπορεί να επιβιώσει. Είναι αν αξίζει πια να επιβιώσει. Και η απάντηση, όσο οδυνηρή κι αν είναι για την ευρωπαϊκή φαντασίωση των «ισότιμων εταίρων», φαίνεται να γέρνει προς το αρνητικό. Η ΕΕ χρειάζεται νέες ισορροπίες, λιγότερο γερμανοκεντρικές και περισσότερο πολυπολικές. Αλλιώς, το μόνο που θα επιβιώσει θα είναι η στασιμότητα.
Δείτε Επίσης:
- Οι ΗΠΑ έτοιμες να καταστρέψουν την Ευρώπη: Σχέδιο διάλυσης της ΕΕ σε περίπτωση συμμαχίας με την Κίνα