Η εκρηκτική άνοδος των spreads στα ελληνικά ομόλογα, σε συνδυασμό με τις αποφάσεις της Ευρωπαΐκής Κεντρικής Τράπεζας αναφορικά με την λήξη του προγράμματος ρευστότητας και την μικρή παράταση που δίνει στις επαναγοράς των ελληνικών ομολόγων, φέρνει σοβαρές σκέψεις για πρόωρες εκλογές την ερχόμενη άνοιξη ή τον Ιούνιο.
Η δυνατότητα του φτηνού δανεισμού που επέτρεπε στην κυβέρνηση να ξοδεύει δισεκατομμύρια για να αμβλύνει τις συνέπειες των σκληρών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, τελείωσε. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, κυρίως της εστίασης και του λιανικού εμπορίου, βουλιάζουν, διότι πρακτικά το πελατολόγιο τους έχει συρρικνωθεί λόγω αυτών των μέτρων. Όμως, τα επιδόματα και οι ενισχύσεις έχουν σταματήσει.
Η συντριπτική αύξηση του κόστους ενέργειας έχει επιφέρει βαρύτατο χτύπημα στην πρωτογενή παραγωγή και τις βιοτεχνίες. Ενώ το περιβόητο ταμείο ανάκαμψης, αποδείχτηκε άλλη μια πομφόλυγα χωρίς καμία θετική συνέπεια για την πραγματική οικονομία.
Ο Σκυλακάκης εξακολουθεί να ελπίζει σε μία συνέχιση της ανοχής που δείχνουν οι θεσμοί στην κατάρρευση των δεικτών της ελληνικής οικονομίας. Το χρέος και το έλλειμα έχει καταγράψει ρεκόρ όλων των εποχών. Η Ελλάδα έχει απολέσει για άλλη μια φορά την οικονομική της αυτονομία, δυστυχώς μαζί με την ενεργειακή της αυτάρκεια.
Όλα αυτά τα γεγονότα ωθούν τους «σοφούς» του Μεγάρου Μαξίμου να προτείνουν ευθέως στον πρωθυπουργό την διενέργεια πρόωρων εκλογών, πριν οι συνέπειες της λήξης της δυνατότητας δανεισμού γίνουν αισθητές από την κοινωνία.
Η αλήθεια είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν υπήρχε περίπτωση να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Θα έμενε στο Μαξίμου μέχρι την τελευταία μέρα και θα έκανε ότι ήταν δυνατόν για να εξασφαλίσει μία ακόμα τετραετία.
Οι άνθρωποι όμως που πραγματικά ενδιαφέρονται για τον Κυριάκο, τον προειδοποιούν ότι όσο νωρίτερα κάνει εκλογές τόσο καλύτερα, διότι όσο το καθυστερεί υπάρχει κίνδυνος να πάθει ότι έπαθε ο Αντώνης Σαμαράς το 2012. Μόνο που στην περίπτωση του Κυριάκου, υπάρχουν πολλοί που τον περιμένουν στη γωνία μετά την πτώση του.
Η διατήρηση της εκλογικής του δύναμης λοιπόν, δεν είναι θέμα εξουσίας, αλλά και θέμα προσωπικής πολιτικής επιβίωσης.