Αν και πριν από μερικά χρόνια πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει το τραγούδι, ο Χρίστος Αντωνιάδης αποκαλύπτει σήμερα τους λόγους που τον ώθησαν να επιστρέψει τόσο στις καλλιτεχνικές επάλξεις όσο και στη δισκογραφία με το τραγούδι «Στις 3 τα ξημερώματα», ένα τσιφτετέλι που κυκλοφόρησε πρόσφατα, σε στίχους του Terry Πετρά, μουσική του Γιώργου Μαργέτη και ενορχήστρωση του Στάθη Λαγογιάννη.
«Μέσα σε αυτή την εποχή της κατάθλιψης που ζούμε, αποφασίσαμε μαζί με την ομάδα μου να πάμε κόντρα και να βγάλουμε κάτι αισιόδοξο. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι ζούμε σε ένα παράλληλο σύμπαν. Με την κίνηση αυτή θέλαμε απλώς να δώσουμε μία νότα αισιοδοξίας στον κόσμο» αναφέρει ο γνωστός τραγουδιστής, μιλώντας σήμερα εφ’ όλης της ύλης στην «Espresso» και τον Ηλία Μαραβέγια.
Ποιες είναι οι πρώτες εικόνες που σου έρχονται στο μυαλό από τα παιδικά σου χρόνια;
Οι παιδικές αναμνήσεις μου μοιράζονται σε δύο μέρη, στην πλατεία Βικτωρίας, όπου ζούσα με τους γονείς μου, και στη Νέα Ιωνία και τον Περισσό, όπου έμεναν ο παππούς και η γιαγιά μου. Εχω ωραίες, μέτριες και κακές αναμνήσεις, όπως όλοι μας. Αυτό που θυμάμαι γλυκά είναι τα καλοκαιρινά μεσημέρια στον Περισσό. Δεν υπήρχαν πολλά αυτοκίνητα ή βαβούρα και το τραγούδι των τζιτζικιών τάρασσε συνήθως η εξάτμιση από κάποιο μηχανάκι!
Πώς άρχισαν όλα;
Πάντα είχα μία τάση να καλλιτεχνώ. Πολύ μικρός συνήθιζα να μιμούμαι τον Χάρρυ Κλυνν, ακούγοντας τις κασέτες του και επαναλαμβάνοντας τα αστεία του. Μετά σιγά σιγά κατάλαβα ότι το κύριο ταλέντο μου είναι να τραγουδάω κι όχι τόσο να λέω τα αστεία του Κλυνν, παρόλο που δεν έπαψα να είμαι καλός σε αυτό. Ετσι νομίζω τουλάχιστον. Και γι’ αυτό πάντα μου άρεσε να συμμετέχω και ως ηθοποιός σε κάποιες δουλειές, όποτε μου δινόταν η ευκαιρία. Κάποια στιγμή, άρχισα να τραγουδάω σε συγκροτήματα που φτιάχναμε με τα παιδιά της γειτονιάς και με το που τελείωσα το λύκειο, άρχισα μουσικές σπουδές στο Εθνικό Ωδείο, ενώ παράλληλα έψαξα να βρω δουλειά σε κάποιο νυχτερινό κέντρο.
Πώς λεγόταν το πρώτο σου συγκρότημα;
Λεγόταν η «Παρέα» και παίζαμε κάθε Σάββατο στο στέκι νεολαίας του Δήμου Νέας Ιωνίας. Η αμοιβή μας ήταν ένα πιάτο μπιφτεκάκια με πατάτες.
Θυμάσαι το πρώτο σου νυχτοκάματο; Πώς το ξόδεψες;
Βέβαια, δεν ξεχνιέται. Το 1989, στην Πατησίων. Υπάρχει ακόμη ο χώρος αλλά με άλλη ονομασία. Έπαιρνα 3.000 δραχμές τη βραδιά, δουλεύαμε 6 βραδιές την εβδομάδα, κι από το τελικό ποσό μού γίνονταν και κρατήσεις. Βεβαίως τότε ούτε αυτοκίνητο είχα, πήγαινα με το λεωφορείο νωρίς νωρίς και το πρωί γύριζα με ταξί, το οποίο το μοιραζόμασταν με μία λουλουδού. Να εξηγήσουμε ότι 3.000 δραχμές τότε, είναι 9 ευρώ σήμερα. Πάντως, κατάφερα να συγκεντρώσω ένα ποσό εκείνη την περίοδο και με μία οικονομική βοήθεια από τη μάνα μου μπόρεσα την επόμενη χρονιά ν’ αγοράσω το πρώτο μου αμάξι.
Μια συμβουλή από τον πατέρα σου, που κρατάς μέχρι και σήμερα ;
Ο πατέρας μου πάντα με πίεζε να είμαι περισσότερο διπλωμάτης. Δεν τα κατάφερα ποτέ. Όταν επιδιώκω να είμαι λίγο περισσότερο διπλωμάτης, φαίνεται στη μούρη μου ότι λέω ψέματα.(γέλια). Δεν ψήνω κανέναν. Η μάνα μου όμως από την άλλη μεριά, αυτό που με πίεζε πάντα ήταν να είμαι αξιοπρεπής, αυτό νομίζω ότι το κατάφερα.
Η καριέρα σου είναι στρωμένη με ροδοπέταλα ή βρήκες πολλά εμπόδια στον δρόμο σου;
Σε καμία περίπτωση με ροδοπέταλα. Νομίζω όμως για τους περισσότερους ισχύει αυτό. Δεν νομίζω ότι είμαι καμία τραγική εξαίρεση του κανόνα. Νομίζω ότι είμαι ο κανόνας. Τις περισσότερες φορές σε αυτή τη δουλειά ακούμε ΟΧΙ και μία στο τόσο ακούμε και κανένα ΝΑΙ. Αυτό ήταν και είναι ακόμη πολύ σύνηθες στη δική μου περίπτωση.
Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθεις την ανάγκη να τους πεις ένα ευχαριστώ;
Γενικότερα μου αρέσει να λέω ευχαριστώ σε ανθρώπους που με ευεργέτησαν, κάτι που δεν συνέβη στην περίπτωσή μου. Τα περισσότερα τα κατάφερα μόνος μου. Αλλά νιώθω να λέω πάντα ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Πάνο Φαλάρα και στην οικογένειά μου, οι οποίοι με βοήθησαν σε διάφορες περιόδους.
Υπήρξαν φορές που σκέφτηκες να εγκαταλείψεις το τραγούδι;
Το έχω κάνει ήδη μία φορά, και έπειτα από παρότρυνση του κόσμου και των δικών μου ανθρώπων αποφάσισα να ασχοληθώ ξανά.
Τι σε οδήγησε ν’ αφήσεις αυτή τη δουλειά και γιατί επανήλθες;
Όπως σου είπα και προηγουμένως, αυτή η δουλειά έχει πολλά ΟΧΙ και ελάχιστα ΝΑΙ. Κάποια στιγμή έγινε πολύ μεγάλο το ψυχολογικό ξόδεμα και πολύ λίγες οι απολαβές. Τα έβαλα λοιπόν στη ζυγαριά και λέω δεν υπάρχει λόγος να ξοδεύομαι άλλο. Ετσι σταμάτησα. Στο να επανέλθω με οδήγησε η αγάπη του κόσμου και τα μηνύματα συμπαράστασης που μου έστελναν στα social media. Βέβαια, σημαντικό ρόλο έπαιξε και ο Κώστας Χαρδαβέλας, με τον οποίον κάναμε δύο εκπομπές το 2016, και οι οποίες πήγαν απίστευτα καλά, με αποτέλεσμα ν’ αναρωτηθώ: «Βρε, μπας και κάνω κάτι λάθος;» Έτσι αποφάσισα να ξανακάνω τραγούδια.
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σου;
Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους μου είναι να μην πεθάνω μόνος, να μην μαραζώσω από μοναξιά, χωρίς αγάπη και ξεχασμένος από όλους.
Έχει κάνει τρέλες ως ερωτευμένος;
Αυτά τα κάνεις όταν είσαι πολύ μικρός. Έχω κάνει διάφορα (και στη γυναίκα μου), αλλά δεν θα σ’ τα μαρτυρήσω, παρά μόνο κάτι που είχα κάνει όταν ήμουν σχεδόν έφηβος ακόμα. Σε έναν χωρισμό, που ήταν αναπάντεχος και δεν τον ήθελα, πήγα κρυφά στο κοινό μας διαμέρισμα και αγόρασα ταπετσαρία, την οποία κόλλησα στους τοίχους και πάνω της έγραψα «σε αγαπώ». Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν ωραίες, γλυκές, επανασυνδεθήκαμε και πήραμε μία μικρή παράταση, κερδίσαμε λίγο χρόνο, αλλά το… πουλάκι είχε πετάξει ήδη.
Ποτέ έκλαψες τελευταία φορά και γιατί;
Είμαι ψυχοπονιάρης. Κλαίω και με τις ταινίες. Μπαίνω στους ρόλους και συγκινούμαι. Αλλά στην πραγματική ζωή, με συντάραξε πρόσφατα η μητέρα Φύσσα, συγκινήθηκα. Ήταν σπαρακτική.
Υπήρξε κάποια θυσία που έκανε ο Χρίστος για το καλό του Αντωνιάδη;
Ναι. Δεν είμαι και ο πιο πειθαρχημένος άνθρωπος, αλλά όσο έχω πειθαρχήσει στη ζωή μου, είναι για χάρη του Αντωνιάδη. Μια μεγάλη δυσκολία που έχω είναι με τα κιλά μου και πολλές φορές έχω κάνει οδυνηρές δίαιτες για χάρη της εμφάνισης του κυρίου Αντωνιάδη.
Εχεις βιώσει bullying για τα κιλά σου και την εικόνα σου;
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου βίωνα bullying για τα κιλά μου. Ηταν μάλιστα μία εποχή, κάπου στα 90s, που δεν έπρεπε να λέμε ότι έχουμε σχέση οι καλλιτέχνες, έπρεπε να φαινόμαστε ελεύθεροι. Τότε λοιπόν δεν έπρεπε να έχουμε λίγα κιλά παραπάνω, γιατί η εικόνα μας έπρεπε να είναι σαν μοντέλου. Και η αλήθεια είναι πω όταν κάποια στιγμή πήρα αυτά τα παραπάνω κιλά, χάθηκα από το προσκήνιο, γιατί δεν είχα πλέον αυτή την ωραία εικόνα που είχε καλλιεργήσει η δισκογραφική εταιρία που ήμουν.
Πάντως τώρα είσαι πιο αδύνατος από ποτέ. Πώς έχασες τα περιττά κιλά;
Τώρα νιώθω πως τα έχω καταφέρει και δεν έχει γίνει από μόνο του, αλλά κατόπιν μεγάλης προσπάθειας.
Πώς βιώνεις όσα συμβαίνουν στο επάγγελμά σου λόγω της πανδημίας;
Με έχει επηρεάσει κι εμένα πολύ όλη αυτή η κατήφεια και κυρίως η «κατάργηση» του αντικειμένου της εργασίας μας. Μας απαγορεύεται να δουλέψουμε και όλο αυτό έχει επιφέρει μεγάλα προβλήματα σε πολλούς καλλιτέχνες, μια και δεν έχουν άλλον τρόπο βιοπορισμού.
Σκέφτηκες να στραφείς κάπου αλλού επαγγελματικά μέχρι να επανέλθετε σε φυσιολογικούς ρυθμούς;
Δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα ξέρεις για έναν καλλιτέχνη να πει: από Δευτέρα θα πάψω να είμαι ηθοποιός, τραγουδιστής, μουσικός, ζωγράφος και θα είμαι κάτι άλλο. Και τι είναι αυτό το κάτι άλλο; Πώς μπορεί κάποιος ξαφνικά να αλλάξει καριέρα; Και δεν αναφέρομαι σε αυτούς που η οικογένειά τους έχει να τους προσφέρει μία βιοποριστική διέξοδο. Αναφέρομαι στους περισσότερους, που δεν έχουν. Η πραγματικότητα είναι πάρα πολύ σκληρή και συντάσσομαι με όλους αυτούς που λένε ότι κάτι πρέπει να κάνει το κράτος, να συνδράμει όλους αυτούς που δεν έχουν άλλον τρόπο να ζήσουν εκτός από την καλλιτεχνία, που δεν τους δίνεται η δυνατότητα να την ασκήσουν.
Ποια είναι τα συστατικά ενός επιτυχημένου γάμου;
Αμοιβαίες υποχωρήσεις, κατανόηση και βαθιά αγάπη.