Η Βάσια Παναγοπούλου είναι ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφράστρια και θεατρική επιχειρηματίας. Μόλις τελείωσε το σχολείο, μετακόμισε στην Αθήνα για να σπουδάσει υποκριτική, γεγονός το οποίο δυσαρέστησε τη μητέρα της, καθώς ήθελε να την δει δικηγόρο και όχι ηθοποιό.
Για την απόφασή της να γίνει ηθοποιός αλλά και για το πως το διαχειρίστηκε η μητέρα της μίλησε χθες το βράδυ στην Ελεονώρα Μελέτη και στην εκπομπή «Μεσάνυχτα».
«Μου είχε πει αν ασχοληθείς με την υποκριτική δεν θέλω καμία σχέση μαζί σου», είπε χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως απέκτησε η συζήτηση όταν αναφέρθηκαν στις καταγγελίες περί κακοποιητικών συμπεριφορών και σεξουαλικής παρενόχλησης που έχουν βάλει στο μικροσκόπιο το χώρο του θεάτρου.
«Ο εγκλεισμός μας έκανε καλό και ορισμένοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα φαντάσματα που είχαν κλειδωμένα στην ντουλάπα και όλα αυτά έβγαλαν όλη αυτή την ιστορία με τις καταγγελίες, οι οποίες έπρεπε να έχουν γίνει από καιρό. Το επισφαλές αυτό εργασιακό περιβάλλον έφερε πολλά κλειστά στόματα και πολλές ενοχές. Κανείς δεν ξέρει τι κάνει ο άλλος όταν κλείνει η πόρτα της κρεβατοκάμαράς του ή του καμαρινιού. Όσον αφορά στα κουτσομπολιά και τις φήμες αυτές υπάρχουν σε κάθε εργασιακό χώρο. Είναι αυτά ικανά να κάνουν έναν σοβαρό άνθρωπο να πάει να κάνει καταγγελία σε κάποιο αρμόδιο όργανο; Είτε είναι συνδικαλιστικό είτε δικαιοσύνη; Γιατί αλλιώς τι να κάνεις να χειροδικήσεις εσύ; Αυτά είναι κουτσομπολιά. Κανονικά δεν δίνουμε σημασία στα κουτσομπολιά», είπε αρχικά και στην συνέχεια αναφέρθηκε στο περιστατικό βίας που είχε συμβεί στο δικό της θέατρο.
«Δεν πήρα το μέρος κανενός, ούτε της κοπέλας γιατί δεν είμαι ντετέκτιβ».
«Έχω ακούσει φρικτά πράγματα αυτόν τον καιρό για τους ανθρώπους του θεάτρου, ότι αφού ήξερες και δεν μίλησες είσαι συνένοχος. Τι λες; Δεν μπορεί ο καθένας μας να παίρνει τον νόμο στα χέρια του. Αυτό το έχω ακούσει από ανθρώπους απλούς. Με προβληματίζει πολύ. Σαφώς είμαστε όλοι δίπλα σε όποιον έχει το θάρρος. Έχω ακούσει πολλά για το περιστατικό, ότι δεν πήρα θέση κι έπρεπε να διώξω αμέσως τον ηθοποιό. Εγώ προσπαθώ να αντιμετωπίζω τα πράγματα σοβαρά και δίκαια.
Το περιστατικό μου ειπώθηκε τηλεφωνικά, ρώτησα τους υπεύθυνους στο θέατρο γιατί απουσίαζα τι συνέβη και κανείς δεν μπορούσε να μου εξηγήσει. Υπήρξε μία μεγάλη ένταση. Όταν κατέληξαν να έχουν και οι δύο δικηγόρους κατάφερα κι έκανα μία συνάντηση όλων των εμπλεκόμενων πλευρών ώστε να λήξει το θέμα. Όταν χρειάστηκε πήρα την απόφαση και η παράσταση σταμάτησε. Βέβαια κανείς δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη νομική οδό. Δεν πήρα το μέρος κανενός, ούτε της κοπέλας γιατί δεν είμαι ντετέκτιβ».