«Μη φέγγεις, ζηλεύω» λέγεται το τελευταίο τραγούδι της Κωνσταντίνας, ένα ιδιαίτερο τανγκό σε μουσική και στίχους της Τασούλας Θωμαΐδου. Το ερμηνεύει live, μαζί με πολλά ακόμη διαχρονικά διαμάντια, όπως τα «Μια Ελλάδα φως», «Θάλασσες» και «Χαμογελώ», στο Argi’s House, στη Γλυφάδα, όπου εμφανίζεται κάθε Σάββατο, αναβιώνοντας τη θρυλική Αθηναία.
- Από τον Ηλία Μαραβέγια
Στις εξομολογήσεις της στη σημερινή «Espresso» η αγαπημένη τραγουδίστρια από την Κύπρο μιλάει για τις μνήμες που της ξύπνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, αναφέρεται στις συνεργασίες της με τον Μάριο Τόκα και τον Yanni, θυμάται τη συμμετοχή της στη Eurovision και αποκαλύπτει μυστικά από τα shows της που άφησαν εποχή στη νυχτερινή Αθήνα.
Κάνοντας ένα flashback στα παιδικά σου χρόνια στην Κύπρο, ποιες εικόνες έρχονται πρώτες στο μυαλό σου;
Ετσι όπως είναι τώρα η κατάσταση με τον πόλεμο στην Ουκρανία, μου έρχονται εικόνες από το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, που έζησα στην παιδική μου ηλικία. Ξεκινώντας από το πραξικόπημα, είδα ανθρώπους να σκοτώνονται μπροστά μου και ύστερα από μία εβδομάδα άκουσα να ηχούν σειρήνες για την εισβολή. Εγώ έμενα στη Λευκωσία, όλοι οι συγγενείς μου στην Κερύνεια, στη βόρεια Κύπρο. Ηρθαν στο σπίτι μας, το οποίο ήταν στην πράσινη γραμμή. Ξύπνησαν μνήμες από τα παιδικά μου χρόνια λόγω του πολέμου που εξελίσσεται αυτή τη στιγμή. Λυπάμαι πολύ που βλέπω τόσους ανθρώπους να έχουν ξεσπιτωθεί, θυμάμαι το δράμα που ζήσαμε εμείς το ’74… Τα σπίτια μας που χάθηκαν, τον πατέρα μου που θεωρείται ακόμα αγνοούμενος και τον αναζητούμε μαζί με 2.000 ακόμη αγνοουμένους.
Η εισβολή στην Κύπρο θα παραμείνει για σένα ανοιχτή πληγή μέχρι να βρεθούν τα οστά του πατέρα σου;
Λογικό δεν είναι; Οταν σου συμβαίνει κάτι τόσο συνταρακτικό και περνώντας τα χρόνια βλέπεις πως το θέμα των αγνοουμένων της Κύπρου παραμένει ανοιχτό, δεν μπορεί να κλείσει η πληγή. Ακόμη και σήμερα βρίσκονται σε ομαδικούς τάφους άνθρωποι που ήταν αγνοούμενοι και τους θάβουν οι οικογένειές τους. Κι εμείς περιμένουμε μπας και βρεθεί κάποια αξιόπιστη μαρτυρία και βοηθηθούμε. Εχουμε δώσει DNA και περιμένουμε να χτυπήσει το τηλέφωνο και να μας πουν ότι βρέθηκαν τα οστά του πατέρα μας.
Οπως έχεις πει, κάποια στιγμή αναγκάστηκες να κηρύξεις τον πατέρα σου άφαντο για να τακτοποιήσετε με την οικογένειά σου κάποια κληρονομικά θέματα.
Ακριβώς, γιατί τώρα μεγαλώνουμε και πρέπει όλα αυτά να μην είναι στο χέρι της επιτροπής των αγνοουμένων. Δεν έχει καμιά δουλειά η επιτροπή να έχει λόγο στην περιουσία μας, μια και αυτή εκπροσωπεί τον αγνοούμενο πατέρα μου. Εμείς θα φύγουμε κάποια στιγμή. Γιατί θα πρέπει τα παιδιά μας να ασχοληθούν με αυτό το θέμα; Χρειάστηκε, λοιπόν, να κηρύξουμε άφαντο τον πατέρα μας για να απεμπλακούμε από την επιτροπή και να τακτοποιήσουμε τη ζωή μας για τα παιδιά μας. Δυστυχώς, η κυπριακή ηγεσία δεν έχει σεβαστεί τους αγνοουμένους της Κύπρου και τις οικογένειές τους. Θα έπρεπε να υπάρχει μια ειδική νομοθεσία γι’ αυτούς τους ανθρώπους που περνούν τα πάνδεινα. Δεν ξέρω κανένα άλλο μέρος στον κόσμο που να υπάρχει τέτοιο θέμα ανοιχτό.
Είναι γνωστό ότι σε ανακάλυψε η Χαρούλα Αλεξίου. Πώς έγινε η πρώτη σας επαφή;
Οταν ο αδελφός ξεκίνησε να ασχολείται επαγγελματικά με τη μουσική μετά τον πόλεμο, μου πρότεινε να παίρνει κι εμένα σε κάποιες εμφανίσεις. Η Χαρούλα με είδε σε μια καλλιτεχνική εκδήλωση που έκανε ο Ερυθρός Σταυρός, όπου συμμετείχε κι εκείνη. Εκείνη την εποχή οι Ελληνες καλλιτέχνες συμπαραστέκονταν στην Κύπρο με συναυλίες. Εγώ την Αλεξίου τη θαύμαζα πολύ από τότε και της χρωστάω τεράστια ευγνωμοσύνη που με βοήθησε.
Πήρες εύκολα την απόφαση να αφήσεις την Κύπρο και να έρθεις στην Ελλάδα;
Ναι, γιατί με τον αδελφό μου κάναμε ντουέτο και ήρθαμε μαζί στην Αθήνα. Μας έκανε ακρόαση ο Γιώργος Νταλάρας και πιάσαμε δουλειά στο Θεμέλιο, στην Πλάκα. Μετά συνεργάστηκα σε μια σειρά συναυλιών με τον Κώστα Χατζή, ο οποίος με… βάφτισε ουσιαστικά, αφού μέχρι τότε λεγόμουν Ντίνα Κωνσταντίνου. Ετσι κράτησα το Κωνσταντίνα. Επειτα δούλεψα με Μαρινέλλα και Γιάννη Πάριο, πολύ εποικοδομητικές και σημαντικές συνεργασίες.
Το 1983 εκπροσώπησες την Κύπρο στη Eurovision με τον Σταύρο Σιδερά και το τραγούδι «Η αγάπη ακόμη ζει». Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;
Καταπληκτική! Ηταν μια πρόταση που μου έγινε από τον Σταύρο Σιδερά, ο οποίος ήθελε να πούμε ντουέτο αυτό το τραγούδι και δέσανε οι φωνές μας. Την ενορχήστρωση είχε κάνει ο εξαιρετικός μαέστρος Μάικ Ροζάκης. Ηταν πολύ όμορφα. Διαφορετικά από τη Eurovision που βλέπουμε τώρα, που είναι επίσης πολύ ωραία. Αλλωστε, η τέχνη καταγράφει την εποχή μας.
Ο Μάριος Τόκας υπήρξε τεράστιο κεφάλαιο στην καριέρα σου. Τι άνθρωπος ήταν;
Ο Μάριος Τόκας μού έδωσε την καλλιτεχνική μου ταυτότητα, υπογράφοντας συνθετικά τον πρώτο μου δίσκο με τίτλο «Τραγούδια για την Κωνσταντίνα», σε στίχους του Σαράντη Αλεβιζάτου. Ημασταν φίλοι με τον Τόκα προτού συνεργαστούμε δισκογραφικά. Κάναμε μαζί συναυλίες, στις οποίες τραγουδούσα, μεταξύ άλλων, το πρώτο τραγούδι που έγραψε για μένα, τις «Θάλασσες». Τους στίχους αυτού του τραγουδιού έγραψε ο Αλεβιζάτος βλέποντας τη μελαγχολία στα μάτια μου, παρόλο που ήμουν ένα παιδί γελαστό και επικοινωνιακό. Αυτή η μελαγχολία πηγάζει σίγουρα από τα παιδικά μου βιώματα. Σχεδόν όλα τα τραγούδια του εν λόγω δίσκου τα έχουν κάνει επανεκτελέσεις, ο Πάριος το «Σημάδι», ο Μητροπάνος τις «Θάλασσες». Δεν το λέω με παράπονο, απλά κάποιες στιγμές βρίσκομαι σε δύσκολη θέση να εξηγώ ότι εγώ τα είπα πρώτη. Καταρχάς τα τραγούδια δεν ανήκουν στους ερμηνευτές αλλά στους δημιουργούς. Από εκεί και πέρα ό,τι καταγράφεται σε δισκογραφία δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανένας.
Σημαντική στιγμή στη δισκογραφία σου αποτελεί και η συνεργασία με τον διεθνούς φήμης Yanni στον δίσκο «Μια Ελλάδα Φως» το 1992. Γινόταν χαλασμός τότε…
Εννοείται, γιατί ήταν ένα τραγούδι που έμελλε να γίνει… σημαία. Γράφτηκε από την Τασούλα Θωμαΐδου πάνω σε μουσική του Yanni. Η Τασούλα… κέντησε με την πένα της υμνώντας την Ελλάδα και την Κύπρο. Αισθάνομαι περήφανη, γιατί αυτό και κάποια άλλα τραγούδια μου διδάσκονται σε χορωδίες σχολείων.
Τι θέση στην καρδιά σου έχει ο δίσκος «Χαμογελώ» το 1994, όταν συνεργάστηκες με τον ποιητή Ακο Δασκαλόπουλο;
Με τον Ακο ήμασταν πολύ καλοί φίλοι, ήμασταν σχεδόν καθημερινά μαζί. Θεωρώ ότι ο δίσκος που μου έκαναν μαζί με τον Παναγιώτη Μαθιέλλη είναι ένας από τους πιο όμορφους δίσκους μου με υπέροχα τραγούδια. Μάλιστα, το «Χαμογελώ» ήταν ένα προφητικό κομμάτι από τον Ακο γιατί όταν το έγραψε, είχα μείνει έγκυος. Κι επειδή ο στίχος λέει «και σαν τη μάνα που έχει στο στήθος το πρώτο παιδί», το θεώρησα σημάδι. Ο Δασκαλόπουλος ήταν ένας διανοούμενος και, παρόλο που έγραψε τόσες επιτυχίες, κρατούσε την απλότητά του.
Για πολλά χρόνια ήσουν η «βασίλισσα των shows» στη νυχτερινή Αθήνα. Στο Διογένης Παλλάς είχες εμφανιστεί με άλογο. Θεωρείς ότι υπήρξες πρωτοπόρα για τα shows που ακολούθησαν;
Τα μεγαλύτερα shows στη νύχτα τα έχει κάνει η Μαρινέλλα. Το σχήμα με τις πέντε γυναίκες και τη Μαρινέλλα, ας πούμε, ήθελες να το βλέπεις ξανά και ξανά. Με είδε τόσος κόσμος μέσα από αυτά τα προγράμματα πριν κάνω δισκογραφία, που δεν θεωρώ τον εαυτό μου πρωτοπόρο. Απλά όταν ήρθε η ώρα μου έκανα κάτι διαφορετικό, όπως αυτό που ανέφερες με το άλογο στον Διογένη. Θυμάμαι την επόμενη σεζόν έβγαινα on stage στο ίδιο μαγαζί μαζί με ένα ζευγάρι Ρώσων, οι οποίοι χόρευαν πάνω σε παγοπίστα κι εγώ τραγουδούσα το «Don’t cry for me Argentina». Ερχόταν, λοιπόν, ο χορευτής και με χόρευε πάνω στον πάγο και οι θεατές νόμιζαν ότι θα πέσω με τα κανονικά παπούτσια που φορούσα. Ομως, δεν ήταν κανονικά, στην πραγματικότητα είχαν καρφιά από κάτω, οπότε περπατώντας στον πάγο έμπαιναν τα καρφιά μέσα και δεν έπεφτα.
Αυτή την περίοδο συνεργάζεσαι ξανά, ύστερα από πολλά χρόνια, με τον Αργύρη Παπαργυρόπουλο στο στέκι του, στη Γλυφάδα, το Argi’s House.
Ο Αργύρης είναι ο επιχειρηματίας με τον οποίο συνεργάστηκα τα περισσότερα χρόνια της καριέρας μου. Από τους πλέον αξιόλογους ανθρώπους στον χώρο μας, θεωρείται ιδιαίτερα συνεπής και έχει αφήσει το καλύτερο όνομα πίσω του. Δουλέψαμε μαζί πολλές σεζόν στην Αθηναία, ένα μαγαζί που είχαμε κάνει στέκι στην οδό Πανεπιστημίου. Παράλληλα τα καλοκαίρια ήμουν στα Αστέρια Γλυφάδας, επίσης δικό του κέντρο. Τα τελευταία χρόνια εγώ είχα αποσυρθεί από τα νυχτερινά μαγαζιά, κάνοντας μια στροφή προς τους συναυλιακούς χώρους. Οταν, όμως, μου πρότεινε ο Αργύρης να το… παλέψουμε μαζί, όπως παλιά, αναβιώνοντας την Αθηναία στον ωραίο χώρο που έχει ανοίξει στην οδό Ζησιμοπούλου στη Γλυφάδα, το Argie’s House, δέχτηκα και χαίρομαι πολύ που έκανα αυτή την επιλογή.