Η Μπέττυ Βακαλίδου είναι ένα από τα γνωστότερα διεμφυλικά άτομα στην Ελλάδα, που πρόβαλλε δημοσίως την ταυτότητά της και αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων και των παρενδυτικών.
Γεννημένη ως Περικλής Βακαλίδης έζησε τα 34 της χρόνια ως άντρας και τα υπόλοιπα ως γυναίκα. Το όνομα Μπέττυ το εμπνεύστηκε από την ηθοποιό Μπέττυ Αρβανίτη που ήταν η αγαπημένη της.
Η Μπέττυ Βακαλίδου έχει συγγράψει δύο αυτοβιογραφικά βιβλία και έχει εμφανιστεί στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Πρόσφατα μάλιστα πρωταγωνίστησε στην θεατρική παράσταση του Βασίλη Μπισμπίκη «Κόκκινα Φανάρια».
Για την συμμετοχή της στο συγκεκριμένο έργο μίλησε η Ελληνίδα τρανσέξουαλ στην εκπομπή του Γρηγόρη Αρναούτογλου, «The 2Night Show», όπου αποκάλυψε πως ο ρόλος της είχε στοιχεία των όσων έχει βιώσει στην πραγματικότητα.
«Ο Βασίλης Μπισμπίκης χρησιμοποιεί μια μέθοδο, όπου ζητά κατά τη διάρκεια των προβών τα βιογραφικά όλων σαν ήρωες του θεατρικού έργου. Μου ζήτησε το βιογραφικό μου σαν Μαντάμ Παρί, όχι σαν Μπέττυ, όπου εγώ έβαλα δικά μου στοιχεία μέσα. Βγαίνουν πολύ προσωπικά μου πράγματα στην παράσταση…
Κάποιες φορές συγκινούμαι. Πριν την πρεμιέρα έπαθα ένα μικρό break down αλλά με ενθάρρυνε ο Βασίλης και όλοι οι ηθοποιοί, τα κατάφερα όμως. Κάποιες φορές δεν μπορώ, σπάει η φωνή, τρέχει λίγο δάκρυ, αλλά αυτό είναι επιτρεπτό», είπε χαρακτηριστικά.
Η Μπέττυ Βακαλίδου κατάγεται από τις Φέρρες, Έβρου. Από την περίοδο της προεφηβείας περίπου κατάλαβε πως την ελκύουν τα άτομα του ίδιου φύλλου, γεγονός που δεν δέχτηκαν ποτέ οι γονείς της, με αποτέλεσμα να γίνει θύμα κακοποιήσεων και εξευτελισμών, λεκτικών και σωματικών, που την οδήγησαν στο να εγκαταλείψει την πατρική εστία σε ηλικία 15 ετών και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου δούλεψε σε διάφορες περιστασιακές δουλειές.
Ένα χρόνο αργότερα συνελήφθη και φυλακίστηκε στο Αναμορφωτήριο Ανηλίκων με την κατηγορία της αλητείας και έπειτα από παρότρυνση των γονιών της ο εγκλεισμός έγινε μόνιμος, μέχρι φυσικά να ενηλικιωθεί. Οι γονείς της από τότε δεν είχαν καμία επαφή μαζί της.
Από το 1974 και για μία 10ετία δούλεψε παράνομα ως εκδιδόμενη, από τις πρώτες τρανς που χρησιμοποίησαν την λεωφόρο Συγγρού.
«Ως τρανς παλιότερα δεν με βάζανε μέσα σε σπίτια τα οποία ήθελα να νοικιάσω. Κάποια στιγμή ήθελα πάρα πολύ ένα διαμέρισμα που βρισκόταν στην περιοχή, Καλαμάκι. Και τι έκανα; Χρησιμοποίησα το ναυτικό φυλλάδιο που είχα κρατήσει από τότε που ήμουν ναυτικός. Είπα ότι είναι ο σύζυγός μου και θα το κάνουμε στο όνομά του γιατί αυτός θα πληρώνει. Τους ξεγέλασα έτσι», αποκάλυψε.
Στην ερώτηση αν έχουν αποκατασταθεί οι σχέσεις της με τους γονείς της, εκμυστηρεύτηκε πως: «Λίγο πριν κλείσω τα 15 εγκατέλειψα το σπίτι και την οικογένειά μου, δεν τους ξαναείδα ποτέ. Έχουν πεθάνει οι γονείς μου μαζί με 1-2 από τα αδέρφια μου. Δεν είδα ποτέ κανέναν. Ούτε τα αδέρφια δεν με αποδέχτηκαν ποτέ, νομίζω οι 2-3 ήταν χειρότεροι και από τους γονείς μου.
Έκανα μια τελευταία προσπάθεια το 1998, μίλησα με την μητέρα μου η οποία αρνήθηκε επίμονα να με δει, μου είπε ότι ο πατέρας μου έχει πεθάνει και δεν δέχτηκε να με συναντήσει».
«Σε μένα συνέβησαν αυτά όσο ήμουν παιδί, μόλις είχα μπει στην εφηβεία, ήδη η κακοποίηση είχε αρχίσει από τα 12 μου περίπου. Έκανα κάποιες προσπάθειες, αλλά δεν κατάφερα να συμφιλιωθώ μαζί τους και έτσι έφυγα. Όχι δεν τους έχω συγχωρέσει και δεν έχω μπει καν στη διαδικασία, αρνούμαι να μπω στη διαδικασία να τους συγχωρήσω, δεν έχει νόημα.
Υπάρχει ένα σενάριο ταινίας το οποίο έχει γίνει όχι από μένα, αλλά μέσα από τις αφηγήσεις μου, από τον Κώστα Αυγέρη και τον Παναγιώτη Ευαγγελίδη. Είναι έτοιμο αυτό το σενάριο και έχω απαιτήσει ο τίτλος να είναι ένας: “Άι στο διάολο μάνα”.
Έχει να κάνει μόνο για την δική μου μητέρα γιατί βλέπω ότι υπάρχουν πολλές μητέρες τρανς ή γκέι ανθρώπων που τους αγκαλιάζουν και τους συμπαραστέκονται. Εγώ δεν το ένιωσα αυτό και ομολογώ ότι μοιάζω και φαίνομαι σκληρή», κατέληξε.