Γολγοθάς δίχως τέλος για έναν από τους σπουδαιότερους Ελληνες στιχουργούς των περασμένων δεκαετιών, τον Λευτέρη Χαψιάδη. Τον άνθρωπο τις επιτυχίες του οποίου έμελλε να τραγουδήσουν τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου. Στέλιος Καζαντζίδης, Μανώλης Αγγελόπουλος, Νίκος Ξανθόπουλος, Γιώργος Νταλάρας, Μανώλης Μητσιάς, Χαρούλα Αλεξίου, Γιάννης Πάριος, Γλυκερία, Κατερίνα Στανίση, Πασχάλης Τερζής είναι μερικές από τις μεγάλες φίρμες που ερμήνευσαν τα σουξέ του.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Ωστόσο, ο μεγάλος στιχουργός τα τελευταία χρόνια, εκτός από τα οικονομικά προβλήματα, έχει να αντιμετωπίσει και χρόνιο πρόβλημα, αυτό της άνοιας, με αποτέλεσμα, όπως αποκαλύπτει σήμερα η «Espresso», να εισαχθεί πριν από λίγες ημέρες εκτάκτως στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης λόγω ενός σοβαρού ατυχήματος που είχε.
Αν και ο «Mr Σουξέ» (που θεωρούνταν ένας από τους πιο low profile στιχουργούς που έβαλαν σφραγίδα στο ελληνικό τραγούδι) έχει ξεφύγει τον κίνδυνο, η άνοια που τον έχει κυριεύσει στην ηλικία των 70 ετών πλέον δεν του επιτρέπει να ξαναγράψει υπέροχα τραγούδια που θα μείνουν στη μουσική ιστορία του τόπου! «Ο μπαμπάς μου έχει εισαχθεί στο Νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης. Επεσε και χτύπησε μέσα στο σπίτι και παράλληλα κόλλησε και Covid-19. Ευελπιστούμε πως θα πάρει σύντομα εξιτήριο» είναι τα πρώτα λόγια του γιου του, Αλέξανδρου Χαψιάδη, τον οποίο βρήκαμε στο Νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης, πάνω από το προσκεφάλι του πατέρα του.
Ωστόσο ο ίδιος, μιλώντας αποκλειστικά στην «Espresso», δεν αρνείται πως ο πατέρας του πλέον έχει προχωρημένη άνοια, με αποτέλεσμα να έχει μεγάλες δυσκολίες, και μετακίνησης, αλλά και φροντίδας. «Δυστυχώς τον πατέρα μου εδώ και μερικά χρόνια τον έχει κυριεύσει η άνοια. Ετσι έπεσε μέσα στο σπίτι. Είμαι δίπλα του συνεχώς, αλλά πλέον δεν μπορεί να περπατήσει» λέει συγκινημένος ο μοναχογιός του, που είναι και το στήριγμά του εδώ και πολλά χρόνια. Στην ερώτησή μας αν οι καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάστηκε και τους έδωσε μεγάλα σουξέ τον θυμούνται, ο ίδιος δεν έχει παράπονο.
«Μέχρι πρότινος συνομιλούσε τακτικά και με τον Νικολόπουλο και με τον Νταλάρα, αλλά και με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, που τον θεωρεί ίνδαλμά του. Δυστυχώς, όμως, πλέον δεν υπάρχει δυνατότητα συνομιλίας» αναφέρει, ενώ, όπως μας λέει, αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, καθώς οι ανάγκες για να κρατηθεί στα πόδια του τώρα που είναι άρρωστος είναι ακόμα μεγαλύτερες.
Στον Λευτέρη Χαψιάδη, για όσους γνωρίζουν καλά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, ανήκουν περίπου 550 τραγούδια πρώτης γραμμής. Αλλωστε, ποιος δεν έχει τραγουδήσει το περίφημο «Μία είναι η ουσία» της Χαρούλας Αλεξίου, που για σαράντα πέντε ολόκληρα χρόνια φαντάζει τόσο σύγχρονο τραγούδι και ξεσηκωτικό, που περνάει από γενιά σε γενιά, ή το «Φαντασία μου πλανεύτρα» με τον Πασχάλη Τερζή.
Ο γολγοθάς του Λευτέρη Χαψιάδη άρχισε πριν από μερικά χρόνια, όταν αποφάσισε να φύγει από την Αθήνα και να μετακομίσει στο χωριό του πατέρα του, τον Κύλα Αλεξανδρούπολης, λόγω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε. Αλλωστε τα χρόνια πέρασαν, τα μεγάλα του σουξέ που είχε ερμηνεύσει όλη η αφρόκρεμα του ελληνικού πενταγράμμου είχαν περάσει ανεπιστρεπτί, ενώ ο ίδιος έπρεπε να εξοικονομήσει με κάποιον τρόπο τα προς το ζην προκειμένου να σταθεί στα πόδια του. Εκεί στο χωριό οι Μικρασιάτες γονείς του είχαν ένα μικρό καφενείο. Ετσι, ο ίδιος το διαμόρφωσε σε κατοικία, έφτιαξε έναν υπέροχο κήπο και όλοι οι κάτοικοι του χωριού τον είχαν ως παράδειγμα προς μίμηση.
Αποφασίζει να γράψει την ιστορία της ζωής του, με σκοπό να πάρει οικονομικές ανάσες από τα αυτοβιογραφικά πονήματά του, ενώ μετά το 2005 ασχολήθηκε και με τη συγγραφή, γράφοντας τρία μυθιστορήματα. Ολα είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικά, με πολλές λεπτομέρειες για γεγονότα που έλαβαν χώρα και αποτελούν μέρος της ιστορίας του σύγχρονου ρεμπέτικου. Τα δύο πρώτα του μυθιστορήματα είναι «Η ζωή μου τραγούδι, το τραγούδι ζωή» και «O αλήτης άγγελος», ενώ το τρίτο του μυθιστόρημα έχει τον τίτλο «13+1 γιατί;».
Μέσα σε αυτά τα βιβλία ο Χαψιάδης αναφέρει λεπτομερώς τη συνάντησή του με τον κορυφαίο Λευτέρη Παπαδόπουλο και πόσο τον βοήθησε, με τον Γιώργο Νταλάρα, αλλά και την ιστορία με το θρυλικό πλέον τραγούδι που ερμηνεύει η Αλεξίου, το «Μία είναι η ουσία».
Στις παρουσιάσεις των βιβλίων του παρούσα ήταν και η επιστήθια φίλη του Νίκου Ξανθόπουλου, Βάσω Κυριακίδου, η οποία, γνωρίζοντας πολύ καλά τον Λευτέρη Χαψιάδη, μας μίλησε για τη φιλία τους: «Τον Λευτέρη τον γνωρίζω αρκετά χρόνια, ενώ παρουσίασα και τα βιβλία του στην Αλεξανδρούπολη. Εδώ και αρκετά χρόνια αντιμετωπίζει τα δικά του προβλήματα και είναι λυπηρό ένας τόσο ευφυής άνθρωπος να είναι με άνοια στα 70 χρόνια του. Εχει αφήσει τη δική του σφραγίδα στο ελληνικό τραγούδι. Και ας μην ξεχνάμε πως ήταν φίλος με τον αγαπημένο μου Νίκο Ξανθόπουλο. Αυτό με κάνει ακόμα πιο περήφανη» λέει στην «Espresso» η κυρία Κυριακίδου.
Η ιστορία με τα μπολσοϊ για το «όταν χορεύεις μάτια μου»
Τα σουξέ του Λευτέρη Χαψιάδη τη δεκαετία του ’80 διαδέχονταν το ένα το άλλο. Ενα από τα τραγούδια που γνώρισαν ιδιαίτερη επιτυχία εκείνη την εποχή ήταν το «Οταν χορεύεις μάτια μου» με τον Μανώλη Αγγελόπουλο. Το τελευταίο τραγούδι του δίσκου, το οποίο δυο χρόνια μετά ηχογραφήθηκε ξανά και συμπεριλήφθηκε στον προσωπικό δίσκο του Αγγελόπουλου «Ελληνας είμαι». Την ιστορία του «Οταν χορεύεις μάτια μου» την αφηγήθηκε σε συνέντευξή του στον Θανάση Γιώγλου.
«Αυτό ήταν ένα σημαδιακό τραγούδι. Είχαμε πάει στη Μόσχα, στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαιών. Είχε έρθει κι ένα καλλιτεχνικό πρόγραμμα, που τραγουδούσε ο Νταλάρας με την Αλεξίου κι έπαιζε μπουζούκι ο Χρήστος Νικολόπουλος. Εγώ είχα πάει με τη Νεολαία του ΠΑΣΟΚ. Μας πήγαν μια φορά στα μπαλέτα Μπολσόι και είχαν τον “Καρυοθραύστη” του Τσαϊκόφσκι.
Επαθα πλάκα! Αυτόματα μου ήρθε μια έμπνευση και λέω: “Γυρίζοντας, Χρήστο, στην Ελλάδα θα γράψω ένα τραγούδι που θα μιλάει για τα μπαλέτα Μπολσόι”. Το γράφω κι έχει δύο στίχους: “Ποιος σου έμαθε εντέλει να χορεύεις τσιφτετέλι, μήπως ήσουν στα Μπολσόι, μπαλαρίνα από σόι. / Οταν χορεύεις μάτια μου, ζηλεύουν κι οι γοργόνες κι απ’ τον χορό σου τρέμουνε στην πίστα οι κολόνες / Ποιος σου δίδαξε τον τρόπο να ταρακουνάς τον τόπο, μήπως πήρες το πτυχίο στου Νουρέγιεφ το σχολείο;”
Αυτό είχε δύο στίχους και το ρεφρέν. Kι έχω την έμπνευση και λέω “Χρήστο, ξέρεις με ποιον θα γίνει χαμός μ’ αυτό;” “Με ποιον;” λέει. “Με έναν που είναι κόντρα με τον στίχο. Με τον Αγγελόπουλο τον Μανώλη, τον κουμπάρο μου”. Είχαμε ήδη γνωριστεί με τον Μανώλη, τον είχα παντρέψει στον δεύτερο γάμο του. Τον Μανώλη τον γνώρισα την πρώτη μέρα που έγραφα το πρώτο μου τραγούδι. Ο Τερζής τραγουδούσε το “Φαντασία μου πλανεύτρα” και ο Μανώλης πήγε στην Columbia να πληρωθεί και πέρασε από το studio. Τότε τα studio είχαν άλλη ζεστασιά, έρχονταν να πιουν τον καφέ τους, κι ας μη γράφανε.
Κι ακούει τον Τερζή να τραγουδά το “Φαντασία μου πλανεύτρα” και λέει στον Νικολόπουλο:
– Ποιος έγραψε τα λόγια σ’ αυτό το τραγούδι;
– Ενα καινούργιο παιδί, ο Χαψιάδης.
– Πιτσιρίκο, εσύ τα ’γραψες;
– Ναι, του λέω.
– Γράψε το όνομά σου και δώσε και το τηλέφωνό σου.
Με παίρνει την άλλη μέρα τηλέφωνο και λέει: “Τον κύριο Χατζιάδη, παρακαλώ”. Λέω: “Χαψιάδη θες να πεις. Ελα, Μανώλη…” “Ναι, ρε παιδί μου, δεν το διάβασα καλά. Κερνάω καφέ στο ξενοδοχείο “Ομόνοια”, έρχεσαι;” Εγώ δούλευα τότε στην Πανεπιστημίου. Κι από τότε γίναμε αχώριστοι φίλοι. Μου στοίχισε πολύ που έφυγε ο Μανώλης και δεν πρόλαβε τον τελευταίο του δίσκο να τον χαρεί, που έβγαλε τόσα σουξέ».