Μια πληροφορία που έφτασε στα γραφεία της «Espresso» στάθηκε η αιτία για να ανοίξουμε τις μεγάλες σιδερένιες πόρτες του θρυλικού Κτήματος Νάσιουτζικ στην Παλλήνη. Εκεί όπου σε μια έκταση 38 στρεμμάτων, που σε κάνει να νομίζεις ότι είσαι στην Τοσκάνη, γράφτηκαν ορισμένες από τις χρυσές σελίδες της «Βίβλου» της κοσμικής Αθήνας και του διεθνούς τζετ σετ.
- Από τη Μαρία Ανδρέου
Θρυλικοί γάμοι εγχώριων celebrities, δεξιώσεις του επιχειρηματικού κόσμου, events των rich and famous έγιναν ένα με την αύρα που ξεπηδά ανάμεσα στους κήπους των 17 στρεμμάτων και την αρχοντική έπαυλη των 1.300 τ.μ. Η έπαυλη του συλλέκτη έργων τέχνης Γιώργου Νάσιουτζικ χτίστηκε και φιλοτεχνήθηκε αποκλειστικά από τον ίδιο και λειτούργησε ως οικία του μέχρι τον θάνατό του, ενώ στη συνέχεια πέρασε με τη διαθήκη που άφησε ο εκλιπών στον συνεργάτη και λατρεμένο του ανιψιό Νίκο.
Ο λόγος που δέχτηκε να μας υποδεχθεί ο Νίκος Νάσιουτζικ ήταν η επιτόπια και από τα χείλη του διασταύρωση της πληροφορίας ότι στην έπαυλη Mansion Nasioutzik γυρίστηκε ένα σημαντικό μέρος της ταινίας «Birthday party» που θα δούμε φέτος στους κινηματογράφους με πρωταγωνιστή τον χολιγουντιανό σταρ Γουίλεμ Νταφόε. Μέσα από την ξενάγηση στους χώρους του κτήματος που αναζητά να βρει τη χαμένη του λάμψη των περασμένων δεκαετιών (με τη μαύρη περίοδο της οικονομικής κρίσης να χτυπά και το κτήμα), αλλά και από τη συνέντευξη που μας παραχώρησε ο Νίκος Νάσιουτζικ, όχι μόνο επιβεβαιώσαμε το γεγονός ότι ο Αμερικανός σούπερ σταρ της 7ης τέχνης έγινε «κάτοικος» του κτήματος για όσο διήρκεσαν τα γυρίσματα, αλλά μάθαμε και τις αλλαγές που έγιναν στη διάσημη έπαυλη για τις ανάγκες της ταινίας και όχι μόνο!
Κύριε Νάσιουτζικ, πώς σας προσέγγισε η παραγωγή της ταινίας «Birthday party»;
Η παραγωγή έψαχνε μια έπαυλη για τη ταινία «Birthday party», που γυρίστηκε στην Κέρκυρα και στην Αθήνα. Στο αρχοντικό ήρθαν για γυρίσματα τον Ιούλιο του 2024. Κάθισαν έναν μήνα στην Ελλάδα. Η ταινία αφορά έναν εφοπλιστή που διαμένει στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Κέρκυρα, τη δεκαετία του 1960 και του 1970, και περιστρέφεται γύρω από τις προετοιμασίες για τα γενέθλια της κόρης του. Να υπενθυμίσω πως η ταινία στηρίζεται στο βιβλίο «Το πάρτι γενεθλίων» του Πάνου Καρνέζη. Οπως προανέφερα, το στόρι περιστρέφεται γύρω από έναν μεγιστάνα, τον Μάρκο Τιμολέων, τον οποίο υποδύεται ο Γουίλεμ Νταφόε, ο οποίος ετοιμάζει μια μεγάλη γιορτή για τα γενέθλια της κόρης του και αποκλειστικής κληρονόμου του, Σοφίας. Την ίδια στιγμή το πάρτι αποτελεί την τέλεια ευκαιρία για αρκετούς καλεσμένους να προσεγγίσουν τον Μάρκο εξυπηρετώντας προσωπικούς σκοπούς. Ωστόσο, εκείνος είναι συνηθισμένος να ελέγχει τους πάντες γύρω του με κάθε κόστος, γι’ αυτό και μυστικά σχεδιάζει ένα πλάνο που θα αλλάξει τη ζωή της κόρης του. Η Σοφία όμως κατά τη διάρκεια των γενεθλίων της ανακοινώνει τα δικά της σχέδια.
Τι αλλαγές έκανε η παραγωγή στον χώρο σας;
Αρκετές, επειδή η διακόσμηση των εσωτερικών χώρων στο κτήμα Νάσιουτζικ είναι έθνικ, ενώ η ταινία αφορά τη δεκαετία του 1970. Στην έπαυλη δημιουργήθηκαν δύο κρεβατοκάμαρες, του Νταφόε που υποδύεται τον πλούσιο Ελληνα, και της κόρης του. Η παραγωγή έκανε το γραφείο μου κρεβατοκάμαρα, έβαψε το τζάκι, τους τοίχους, έφεραν ρετρό έπιπλα, αλλά κράτησαν την ιστορική μας βιβλιοθήκη!
Είχατε την ευκαιρία να γνωρίσετε τον Νταφόε λοιπόν! Πώς σας φάνηκε ως χαρακτήρας;
Ευγενής, προσηνής και πολύ εργατικός. Ερχόταν στο κτήμα στις 9 το πρωί και έφευγε πολύ αργά το βράδυ. Γι’ αυτό του είχα παραχωρήσει ένα δωμάτιο δίπλα στην εσωτερική πισίνα για να ξεκουράζεται. Το βράδυ έμενε σε ξενοδοχείο. Η παραγωγή ήταν πολύ οργανωμένη. Δούλευαν πολύ, αλλά είχαν χρόνο για γεύματα και δείπνο και coffee breaks. Είχαν κλείσει δικό τους catering. O Γουίλεμ Νταφόε είναι μεγάλος φιλέλληνας. Πάντα μας αντιμετώπιζε όλους με χαμόγελο, ήταν ευχάριστος και ομιλητικός. Αυτός ο ηθοποιός αγαπά πολύ την Ελλάδα. Εχει έρθει αρκετές φορές στη χώρα μας και του αρέσει πάρα πολύ. Το ότι επέλεξε η παραγωγή το κτήμα για τα γυρίσματα της ταινίας είναι μεγάλη διαφήμιση για εμάς και τεράστια προβολή και για τη χώρα, οφείλω να ομολογήσω!
Εχουν γυριστεί κι άλλες σειρές ή ταινίες στο κτήμα σας;
Ναι! Στο κτήμα έχουν γυριστεί η σειρά «Σκοτεινή θάλασσα», η παραγωγή «Είμαι η Τζο», το σίριαλ εποχής «Φλόγα και άνεμος» με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και τον Αρη Λεμπεσόπουλο, το παιχνίδι «Traitors» (Προδότες) με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη. Για το συγκεκριμένο παιχνίδι έγιναν τεράστιες αλλαγές στην έπαυλη. Επίσης έχουν γυριστεί αρκετά video clips δημοφιλών Ελλήνων τραγουδιστών, όπως οι Αργυρός, Αδαμαντίδης, Βέρτης, Ζόζεφιν, Κοκκίνου κ.ά.
Το κτήμα αυτό έχει κι άλλο κτίσμα πέρα από την έπαυλη;
Βεβαίως. Εχει άλλο ένα κτίσμα που ο θείος μου το έχει δωρίσει με διαθήκη στο Μουσείο Μπενάκη για να το αξιοποιήσει ως μουσείο με εκθέσεις και συλλογές, αλλά δυστυχώς δεν έχει γίνει τίποτα. Το κτίριο είναι κλειστό και γίνονται, όπως μαθαίνω τώρα, τα γυρίσματα της σειράς «Η μάγισσα» του ΑΝΤ1.
Τι προσωπικότητα ήταν ο θείος σας;
Ηταν ένας πολίτης του κόσμου. Σπούδασε στην Αμερική το 1950, πρωτόγνωρο για την εποχή, για ένα παιδί από τις Σέρρες. Ταξίδευε πάρα πολύ, από το Μαρόκο στην Ινδία. Ηταν μεγάλος συλλέκτης έργων τέχνης. Οι συλλογές ήταν από το Περού ως το Ουζμπεκιστάν.
Καταγόταν από ευκατάστατη οικογένεια;
Ο πατέρας του θείου μου καταγόταν από πλούσια οικογένεια των Σερρών. Είχε εργοστάσιο παραγωγής ρεύματος. Οταν ο Καραμανλής έκανε κρατικό το ηλεκτρικό ρεύμα, αγόρασε το εργοστάσιο της οικογένειάς μας. Το αξιοποίησε για το Δημόσιο. Και τα δύο εργοστάσιά μας τα υδροηλεκτρικά. Το 2012 το εργοστάσιό μας στις Σέρρες έγινε μουσείο και είχαμε πάει με τον θείο μου στα εγκαίνια. Ο θείος «έφυγε» 81 ετών από την καρδιά του, δυστυχώς. Αλλά δεν πρόσεχε πολύ την υγεία του, δεν έπαιρνε τα χάπια του. Ο θείος μου ήταν γαλαντόμος, μορφωμένος, αποφασιστικός, δίκαιος. Οραματιστής, με ιδέες. Τον λάτρευα, κι αυτός με αγαπούσε πολύ. Ηταν ευχάριστος άνθρωπος, το επίκεντρο της παρέας, καλλιεργημένος. Φίλοι του ήταν ο εκδότης Χρήστος Λαμπράκης, η Μαίρη Χρονοπούλου, η Μάρω Κοντού, ο Μιλτιάδης Εβερτ, η Μαρία Κάλλας, ο Αριστοτέλης Ωνάσης. Οταν πέρασε το κτήμα στα χέρια μου, συνέχισα τις εκδηλώσεις και τα θρυλικά αποκριάτικα πάρτι με τον εκδότη Φιλιππόπουλο των Αττικών Εκδόσεων. Πολλοί μου λένε «γιατί δεν τα αναβιώνεις τα πάρτι αυτά;». Μεγάλωσα πια… Αν θέλει, ας αναλάβει ο γιος μου… Το κτήμα μας είναι ιδανικό για γάμους, βαφτίσεις, εταιρικές εκδηλώσεις, για εκθέσεις. Είναι κοντά στο αεροδρόμιο και στην Αθήνα. Αυτό το κτήμα δεν το κλείνει κανείς, έχει πολλά στρέμματα μπροστά του, με αμπέλια και ελιές. Είσαι στην Ελλάδα και νομίζεις ότι είσαι στην Τοσκάνη της Ιταλίας. Για τον θείο μου το κτήμα αυτό ήταν έργο ζωής. Αλλά και για μένα. Το αγαπάμε αυτό το κτήμα. Κάθε χρόνο δουλεύω πάνω από 200 εκδηλώσεις τον χρόνο. Οι ξένοι το αγαπάνε το αρχοντικό μας, γιατί βάλαμε πολλή Ελλάδα σ’ αυτό. Η «Espresso» αγαπούσε πολύ το κτήμα μας. Φιλοξενούσε στα ρεπορτάζ της όλες τις εκδηλώσεις μας και σας ευχαριστούμε πολύ γι’ αυτό.
Οι αναμνήσεις μιας άλλης εποχής κρυμμένης σε μια έκταση 38 στρεμμάτων
Η ιστορία του κτήματος ξεκινά στις αρχές του 1970, όταν περνά στα χέρια του Γιώργου Νάσιουτζικ, ο οποίος μόλις έχει επιστρέψει στην Ελλάδα από το εξωτερικό. Οι κήποι του αρχοντικού περιλαμβάνουν αμπέλια, ελιές, κάποιες εκ των οποίων χρονολογούνται άνω των 1.000 ετών, εκτάσεις με λουλούδια, αρωματικά φυτά, ανοιχτούς χώρους με γκαζόν, γήπεδο τένις, ένα μοναδικό ποτάμι, εξωτερική πισίνα και εκκλησία.
Η έπαυλη κοσμείται από ανεκτίμητης αξίας συλλογές, έπιπλα και έργα τέχνης του αείμνηστου Νάσιουτζικ, καθώς και σπάνια αντικείμενα από τα ταξίδια του σε όλες τις γωνιές του κόσμου. Μερικά από τα πιο αξιοσημείωτα αντικείμενα είναι οι ορθόδοξες χριστιανικές εικόνες και τα θρησκευτικά αντικείμενα που χρονολογούνται από τον 14ο αιώνα. Επιπλέον, η προσωπική συλλογή έργων τέχνης και αντικειμένων του Γιώργου Νάσιουτζικ αποτελείται από κεραμικά του 18ου αιώνα Τσανάκαλε, χαλιά Αntique Κilim από όλο τον κόσμο, παραδοσιακά χειροποίητα ξύλινα σεντούκια, παλιά βιβλία, μερικά από τα οποία ανήκαν στον πρωθυπουργό Θεοτόκη, και πολλά έργα λαϊκής τέχνης. Πέτρες που συλλέχθηκαν από παλιά παραδοσιακά σπίτια, ξύλο από καπνοβιομηχανίες και παλιές σιδηροδρομικές γραμμές, χειροποίητες ξύλινες πόρτες και πλακάκια δαπέδου από αρχαία μοναστήρια δημιουργούν ένα ανεπανάληπτο σκηνικό.
Στους χώρους του κτήματος δεξιώθηκε η πολιτική και επιχειρηματική ελίτ, από τον Μπερλουσκόνι και τον Μάικλ Δουκάκη έως τον Αριστοτέλη Ωνάση, τη Μαρία Κάλλας, το ζεύγος Βαρδή και Μαριάννας Βαρδινογιάννη! Ολοι τους ήταν μερικοί μόνο από τους φίλους -και τακτικούς φιλοξενούμενους- του Γιώργου Νάσιουτζικ. Το κτήμα κάποια στιγμή άρχισε να λειτουργεί και ως χώρος εκδηλώσεων και γαμήλιων δεξιώσεων, οι γάμοι διάσημων εναλλάσσονταν με μνημειώδη πάρτι! «Ο πρώτος γάμος έγινε το 1988 και ήταν ο δικός μου» μας λέει χαρακτηριστικά ο Νίκος Νάσιουτζικ! Από τους γάμους των Σπανούλη – Χοψονίδου, Σχοινά – Γαρμπή, μέχρι τον θρυλικό γάμο της εποχής Νικολαΐδη – Βανδή που ήταν εκείνη την ημέρα πρώτη είδηση: «Ο ντόρος που είχε γίνει τότε με τον γάμο της Δέσποινας Βανδή και του Ντέμη Νικολαΐδη (ήταν «οι Μπέκαμ της Ελλάδας») ήταν τεράστιος» θυμάται ο Νίκος Νάσιουτζικ! «Θυμάμαι ότι οι παπαράτσι είχαν προσπαθήσει να τους φωτογραφίσουν κι εμείς είχαμε βάλει παραβάν σε όλο τον φράχτη! Φανταστείτε έναν φράχτη 45 στρεμμάτων!
Δεν είχε βγει ούτε μια φωτογραφία προς τα έξω. Μάλιστα, είχαμε κρατήσει και τα κινητά των καλεσμένων για να μη βγάλουν καμία φωτογραφία από τον γάμο και την εκδήλωση!» Μυθικά όμως ήταν και τα μασκέ πάρτι, μας λέει ο ίδιος όταν γυρνάμε στο χθες και καθόμαστε μαζί του στο σαλόνι με τη μεγάλη βιβλιοθήκη, το τεράστιο τζάκι και τα μαροκινά φώτα: «Τον Φεβρουάριο του 1985 κάναμε ένα αποκριάτικο πάρτι που κάποιοι το χαρακτήριζαν “το μεγαλύτερο αποκριάτικο πάρτι” στην κοσμική Αθήνα. Επί 20 και βάλε χρόνια τα αποκριάτικα πάρτι μας ήταν σταθμός στην κοσμική Αθήνα. Το ένα πάρτι ήταν καλύτερο από το άλλο! Την επιτυχημένη συνταγή κεφιού και φαντασίας την είχε ο εκδότης Θεοχάρης Φιλιππόπουλος, ο δικηγόρος Στέλιος Μιχαλόπουλος κι εγώ. Φυσικά, και οι καλεσμένοι μας. Αυστηρός όρος, να είναι όλοι μασκαρεμένοι. Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν καθοριστικά για την εξέλιξη και τη δημιουργία ενός μύθου. Κάθε καλεσμένος στο αποκριάτικο πάρτι μας διαλέγει ή ράβει τη στολή του μήνες πριν, με το ίδιο πάθος και την ίδια ιεροτελεστία την οποία έχουν οι συμμετέχοντας στο Πατρινό Καρναβάλι. Η ημερομηνία για το πάρτι μας ήταν λίγο έως πολύ γνωστή, μέσα στον Φεβρουάριο, και όλοι ανυπομονούσαν για την περίφημη πρόσκληση…»
Το Κτήμα Νάσιουτζικ δεν ήταν όμως ποτέ απλώς ένας χώρος διοργάνωσης κοινωνικών εκδηλώσεων, πάρτι κ.λπ. Ο ιδρυτής του, ο αποβιώσας από τον Αύγουστο του 2013 Γιώργος Νάσιουτζικ, το φανταζόταν ως μουσείο, χώρο πολιτισμού, θύλακα μιας εκδοχής της κοινωνικής και ιδιωτικής ζωής ανώτερης ποιότητας και αισθητικής. Γι’ αυτό άλλωστε και θεώρησε το Μουσείο Μπενάκη τον ιδανικό συνεχιστή των προσπαθειών του, αλλά και τον ανιψιό του Νίκο, στους οποίους και μοίρασε τα κτίσματά του και τα εκτάριά του αντίστοιχα. Οπως όμως ισχυρίζεται ο Νίκος Νάσιουτζικ, αγαπημένος ανιψιός και στενός συνεργάτης του δημιουργού του κτήματος, το Μουσείο Μπενάκη αποδείχθηκε ανάξιος κληρονόμος. Οι υπεύθυνοι εκ μέρους του μουσείου ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν σοβαρά για την αξιοποίηση των εγκαταστάσεων και των πολύτιμων ιστορικών κειμηλίων που άφησε ο Γιώργος Νάσιουτζικ. Ακούγεται οξύμωρο, αλλά το Μουσείο Μπενάκη, ένας από τους πιο σημαντικούς οργανισμούς διαφύλαξης της πολιτιστικής παράδοσης που διαθέτει η Ελλάδα, παραμέλησε και εγκατέλειψε στην τύχη του το Κτήμα Νάσιουτζικ. Το αποτέλεσμα είναι εκτεταμένη καταστροφή σε κτίρια και αντικείμενα…
Πηγή: Espresso
Μεσανατολίτικη αισθητική, όπως όλοι οι Ελληνες.