Η Κατερίνα Στανίση είναι μία από τις τελευταίες γνήσιες λαϊκές φωνές της γενιάς που φεύγει, αφήνοντας πίσω μια τεράστια κληρονομιά σε καψουροτράγουδα που έκαναν τον ελληνικό λαό να διασκεδάσει με την ψυχή του.
- Από τον Νίκο Νικόλιζα
Παιδί μεταναστών στη Γερμανία, από δεκαπέντε ετών κατάφερε να μπει στο τραγούδι και να τραγουδήσει δίπλα σε λαϊκά είδωλα που σήμερα τα θεωρούμε ιερά τέρατα στο ελληνικό τραγούδι, όπως είναι η Ρίτα Σακελλαρίου, η Μαίρη Λίντα, ο Δημήτρης Μητροπάνος, ο Γιώργος Νταλάρας και τόσοι άλλοι, γράφοντας χιλιόμετρα πάνω στις πίστες.
Πριν από λίγες ημέρες, και ενώ η Κατερίνα Στανίση εντάχθηκε σε πρόγραμμα γνωστού νυχτερινού κέντρου με τον Ηλία Βρεττό και την Κέλλυ Κελεκίδου, κάνοντας το μαγαζί να «σπάει πόρτες» από τη στιγμή που ξεκίνησε, ξαφνικά οι δύο νεαροί τραγουδιστές έφυγαν από το νυχτερινό κέντρο, αφήνοντας σύξυλο τόσο το προσωπικό και τη διεύθυνση του καταστήματος όσο και τη σπουδαία λαϊκή τραγουδίστρια. Μάλιστα, βγήκε στον «αέρα» και στα ρεπορτάζ ότι ο Ηλίας Βρεττός αποφάσισε να φύγει από το νυχτερινό κέντρο γιατί ο ερχομός της Στανίση θα του «χαλούσε την εικόνα». Κάτι που διέψευσε ο ίδιος…
Μου ξεκίνησες την κουβέντα μας με την μεγάλη απώλεια της Καίτης Γκρέυ που υπήρξε και φίλη σου…
Με την Γκρέυ είχαμε φιλικές σχέσεις από παλιά. Κυρίως όμως ήρθαμε κοντά τότε που τραγουδούσε στο Διογένης Παλλάς με την Πόλυ Πάνου, τη Μαίρη Λίντα και την Κωνσταντίνα. Πηγαίναμε, τις ακούγαμε και η Καίτη πάντα ερχόταν στο τραπέζι μας και μας τραγουδούσε. Μάλιστα, πάντα έπαιρνα και τη μάνα μου κοντά. Και ενώ τότε ήταν ήδη μεγάλη γυναίκα σε ηλικία, δεν μπορεί κανείς να φανταστεί πόσο γυναικείο ταμπεραμέντο έβγαζε.
Πήρες μαθήματα εσύ από αυτές τις τραγουδίστριες;
Δεν θα μπορούσα να μην πάρω μαθήματα, γιατί μεγάλωσα σε λαϊκογειτονιά στη Γερμανία, εκεί που ήταν μετανάστες. Πιο πριν, όταν ήμουν σε πολύ μικρή ηλικία, αυτές τις φωνές τις άκουγα στη Νάουσα όπου γεννήθηκα. Μάλιστα, στην πλατεία είχαν τα τζουκ μποξ και ακούγαμε Καζαντζίδη, Γκρέυ και Πόλυ Πάνου.
Στους κινηματογράφους η ταινία «Υπάρχω» με θέμα τη ζωή του Καζαντζίδη κάνει θραύση. Εσύ τραγούδησες με τον Στέλιο. Τι ήταν τελικά ο Καζαντζίδης για τον λαό;
Ο Καζαντζίδης ήταν για τους Ελληνες η ψυχή τους. Στη Γερμανία ακούγαμε Καζαντζίδη και κλαίγαμε, διότι εξέφραζε τον πόνο κάθε Ελληνα. Βέβαια, οφείλω να πω ότι η μισή μου καριέρα οφείλεται στον Στέλιο, αν και ήμουν ήδη φτασμένη τραγουδίστρια. Ωστόσο, όταν είπαμε το ντουέτο «Δεν είσαι εσύ», απογειώθηκε η καριέρα μου. Μετά με έβαλε και τραγούδησα κι άλλα δικά του τραγούδια σε άλλους δύο δίσκους κι έτσι κατάφερα να κερδίσω ακόμα μεγαλύτερο κοινό. Με τον Στέλιο δεν κάναμε μόνο τα τραγούδια και τέλος. Είχαμε πολύ φιλικές σχέσεις. Πήγαινα στο σπίτι του, με συμβούλευε συνέχεια και ό,τι μου είχε πει τα βρήκα μπροστά μου. Ηταν πολύ φιλοσοφημένος και τα περισσότερα τα είχε ζήσει. Μιλούσες με τον Καζαντζίδη και νόμιζες ότι μιλούσες με τον γείτονά σου. Τόσο απλός!
Πριν από λίγες ημέρες έγινε μεγάλος ντόρος στο μαγαζί όπου εμφανίζεσαι με την αποχώρηση του Βρεττού και της Κελεκίδου. Τι συνέβη;
Πολλά λέγονται… Κάπως αλλιώς το είχαν προγραμματίσει, κάπως αλλιώς το είχαν δει. Τι να πω… Εγώ μπορώ να είμαι σε οποιοδήποτε σχήμα. Δεν ξέρεις όμως κάθε τραγουδιστής… αυτό είναι μπουζουξίδικο, είναι μπουζούκια, λαϊκό μαγαζί. Ερχονται από νέους μέχρι και οικογένειες. Εκείνοι μπορεί να ήταν για άλλους χώρους, για πιο κλαμπ. Και μπορεί να το είχαν δει έτσι. Μπορεί και να μη μας θέλουν εμάς τους πιο παλιούς, ρε παιδί μου. Είναι κι αυτό! Στο βάθος βάθος, και θα μιλήσω πιο γενικά, νομίζουν ότι τους κλέβεις την παράσταση.
Ναι, αλλά όπως μας είπαν και από το νυχτερινό κέντρο, εσύ το γέμιζες το μαγαζί…
Λογικό δεν είναι; Είμαι πενήντα χρόνια τραγουδίστρια και σαράντα έξι χρόνια στη δισκογραφία και δεν θέλω να περιαυτολογήσω. Οταν όμως έχεις μια επιτυχημένη τραγουδίστρια, με τόσες επιτυχίες, δεν θα φέρει κόσμο;
Σηκώθηκες ποτέ να φύγεις από μαγαζί;
Είσαι καλά; Κι εγώ τότε ήθελα να ανοίξω τα φτερά μου να πετάξω και να τραγουδήσω μόνη μου και είχα φιλοδοξίες. Ομως δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Σεβόμουν όλους τους παλιούς και τραγούδησα δίπλα τους σαν μαθήτρια και σε όλους έκανα φωνητικά. Μάθαινα από αυτούς τους ανθρώπους. Και τι έμαθα; Να είμαι καλή απέναντι στον κόσμο και να σέβομαι. Οχι κάναμε έναν δίσκο και τελείωσε. Τους πιο παλιούς σήμερα δεν τους θέλουν.
Οταν βγαίνεις στην πίστα και βλέπεις τόσο κόσμο να σε περιμένει, πώς αισθάνεσαι;
Οσο περνάνε τα χρόνια τόσο πιο πολύ ο κόσμος σε σέβεται και θέλει να σ’ ακούσει. Και δεν είναι μόνο για τα τραγούδια σου, αλλά και για τη στάση ζωής που έχεις κρατήσει. Τον κόσμο δεν μπορείς να τον κοροϊδέψεις εύκολα. Με δυσκολία κάθε φορά συγκρατώ τα δάκρυά μου. Και λέω κάθε φορά: «Ρε Κατερίνα, για να σηκώνεται ο κόσμος να σε αγκαλιάζει, κάτι έχεις κάνει καλά!» Μια φορά ο Καζαντζίδης μου είχε πει: «Κατερίνα, πάντα είχα δίπλα μου καλά μπουζούκια. Πολύ καλά και κορυφαίες ορχήστρες. Αλλά όταν έβγαινε ο Χιώτης στην πίστα, άλλαζε όλο το μαγαζί. Ο Χιώτης είχε γκελ, είχε άστρο!»
Ολα αυτά τα χρόνια πληρώθηκες καλά;
Δεν μπορώ να πω ότι δεν πληρώθηκα, ότι δεν δούλεψα, ότι δεν είχα προτάσεις. Ομως αυτά που παίρνω είναι πολύ λιγότερα από αυτά που δίνω πάνω στην πίστα. Οταν είμαι σε ένα μαγαζί, το θεωρώ δικό μου.
Το τραγούδι «Συγγνώμη, κύριε, ποιος είστε;» του Καρβέλα τι ιστορία έχει πίσω του;
Θα γελάσεις πώς γράφτηκε αυτό. Βρέθηκα τότε με τον Καρβέλα και ήταν και η μάνα του με την Αννα. Γυρνούσαμε στο δωμάτιο και μου έλεγε κάποια πράγματα για τη Βίσση που τη βοήθησε και τέτοια. Φεύγοντας λοιπόν εγώ, του λέω: «Συγγνώμη, κύριε, ποιος είστε…» Και πιάνει αυτή τη φράση. Μου τηλεφωνεί και μου λέει: «Ελα από το σπίτι. Το ‘χουμε το νέο τραγούδι». Πηγαίνω και μου διαβάζει τους στίχους. Μάλιστα κάπου λέει: «Πήγαινε στη γυναίκα σου». Τον διορθώνω για να το πάω στη δική μου γλώσσα και του λέω: «Τράβα στη γυναίκα σου, που σε περιμένει». Και βγαίνει και γίνεται το σώσε. Με τον Καρβέλα περάσαμε πολύ καλά και κάναμε σουξεδάρες. Τραγούδια πολύ καλά μου έδωσαν επίσης ο Μουσαφίρης, ο Σούκας, ο Γιατράς, ο Χρυσοβέργης, ο Πολυκανδριώτης και ο Καραλής, που θα μείνουν για πάντα.
Μετάνιωσες που δεν έκανες μια ολοκληρωμένη οικογένεια έχοντας έναν σύντροφο και ένα παιδί στο πλευρό σου;
Οσο ήμουν πιο νέα υπολόγιζα πολύ σε μια ολοκληρωμένη οικογένεια. Το παιδί όμως, με τους συντρόφους που είχα στη ζωή μου, δεν έπρεπε να έρθει. Δεν ήταν κατάλληλοι άνθρωποι για οικογένεια. Δεν μπορείς να συμβαδίζεις με τον κάθε άνθρωπο. Τον έναν τον συμπαθείς, τον άλλον τον αγαπάς, με τον άλλον είσαι ερωτευμένη. Δεν έρχονται πάντα τα πράγματα όπως τα θέλεις εσύ.
Είσαι ευτυχισμένη με τη ζωή σου;
Ευτυχισμένος γίνεσαι μόνος σου. Μην περιμένεις πάντοτε από τον άλλον να σε κάνει ευτυχισμένο.
Το «Μυστικέ μου έρωτα» πώς γράφτηκε, αλήθεια;
Το τραγούδι αυτό γράφτηκε όταν ήμουν 19 χρονών. Τραγουδούσα τότε στο μαγαζί του Κώστα Καρουσάκη με τη Ρίτα Σακελλαρίου, τη Μαίρη Λίντα, τη Μαίρη Μαράντη και τον Καρουσάκη. Τότε, όταν τελειώναμε το πρόγραμμα στα μαγαζιά, καθόμασταν, τρώγαμε όλοι μαζί σούπα και οι συνθέτες μάς έλεγαν διάφορα τραγούδια, τα οποία τα κάναμε και πρόβα. Τότε ο Μουσαφίρης έδινε τραγούδια στη Ρίτα και στις άλλες μεγάλες φίρμες, αλλά εγώ τα προβάριζα πρώτη γιατί με θεωρούσε καλή φωνή. Τα έλεγα εγώ πρώτη και μετά τα έδινε σ’ αυτές. Δικαιολογημένα, δηλαδή. Μια, δυο, τρεις, τον πιάνω και του λέω: «Ρε μαέστρο, θέλω να μου δώσεις και μένα ένα τραγούδι να το πω σε δίσκο». Μου έβαζαν βέβαια λόγια και οι μουσικοί που έλεγαν ότι είμαι καλή φωνή. «Μην είσαι πίσω από τη φωνή της Ρίτας συνέχεια» και τέτοια (πρέπει να γράψω βιβλίο εγώ, ρε μάγκα). Και μου λέει: «Θα σ’ το δώσω το τραγούδι και σου ορκίζομαι στο παιδί μου θα το ηχογραφήσεις εσύ». Μόλις κάνω πρόβα στο μαγαζί το «Μυστικέ μου έρωτα», όλες οι φίρμες έπεσαν πάνω του να τον φάνε. Για δύο χρόνια το τραγουδούσα στο μαγαζί και να πέφτουν όλες οι φίρμες πάνω του για να το περάσουν στον δίσκο. Είχα κάνει τότε συμβόλαιο με τη δισκογραφική αλλά δεν με έβαζαν στούντιο να τραγουδήσω. Επεσα πάνω του, τον παρακάλεσα κι έτσι ήρθε η ώρα και το ‘πα. Χάλασε ο κόσμος. Εκοψε 80.000 αντίτυπα και απανωτά ήρθε η πρόταση του Νταλάρα με τον οποίο γυρίσαμε όλη τη Γη!
Πολλοί λένε ότι όλοι εσείς οι παλιοί πρέπει να σταματάτε πριν σας σταματήσει το κοινό…
Τώρα δεν είναι όπως παλιά που τραγουδούσαμε νύχτα και μέρα χωρίς σταματημό. Κάνουμε μεγάλα διαλείμματα και η φωνή δεν κουράζεται. Αντέχει. Είναι πολύ σημαντικό ο καλλιτέχνης να κάνει κάποιες παραστάσεις και να λέει στον κόσμο ότι είναι παρών. Εμείς με τον κόσμο αυτόν μεγαλώσαμε. Εχουν πει πολλά για όλους τους παλιούς. Αν κάποιος καλλιτέχνης είναι καλά στην υγεία του και η φωνή του και τα πόδια του αντέχουν, γιατί να μη βγει να τραγουδήσει ή να παίξει στο θέατρο; Αξία δίνουν οι παλιοί καλλιτέχνες στη νέα γενιά. Το ότι μεγαλώνεις δεν πάει να πει ότι πρέπει να κλειστείς και στο σπίτι σου. Εγώ πάντως ακούω το ευρύ κοινό!
Πηγή: Espresso