Ηταν τρεις αιώνες πριν, εκεί κάπου στο 1876, όταν πρωτοκυκλοφόρησε το εβδομαδιαίο λογοτεχνικό περιοδικό με το όνομα «Εστία». Διευθυντής του ο Παύλος Διομήδης.
Πολύ γρήγορα, την ίδια εκείνη χρόνια, ο Διομήδης παραδίδει τα ηνία της «Εστίας» στον ποιητή Γεώργιο Δροσίνη, που μετατρέπει το περιοδικό σε εφημερίδα. Ετσι ξεκίνησε η ιστορία, να γράφει τα κεφάλαια μιας εφημερίδας, της «Εστίας», που πέρασε από τον Δροσίνη, στον Αδωνη Κύρου το 1898, στους γιους του, Αχιλλέα και Κύρο, το 1918, και εντεύθεν, για να φθάσει στο σήμερα. Περνώντας από σαράντα κύματα, ανά τους αιώνες, επέζησε και τώρα, πάει μπροστά στο μέλλον.
Αυτή η ιστορική εφημερίδα ζει και βασιλεύει, εν έτει 2021. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά κάνει ένα ακόμη βήμα στη σύγχρονη εποχή, στην οποία πλέον ανήκει. Αύριο 24 Οκτωβρίου κυκλοφορεί η «Εστία της Κυριακής», το κυριακάτικο φύλλο της ιστορικής εφημερίδας! Τοποθετείται εκ νέου στον «ρου της ανανέωσης», αφού, ως γνωστόν, ότι «δεν αλλάζει, πεθαίνει». Γιατί, όπως χαρακτηριστικά λέει ο σημερινός διευθυντής της Μανώλης Κοττάκης: «Δεν πεθαίνουν οι εφημερίδες. Η σκέψη πεθαίνει».
Η «Εστία», λοιπόν, αποφάσισε να μην αφήσει την σκέψη να πεθάνει, παρότι η εποχή δεν ενδείκνυνται για αλλαγές, και είναι για τον Τύπο η δυσκολότερη από ποτέ…
«Η εποχή αλλάζει, δεν είναι εύκολη. Δεν προσφέρεται για “ηρωισμούς”. Τόσο ο εκδότης του Ομίλου “Εστία Επενδυτική” Ιωάννης Φιλιππάκης, ο οποίος είχε την ιδέα, όμως, όσο και όλοι εμείς που αναλαμβάνουμε το βάρος ευθύνης της έκδοσης, πιστεύουμε βαθιά μέσα μας σε ένα πράγμα: Δεν πεθαίνουν οι εφημερίδες. Η σκέψη πεθαίνει! Και εμείς θεωρούμε ότι με τις δυνάμεις μας μπορούμε να αναστήσουμε την σκέψη. Μπορούμε να ταράξουμε τα λιμνάζοντα ύδατα. Μπορούμε να επιστρέψουμε στη δημοσιογραφία που αναδεικνύει τα σπουδαία και τα σημαντικά. Τη δημοσιογραφία που έχει άποψη και δεν διστάζει να “πλοηγήσει” τον αναγνώστη σε νέους δρόμους» υποστηρίζει ο Μανώλης Κοττάκης.
Η απόφαση των ιθυνόντων της εφημερίδας να κάνουν το επόμενο βήμα δεν ήταν εύκολη και πάντως πέρασε από τη βάσανο της σκέψης ότι τα πάντα… έχουν μεταφερθεί στο διαδίκτυο.
«Ποια τύχη μπορεί να έχει η έκδοση μιας ακόμη εφημερίδας όταν οι Ελληνες έχουν εγκαταλείψει το χαρτί και “χαϊδεύουν” όλη μέρα σκυφτοί το κινητό τους αναζητώντας πληροφόρηση στη μικρή τετράγωνη οθόνη του; Με ποια επιχειρήματα μπορεί να πείσει κανείς τη νέα γενιά να σπεύσει έως το πλησιέστερο σημείο πώλησης να αγοράσει εφημερίδα όταν εκείνη καθηλωμένη ξενυχτά μπροστά στον υπολογιστή της για να μαθαίνει τα νέα από ασύντακτες συλλογικότητες και από ερασιτέχνες ρεπόρτερ μέσω του facebook με τη γνωστή διαδικασία της διασποράς που αγγλιστί ονομάζεται Share; Είναι δυνατόν το “τυπωθήτω” να ανταγωνιστεί την “google”; Αυτές τις ερωτήσεις κάναμε στους εαυτούς μας όταν λάβαμε την απόφαση να προχωρήσουμε στην έκδοση της κυριακάτικης έκδοσης της “Εστίας”» συμπληρώνει ο Μανώλης Κοττάκης.
Και είναι αλήθεια ότι διαδίκτυο ενισχύεται, το νεανικό κοινό απομακρύνεται από το γραπτό κείμενο, επεκτείνεται η κουλτούρα τού δωρεάν, γενικεύεται η πειρατεία. Ο γραπτός Τύπος εγκαταλείπεται από τους αναγνώστες και τους διαφημιστές. Ολοι μιλούν, και δικαίως, για κρίση του Τύπου.
Ομως η απάντηση των εκδοτών της «Εστίας» σε όλα αυτά, και με ένα στόμα, είναι η εξής: «Εμείς θεωρούμε ότι με τις δυνάμεις μας μπορούμε να αναστήσουμε την σκέψη. Μπορούμε να ταράξουμε τα λιμνάζοντα ύδατα. Μπορούμε να επιστρέψουμε στη δημοσιογραφία που αναδεικνύει τα σπουδαία και τα σημαντικά. Τη δημοσιογραφία που έχει άποψη και δεν διστάζει να “πλοηγήσει” τον αναγνώστη σε νέους δρόμους. Τη δημοσιογραφία που έχει την πληροφορία και δεν την κρύβει, δεν τη “θάβει”. Τη δημοσιογραφία της εμπιστοσύνης. Θεωρούμε ότι οι εφημερίδες έχουν μέλλον αν αποκαλύπτουν τις ειδήσεις, και δεν τις αποσιωπούν. Αν έχουν επιρροή και παρέμβαση στις κοινωνίες. “Επίδραση”, πιο σωστά, για να χρησιμοποιήσουμε μια λέξη του σπουδαίου Γιώργου Θεοτοκά».
Η εφημερίδα «Εστία» είναι ένα από τα τελευταία οχυρά σε μια Ελλάδα όπου η απαλλαγή της γραφής από την ιστορική της μνήμη, τα πνεύματα και τους τόνους, θεωρείται πρόοδος και η αναπαραγωγή της «καρέτα-καρέτα» σημαντικότερη από τη διατήρηση του γλωσσικού μας πλούτου.
«Με τις σκέψεις αυτές, ως πυξίδα και με προίκα μας τα 145 χρόνια εγκυρότητος και τους 3 αιώνες προσφοράς προς την πατρίδα προχωρούμε από τις 24 Οκτωβρίου στην έκδοση της “Εστίας της Κυριακής”. Μιας εφημερίδας σαράντα σελίδων, σε μεγάλο σχήμα, που σχεδίασε ο άλλοτε συνεργάτης του Χρήστου Λαμπράκη και του Παύλου Μπακογιάννη, Κώστας Γεωργίου. Φιλοδοξούμε να περιγράψουμε έναν κόσμο τη στιγμή που αλλάζει χωρίς να μας ξεφεύγει τίποτε. Και αν μπορούμε, στο μέτρο του δυνατού, να αξιοποιήσουμε αυτόν τον ιστορικό προμαχώνα του Τύπου που μας παραδόθηκε άθικτος από την οικογένεια Κύρου έπειτα από 3 αιώνες αδιάκοπης κυκλοφορίας για να επιδράσουμε στο μέτρο του δυνατού στη διαμόρφωσή του. Δεν θα είναι εύκολο, θα το παλέψουμε. Είθε να σας έχουμε δίπλα μας. Μότο μας η σκέψη της Λίνας Νικολακοπούλου: “Ελλάδα είναι το βλέμμα μου, ο τρόπος που κοιτάζω τον κόσμο”» είναι τα αισιόδοξα λόγια του διευθυντή της Μανώλη Κοττάκη.
Η «Εστία της Κυριακής» έχει αξιολογότατους συνεργάτες, όπως ο Ελευθέριος Σκιαδάς, ο Διαμαντής Σεϊτανίδης (διευθυντής σύνταξης), η Ζέζα Ζήκου (σύμβουλος έκδοσης), οι Μάκης Δεληπέτρος και Δημήτρης Θωμάς (αρχισυντάκτες) και ένα επιτελείο εκλεκτών συνεργατών,
μεταξύ των οποίων οι έμπειροι Μύρνα Νικολαΐδου, Χαρίκλεια Δημακοπούλου, Δημήτρης Καπράνος, Γιώργος Κουρής, Κώστας Καββαθάς, Ιωάννα Κλεφτόγιαννη. Γιώργος Αποστολίδης κ.ά.
Η «Εστία της Κυριακής» θα κυκλοφορεί κάθε Κυριακή με ένα ειδικό ένθετο, επιλογές από τη μακραίωνη πορεία της στον Τύπο που θα επιμελείται ο Ελευθέριος Σκιαδάς και οι συνεργάτες του, και θα συνοδεύεται από ανατυπώσεις παλαιοτέρων φύλλων. Θα αναδεικνύει μέσα από τις σελίδες της τέχνης την Οικουμενικότητα του Ελληνικού Πολιτισμού. Θα αποκαλύπτει μέσα από τις σελίδες της οικονομίας τις ισχυρές διεργασίες που συντελούνται στο εσωτερικό μιας χώρας που οδεύει προς τη μετάβαση σε νέα σχήματα και στην επανεκκίνηση. Θα φωτίζει με τόλμη τις αθέατες πτυχές μιας γεωπολιτικής αναμέτρησης που προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες αλλά και προκαλεί τεράστιους κινδύνους για την πατρίδα μας. Θα ταξιδεύει στην άγονη γραμμή του Αιγαίου, στην παραμεθόριο, στη συμπρωτεύουσα Θεσσαλονίκη και στον Απόδημο Ελληνισμό. Και βεβαίως θα «ζωγραφίζει» μέσα από τις σελίδες της πολιτικής μια κοινωνία που σταδιακά αλλάζει αμφισβητώντας την τρομαγμένη ελίτ. Κάθε μήνα η εφημερίδα θα κυκλοφορεί με την ειδική πολυτελή έκδοση «Εστιάζω» που διευθύνει η Εμιλυ Παπαπαναγιώτου.
Διεθνείς αλλά και εγχώριοι αναλυτές του Τύπου θεωρούν πως το μεγαλύτερο όπλο των εφημερίδων σήμερα είναι η σοβαρή και καλή δημοσιογραφία – όχι με ειδήσεις που θα είναι ήδη γνωστές από τα ηλεκτρονικά μέσα, αλλά με αναλύσεις, έρευνες και σχόλια που θα δίνουν το πλεονέκτημα στους αναγνώστες εφημερίδων.
Η κρίση θα περάσει. Η ανάγκη για σωστή ενημέρωση είναι μόνιμη. Το στοίχημα των εφημερίδων δεν είναι να είναι πρώτες με την είδηση, αλλά καλύτερες στην ερμηνεία, στην ανάλυση. Και οι καλύτερες θα επιζήσουν.