Ο φόνος του Νικηφόρου από το χέρι του Λάζαρου, καθώς και το μήνυμα που κατηγορεί τον Παύλο για τον θάνατο του Βασίλη, 22 χρόνια πριν, δημιουργεί πάλι σχίσμα ανάμεσα στις δύο οικογένειες και ο σασμός φαίνεται να ματαιώνεται οριστικά. «Πάντα κάτι συμβαίνει. Φαίνεται, μαμά, πως δεν είναι γραφτό να γίνει σασμός. Κανείς δεν μας θέλει με τον Αστέρη μαζί και το σύμπαν μάς το δείχνει. Μέχρι και η Καλλιόπη είχε συμφωνήσει και τώρα δεν θέλει να μας βλέπει στα μάτια της», θα πει στη Μαρίνα που την ακούει πάντα με προσοχή. Ωστόσο και αυτή τη φορά η Μαρίνα θα προσπαθήσει να την καθησυχάσει, όμως ταυτόχρονα θα τονίσει το πόσο την άγγιξε ο θάνατος του Νικηφόρου. «Είναι σαν να ζω ξανά τον θάνατο του Πετρή μας. Σαν να μου ξερίζωσαν και πάλι την καρδιά». Η Αργυρώ θα της απαντήσει με μια μεγάλη αγκαλιά.
Η Βασιλική κατηγορεί την Καλλιόπη ανοιχτά για τον θάνατο του γιου της. «Τι είναι αυτά που λες, νύφη μου; Είναι δυνατόν να ήθελα εγώ το κακό του εγγονού μου; Χίλιες φορές να ήμουν εγώ στη θέση του. Η καρδιά μου έχει σταματήσει να χτυπάει», της λέει και η γυναίκα του Μαθιού τη διώχνει από το σπίτι της. «Εσύ τόσα χρόνια τον πότιζες με το φαρμάκι σου για το μίσος που έχεις απέναντι στους Βρουλάκηδες. Το ίδιο έκανες και στα παιδιά σου. Και να το αποτέλεσμα. Ο Νικηφόρος εσένα άκουσε, τα δικά σου λόγια όπλισαν το χέρι του. Δεν θέλω να σε ξαναδώ στα μάτια μου μπροστά», της μηνύει και ο Μαθιός παρακαλεί τη μητέρα του να κάνει υπομονή μέχρι να της περάσει ο θυμός.
Η Μαρίνα βλέποντας τα χειρότερα να τους χτυπούν την πόρτα, μιλάει στον Αστέρη και τον πείθει, όταν η κατάσταση ηρεμήσει, να πάρει την κόρη της και το παιδί και να φύγουν μακριά από την Κρήτη για να μην τους βρει κανένα κακό.