Πλαφόν στις προπληρωμένες κάρτες και τέλος στην ανωνυμία των συναλλαγών με κρυπτονομίσματα επιχειρεί να βάλει η κυβέρνηση, προκειμένου να περιορίσει τις διαδρομές του μαύρου χρήματος.
Με σχέδιο νόμου που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από το υπουργείο Οικονομικών, μπαίνουν στο μικροσκόπιο χιλιάδες ύποπτες συναλλαγές, ενώ μια σειρά επαγγελματιών υποχρεούνται να συμπράξουν στον εντοπισμό ύποπτων συναλλαγών.
Με διάταξη, που εντάχθηκε στο νομοσχέδιο «Τροποποίηση του ν. 4557/2018 (Α’ 139) για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας», μπαίνει όριο στις συναλλαγές που θα μπορούν να πραγματοποιούνται με προπληρωμένες (και κατά κανόνα δύσκολα ανιχνεύσιμες) κάρτες. Το ανώτατο ποσό που αποθηκεύεται ηλεκτρονικά δεν υπερβαίνει τα 150 ευρώ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στην Ελλάδα.
Η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες αποκτά πρόσβαση σε πολύ περισσότερες πληροφορίες για να διευκολυνθεί ο εντοπισμός του μαύρου χρήματος. Στο πλαίσιο αυτό, υπό παρακολούθηση θα τελεί πλέον οποιαδήποτε συναλλαγή άνω των 1.000 ευρώ, εκτελείται τουλάχιστον εν μέρει ηλεκτρονικά για λογαριασμό ενός πληρωτή μέσω ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών με σκοπό να τεθεί χρηματικό ποσό στη διάθεση κάποιου δικαιούχου μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ασχέτως εάν πληρωτής και δικαιούχος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο και ασχέτως εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή και αυτός του δικαιούχου είναι ο ίδιος.
Παράλληλα, μπαίνει τέλος στην ανωνυμία των συναλλαγών που γίνονται με bitcoin και άλλα κρυπτονομίσματα, δίνοντας το δικαίωμα στις ελεγκτικές Αρχές να ζητούν αναλυτικά στοιχεία για τη συναλλαγή, εφόσον υπάρχει υπόνοια για διακίνηση μαύρου χρήματος.
H νέα νομοθεσία «αγγίζει» τα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων σε μετρητά και τις εταιρίες που διαχειρίζονται πλατφόρμες ανταλλαγής. Οι πάροχοι τέτοιου είδους υπηρεσιών και οι αντίστοιχες εταιρίες θα υποχρεώνονται σε καταχώριση στο εκάστοτε επίσημο μητρώο της χώρας στην οποία δραστηριοποιούνται και στη συμμόρφωση με όλα τα μέτρα της σχετικής νομοθεσίας, ξεκινώντας φυσικά από την απαραίτητη συλλογή στοιχείων για την πλήρη ταυτοποίηση των πελατών τους, όπως ακριβώς γίνεται με τις τράπεζες και άλλα πιστωτικά ιδρύματα πληρωμών ηλεκτρονικού χρήματος.
Ως υπόλογοι για τη διακίνηση του μαύρου χρήματος, εάν περάσει από τα χέρια τους ύποπτη συναλλαγή, ορίζονται, μεταξύ άλλων, τραπεζικοί υπάλληλοι, δικηγόροι, λογιστές, συμβολαιογράφοι, μεσίτες ακινήτων, έμποροι και οι εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας, οι οποίοι οφείλουν να εφαρμόζουν μέτρα «δέουσας επιμέλειας».