«Τρύπα» 50 δισ. ευρώ αναμένεται να ανοίξει η πολυδιαφημισμένη «μεταρρύθμιση» του Ασφαλιστικού, για την οποία ενημέρωσε αναλυτικά τη Βουλή ο υφυπουργός Εργασίας, Πάνος Τσακλόγλου.
Όπως προανήγγειλε, η δημόσια επικουρική ασφάλιση σταδιακά μετατρέπεται από διανεμητική σε κεφαλαιοποιητική, με τη δημιουργία «ατομικού κουμπαρά» για κάθε νέο ασφαλισμένο μετά την 1η Ιανουαρίου του 2022. Ενημέρωσε, μάλιστα, πως το νέο σχήμα θα καλύπτει νεοεισερχομένους με υποχρέωση επικουρικής ασφάλισης και εργαζομένους κάτω των 35 ετών, αλλά σε προαιρετική βάση.
Όσο για το πόσο θα κοστίζει η μετάβαση, ο Πάνος Τσακλόγλου ισχυρίστηκε ότι μεσοπρόθεσμα το κόστος αυτό θα είναι χαμηλότερο από τα 50 δισ. ευρώ που αναφέρονται στον δημόσιο διάλογο, απέφυγε, ωστόσο, αριστοτεχνικά να αναφέρει πόσο τελικά θα είναι το κόστος. Επέμεινε δε ότι μακροπρόθεσμα το όφελος θα είναι σημαντικό.
Ο υφυπουργός επικαλέστηκε τη γήρανση του πληθυσμού για να αιτιολογήσει την αναμόρφωση του Ασφαλιστικού, περιγράφοντας με τα πιο μελανά χρώματα την παρούσα κατάσταση -κατά την προσφιλή τακτική της κυβέρνησης- και ισχυριζόμενος πως αν το σύστημα δεν αλλάξει, τότε «όχι απλώς πηγαίνουμε προς τον βράχο, αλλά γκαζώνουμε προς αυτόν». Απαντώντας δε στα ομαδικά πυρά της αντιπολίτευσης, την κάλεσε να… ξεχάσει τα περί ιδιωτικοποίησης, επιμένοντας ότι θα πρόκειται για Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου.
Να μη διανοηθεί
Την ίδια ώρα, να μη διανοηθεί να προωθήσει τέτοιου είδους ρύθμιση εν μέσω οικονομικής κρίσης και πανδημίας κάλεσε τον υφυπουργό ο ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, πως το κόστος της μετάβασης στο νέο σύστημα θα επιβαρύνει τους φορολογουμένους. Σφοδρή κριτική άσκησαν και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης -πλην του ΚΚΕ που αποχώρησε από τη συνεδρίαση-, προειδοποιώντας την κυβέρνηση πως θα βρει απέναντί της κόμματα και εργαζομένους, και συμπερασματικά οφείλει να καταθέσει τεκμηριωμένα στοιχεία, προτού καταθέσει νομοσχέδιο στη Βουλή.
Το δε Κίνημα Αλλαγής αναρωτήθηκε αν άλλαξαν τόσο δραματικά τα δεδομένα από τον Φεβρουάριο του 2020, όταν με βάση τη μελέτη της εθνικής αναλογιστικής Αρχής η κυβέρνηση μιλούσε για ένα σύστημα βιώσιμο, με επάρκεια για τις συντάξεις, έως το 2070.