Τον δρόμο για την ολοκλήρωση ενός… στοιχειωμένου έργου άνοιξε το Κεντρικό Συμβούλιο Χωροταξικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων.
Στη χθεσινή του συνεδρίαση, υπό την προεδρία του γενικού γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος Ευθύμιου Μπακογιάννη, το συμβούλιο γνωμοδότησε ομόφωνα ότι το υδροηλεκτρικό έργο Μεσοχώρας στον ποταμό Αχελώο είναι συμβατό με τον εθνικό και περιφερειακό χωροταξικό σχεδιασμό. Η θετική γνωμοδότηση αποτελεί το πρώτο βήμα για τη σύνταξη και την υποβολή από τη ΔΕΗ μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την έκδοση της νέας Απόφασης Εγκρισης Περιβαλλοντικών Ορων (ΑΕΠΟ).
Το έργο, για το οποίο η ΔΕΗ έχει δαπανήσει 280.000.000 ευρώ από το 1986 έως το 2011, είναι ήδη κατασκευασμένο στο μεγαλύτερο μέρος του (φράγμα, αγωγός προσαγωγής, σταθμός παραγωγής και συνοδά έργα) και υπολείπονται ορισμένες συμπληρωματικές εργασίες για το κλείσιμο του φράγματος. Η προηγούμενη ΑΕΠΟ εκδόθηκε το 2017, με απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος, και ακυρώθηκε με την απόφαση 2230/2020 του Συμβουλίου της Επικρατείας. «Η θετική γνωμοδότηση του ΚΕΣΥΧΩΘΑ αποτελεί το πρώτο βήμα για την ολοκλήρωση ενός σημαντικού έργου στην περιοχή της Θεσσαλίας, το οποίο έχει μπλοκάρει εδώ και πολλά έτη» υπογράμμισε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας.
Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ, από τη λειτουργία του ΥΗΕ Μεσοχώρας θα προκύψουν σημαντικά κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, όπως: α) παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας μη εξαρτώμενη από τον λιγνίτη ή το πετρέλαιο 362 GWh ετησίως, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της εκπομπής ρύπων οξειδίων αζώτου, θείου και άνθρακος στην ατμόσφαιρα, της κατανάλωσης των αποθεμάτων στερεών καυσίμων της χώρας και τη μείωση των εισαγόμενων καυσίμων, β) αποθήκευση νερού, εμπλουτισμός υδροφόρου ορίζοντα και καθοριστική συμβολή στην αντιπλημμυρική προστασία των γύρω περιοχών, λόγω της σημαντικής αποθηκευτικής ικανότητας 250.000.000 κ.μ. νερού ετησίως, γ) αποφυγή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) της τάξεως των 400.000 τόνων ετησίως και δ) συνεισφορά στην ικανοποίηση των συνεχώς αυξανόμενων αναγκών της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια, κυρίως κατά τους θερινούς μήνες.