Πάνω από 826.000 επιχειρήσεις, επιτηδευματίες και φυσικά πρόσωπα που επλήγησαν από την πανδημία έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίσουν σε 36 άτοκες ή 72 χαμηλότοκες δόσεις οφειλές οι οποίες «γεννήθηκαν» από τον Μάρτιο του 2020 έως και τον Ιούλιο 2021.
Το τελευταίο βήμα για την ενεργοποίηση του θεσμικού πλαισίου έγινε πριν από λίγες ημέρες με τη δημοσίευση της σχετικής υπουργικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Πλέον απομένει μόνο το άνοιγμα της ηλεκτρονικής πλατφόρμας για την υποβολή των αιτήσεων, κάτι που αναμένεται το αμέσως προσεχές διάστημα, με καταληκτική ημερομηνία την 31η Δεκεμβρίου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Yπουργείου Οικονομικών, τα κορωνοχρέη που μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση αφορούν 134.455 νομικά πρόσωπα (εταιρίες), 392.785 φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και 299.195 φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης ρύθμισης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 30 ευρώ και η πρώτη δόση θα πρέπει να καταβληθεί έως τις 31 Ιανουαρίου 2022. Η απόφαση που υπέγραψε ο υφυπουργός Οικονομικών Απόστολος Βεσυρόπουλος (ΦΕΚ B’ 3750/13.08.2021) καθορίζει την προθεσμία υποβολής των αιτήσεων για την υπαγωγή στη ρύθμιση, καθώς και όλες τις λεπτομέρειες εφαρμογής της.
Ποιοι λογίζονται ως πληγέντες
Οι αιτήσεις μπορούν να περιλαμβάνουν όλες τις φορολογικές οφειλές που δημιουργήθηκαν εν μέσω πανδημίας, με κάποιες εξαιρέσεις, όπως ο φόρος εισοδήματος του 2020, που βεβαιώνεται με τα φετινά εκκαθαριστικά σημειώματα.
Ειδικότερα, στη ρύθμιση μπορούν, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, να υπαχθούν σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως και 72 μηνιαίες δόσεις οφειλές βεβαιωμένες στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες και στα Ελεγκτικά Κέντρα που κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης δεν τελούν σε καθεστώς άλλης ρύθμισης και έχουν βεβαιωθεί κατά το διάστημα από 1/3/2020 έως 31/7/2021, εφόσον πληρούνται ένα από τα ακόλουθα κριτήρια:
α) Εφόσον πρόκειται για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα, επιτηδευματίες, νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, που επλήγησαν λόγω των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid-19, έχουν κύριο ΚΑΔ δραστηριότητας που ορίζεται σε απόφαση υπουργού Οικονομικών.
β) Εφόσον πρόκειται για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες, είτε η σύμβαση εργασίας τους ανεστάλη για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα από 1/3/2020 έως 31/7/2021, είτε έλαβαν αποζημίωση ειδικού σκοπού με μονομερή δήλωση για οποιαδήποτε χρονικό διάστημα από 1/3/2020 έως 31/7/2021, είτε εντάχθηκαν στον μηχανισμό ενίσχυσης «Συνεργασία» για οποιαδήποτε χρονικό διάστημα από 1/3/2020 έως 31/07/2021, είτε έλαβαν μειωμένο μίσθωμα για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα από 1/3/2020 έως 31/7/2021 και έχουν αποζημιωθεί κατόπιν ελέγχου των δηλώσεων «Covid-19», είτε ήταν εγγεγραμμένοι στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ οποιοδήποτε διάστημα από 1/3/2020 έως 31/7/2021.
Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών στις ΔΟΥ και στα Ελεγκτικά Κέντρα που κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης δεν τελούν σε καθεστώς άλλης ρύθμισης και έχουν βεβαιωθεί κατά το διάστημα από 1/3/2020 έως 31/7/2021. Επιπλέον, εντάσσονται στη ρύθμιση, ανεξαρτήτως των ανωτέρω κριτηρίων και της ημερομηνίας βεβαίωσής τους, οφειλές για τις οποίες έχει χορηγηθεί αναστολή είσπραξης και παράταση καταβολής, σύμφωνα με την από 11/3/2020 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 55).
Τα είδη οφειλών
Συγκεκριμένα, στη ρύθμιση υπάγονται:
- Οι βεβαιωμένες στις ΔΟΥ και στα Ελεγκτικά Κέντρα οφειλές (ΦΠΑ, φόρος μισθωτών υπηρεσιών, φόρος κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής, πρόσθετοι φόροι και πρόστιμα φορολογικών και τελωνειακών ελέγχων) των οποίων οι προθεσμίες καταβολής έληγαν κανονικά από 11 Μαρτίου 2020 έως και 30 Ιουνίου 2020, αλλά παρατάθηκαν αρχικά για τέσσερις μήνες και εν συνεχεία όλες μαζί έως και την 31η Δεκεμβρίου 2021.
- Οι βεβαιωμένες στις ΔΟΥ και στα Ελεγκτικά Κέντρα οφειλές που ήταν ληξιπρόθεσμες την 11η Μαρτίου 2020 και η είσπραξή τους ανεστάλη αρχικά μέχρι και την 31η Αυγούστου 2020 και στη συνέχεια μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2021.
- Οι βεβαιωμένες στις ΔΟΥ και στα Ελεγκτικά Κέντρα οφειλές που ήταν ληξιπρόθεσμες την 1η Απριλίου 2020 και η είσπραξή τους ανεστάλη αρχικά μέχρι και την 31η Αυγούστου 2020 και στη συνέχεια μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2021.
- Οι βεβαιωμένες στις ΔΟΥ και στα Ελεγκτικά Κέντρα οφειλές που ήταν ληξιπρόθεσμες την 1η Μαΐου 2020 και η είσπραξή τους ανεστάλη αρχικά μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2020 και στη συνέχεια μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2021.
- Οι βεβαιωμένες στις ΔΟΥ και στα Ελεγκτικά Κέντρα οφειλές που ήταν ληξιπρόθεσμες την 1η Ιουνίου 2020 και η είσπραξή τους ανεστάλη αρχικά μέχρι και την 31η Οκτωβρίου 2020 και στη συνέχεια μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2021.
- Οι βεβαιωμένες στις ΔΟΥ και στα Ελεγκτικά Κέντρα οφειλές (ΦΠΑ, φόρος μισθωτών υπηρεσιών, φόρος κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής, πρόσθετοι φόροι και πρόστιμα φορολογικών και τελωνειακών ελέγχων) των οποίων οι προθεσμίες καταβολής έληγαν κανονικά τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2021 και η είσπραξή τους ανεστάλη μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2021.
- Λοιπές αρρύθμιστες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση, που βεβαιώθηκαν κατά τη χρονική περίοδο από τον Μάρτιο του 2020 έως και τον Ιούλιο του 2021, αλλά δεν κατέστη δυνατόν να εξοφληθούν εμπρόθεσμα, όπως οφειλές από ΦΠΑ φορολογικών περιόδων από τον Μάρτιο του 2020 έως τον Ιούνιο του 2021, από φόρο εισοδήματος, ειδική εισφορά αλληλεγγύης, τέλος επιτηδεύματος και φόρο πολυτελούς διαβίωσης φορολογικού έτους 2019, από ΕΝΦΙΑ του έτους 2020, που έμειναν απλήρωτες και αρρύθμιστες έως σήμερα. Περιλαμβάνονται επίσης έκτακτες φορολογικές οφειλές (από φόρους κληρονομιάς, δωρεάς, γονικής παροχής, μεταβίβασης ακινήτων, πρόστιμα οδικών, πολεοδομικών και λοιπών παραβάσεων βεβαιωμένα στις ΔΟΥ, πρόστιμα φορολογικών και τελωνειακών ελέγχων) που βεβαιώθηκαν εντός της περιόδου Μαρτίου 2020 – Ιουλίου 2021, αλλά δεν εξοφλήθηκαν εμπρόθεσμα και παρέμειναν αρρύθμιστες.
Τι μένει εκτός
Αντίθετα, δεν υπάγονται στη ρύθμιση:
- ο φόρος εισοδήματος φορολογικού έτους 2020
- οι οφειλές οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμίζονται και αφορούν ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή σύμφωνα με άλλες διατάξεις
- οι δόσεις ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής, βάσει δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
Η αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά έως και τις 31/12/2021 μέσω διαδικτυακής εφαρμογής για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά. Εξαιρετικά, σε περίπτωση που υφίσταται αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στην Υπηρεσία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), ο προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής. Η αίτηση για ρύθμιση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986. Όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται μόνο στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών υπηρεσία.
Πότε χάνεται η ρύθμιση
Στην υπουργική απόφαση περιγράφεται αναλυτικά και σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να χαθεί η ρύθμιση των δόσεων. Ειδικότερα, απώλεια της ρύθμισης επέρχεται εάν ο οφειλέτης δεν καταβάλει δύο συνεχείς μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών. Αυτό θα έχει ως συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου των οφειλών, σύμφωνα με τα στοιχεία της βεβαίωσης.
Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης ρύθμισης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 30 ευρώ για ρυθμίσεις οφειλών συνολικού ύψους, συμπεριλαμβανομένων τόκων και προσαυξήσεων, έως 1.000 ευρώ και δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 50 ευρώ για ρυθμίσεις οφειλών συνολικού ύψους, συμπεριλαμβανομένων τόκων και προσαυξήσεων, άνω των 1.000 ευρώ.
Οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης έως και 36 μηνιαίων δόσεων δεν επιβαρύνονται με τόκο, ενώ εκείνες που υπάγονται σε ρύθμιση έως και 72 δόσεων επιβαρύνονται με ετήσιο επιτόκιο 2,5%. Με την υπαγωγή στο πρόγραμμα ρύθμισης και με την προϋπόθεση της τήρησης αυτού δεν υπολογίζονται τυχόν πρόστιμα που έχουν επιβληθεί.
Σημειώνεται πως η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε ποσοστό 5%.
Καταβολή πρώτης δόσης
Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση συντελείται με την καταβολή της πρώτης δόσης έως 31/1/2022. Η καταβολή της πρώτης δόσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τρεις εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επομένων μηνών.
Με την υποβολή από τον οφειλέτη αιτήματος για υπαγωγή στη ρύθμιση τα αποδιδόμενα ποσά από συμψηφισμούς του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής και από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης μπορούν να καλύπτουν την πρώτη δόση, εφόσον εισπράττονται εντός της προθεσμίας και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Η παραγραφή των οφειλών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα έτος από τη λήξη αυτής.
Τα επιπλέον οφέλη από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Πέρα από το προφανές, τη ρύθμιση δηλαδή όλων των χρεών που «γεννήθηκαν» τον τελευταίο ενάμιση χρόνο σε 36 άτοκες ή 72 χαμηλότοκες δόσεις, οι φορολογούμενοι που θα υποβάλουν αίτηση θα έχουν και άλλα οφέλη. Συγκεκριμένα, η υπαγωγή και η συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) Χορηγείται σε αυτόν αποδεικτικό ενημερότητας από τις φορολογικές Αρχές.
β) Αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος.
γ) Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης κινητών ή ακινήτων, με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο οφειλές που ρυθμίζονται. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες πριν από την υπαγωγή στη ρύθμιση, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απωλέσει τη ρύθμιση, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται κανονικά.
Στην απόφαση γίνεται αναφορά και στα δικαιώματα που διατηρεί το Δημόσιο μετά την υπαγωγή και τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση. Ειδικότερα, το Δημόσιο εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει κατασχέσεις και να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένων των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη.
Επίσης, μπορεί να μη χορηγεί στον οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού, ακόμη κι αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησής του, εφόσον η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη.
Πέρα απ’ αυτό, διατηρεί το δικαίωμα να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών του, κατά το άρθρο 83 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Ως αρμόδιος για τη χορήγηση της ρύθμισης, την παρακολούθηση, την τήρηση των όρων της, την απώλεια αυτής και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία ορίζεται ο προϊστάμενος της υπηρεσίας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ο οποίος είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Η απώλεια της ρύθμισης δύναται να διενεργείται και κεντρικά. Σε περίπτωση παράλληλης αρμοδιότητας του προϊσταμένου της ΔΟΥ/Ελεγκτικού Κέντρου και του προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, αρμόδιος κατά τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο ορίζεται ο προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης.