Σε 10 και όχι σε 20 χρόνια θα παραγράφονται οι οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές φυσικών και νομικών προσώπων προς τα Ταμεία, όπως έκρινε με απόφαση- βόμβα το Συμβούλιο της Επικρατείας, ανατρέποντας τη σχετική διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου (ν.4387/2016).
Η Ολομέλεια του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας με τη διαδικασία της πρότυπης δίκης, με την υπ’ αριθμ. 1833/2021 απόφαση που πάρθηκε κατά πλειοψηφία, αποφάνθηκε ότι το επίμαχο άρθρο 95 του εν λόγω νόμου «αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, καθόσον χρόνος παραγραφής 20 ετών δεν συνιστά εύλογη διάρκεια της οικείας προθεσμίας, η οποία απαιτείται να είναι σχετικά σύντομη».
Κατά της συνταγματικότητας της διάταξης προσέφυγε το 2019 ραδιοφωνικός σταθμός με έδρα τη Χαλκίδα, στον οποίο επιβλήθηκε ύστερα από έλεγχο του ΙΚΑ σε βάθος εικοσαετίας για εσφαλμένη ασφάλιση εργαζομένης του πράξη επιβολής εισφορών συνολικού ποσού 35.421,68 ευρώ.
Η απόφαση αφορά δυνητικά εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους που έχουν συσσωρεύσει χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Τα χρέη αυτά μέχρι σήμερα θεωρούνταν πρακτικά και μόνο ότι ήταν αδύνατον να εισπραχθούν, κάτι που όμως επικυρώνεται και τυπικά με τη βαρυσήμαντη αυτή απόφαση. Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως αποτυπώνεται στην τελευταία έκθεση προόδου του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ), από το σύνολο των 38,7 δισ. ευρώ προς τα Ταμεία τα 30,829 δισ. ευρώ αφορούν οφειλές που δημιουργήθηκαν προ του 2010 από ένα πλήθος 784.543 οφειλετών.
Μετά την καθαρογραφή της απόφασης η κυβέρνηση θα πρέπει άμεσα να προχωρήσει στις αναγκαίες νομοθετικές αλλαγές για να μην απαιτείται από καθέναν ξεχωριστά οφειλέτη να προσφεύγει εκ νέου κατά του ΕΦΚΑ μόνο με βάση την απόφαση του ΣτΕ, ώστε να διακοπεί η απαίτηση των χρεών. Ταυτόχρονα, όμως, εγείρεται ζήτημα και για όσους έχουν ήδη ρυθμίσει και αποπληρώνουν μέρος των οφειλών τους, οι οποίες είχαν βεβαιωθεί σε διάστημα μεγαλύτερο των 10 ετών. Αντιθέτως, πρέπει να επισημανθεί ότι η απόφαση δεν συμπεριλαμβάνει τις οφειλές που βεβαιώθηκαν εντός 10 ετών από τη «δημιουργία» τους.
Το ΣτΕ στην απόφαση που εξέδωσε αναφέρει σχετικά ότι «εν σχέσει προς τους βεβαρημένους με τις ασφαλιστικές εισφορές υποχρέους, ο χρόνος της παραγραφής απαιτείται να είναι ο αναγκαίος, ώστε αφενός να διασφαλίζεται το δικαίωμα άμυνας αυτών έναντι δυσχερειών απόδειξης περιστατικών αναγόμενων στο απώτερο παρελθόν, αφετέρου δε να μην οδηγούνται οι οφειλέτες σε οικονομική εξουθένωση λόγω της υποχρέωσης ταυτόχρονης καταβολής συσσωρευμένων οφειλών περισσότερων ετών, με περαιτέρω δυσμενείς επιπτώσεις στην απασχόληση και την εθνική οικονομία γενικότερα».
Κι αν η κατάσταση σε ό,τι αφορά τα χρέη προς τα Ταμεία ξεκαθαρίζει, προς όφελος των πολιτών και εις βάρος του ΕΦΚΑ, παραμένει δαιδαλώδης για τις υπόλοιπες οφειλές προς το Δημόσιο. Δεν είναι λίγες οι εξαιρέσεις, καθώς ισχύουν διαφορετικά καθεστώτα, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι αν και το ΣτΕ εξέδωσε απόφαση περί παραγραφής στην πενταετία για απλήρωτα τέλη κυκλοφορίας, αυτή δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα. Τέλος, τα χρέη προς τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που στη συντριπτική τους πλειονότητα αφορούν… κλήσεις της Δημοτικής Αστυνομίας, παραγράφονται στην 20ετία. Βασίλειος Χατζηγιαννάκης: Δεν θίγεται κανένα ασφαλιστικό δικαίωμα του εργαζομένου.
Οπως εξηγεί με αποκλειστική δήλωση στη «δημοκρατία» ο δικηγόρος κ. Βασίλειος Χατζηγιαννάκης που χειρίστηκε την υπόθεση, «με τον νόμο 4387/2016 άρθρο 95, παρ. 1 άλλαξε ο χρόνος παραγραφής των απαιτήσεων του ΙΚΑ (και πλέον ΕΦΚΑ) και επεκτάθηκε από τα δέκα που ίσχυε διαχρονικά στα είκοσι χρόνια. Ο διπλασιασμός του χρόνου παραγραφής έγινε σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη του νόμου προκειμένου να δοθεί περισσότερος χρόνος στις υπηρεσίες του ΕΦΚΑ για να μην αντιμετωπίσουν λειτουργικά και οργανωτικά προβλήματα. Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με τη με αρ. 1833/2021 απόφαση, αποδεχόμενη τους λόγους της προσφυγής, έκρινε κατά πλειοψηφία ότι ο γενικός κανόνας της εικοσαετούς παραγραφής των αξιώσεων για την καταβολή εισφορών των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων κοινωνικής ασφάλισης αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου. Κατά το δικαστήριο, στις περιπτώσεις των ασφαλιστικών εισφορών ισχύει η δεκαετής παραγραφή. Με την εφαρμογή του συντομότερου χρόνου παραγραφής ουδεμία απώλεια ασφαλιστικού δικαιώματος επέρχεται, δοθέντος ότι η υπάλληλος στην οποία αφορά η προσβαλλόμενη πράξη επιβολής εισφορών είχε ασφαλισθεί από την εταιρία, πλην όμως σε μη ορθή ασφαλιστική κατηγορία και, όπως έχει κριθεί από το ΣτΕ (ΣτΕ 2689/2009), στις περιπτώσεις αυτές που τα όργανα του ΙΚΑ τελούν σε γνώση της υπαγωγής στην ασφάλιση του οργανισμού, πλην όμως αμελούν να προβούν στους δέοντες ελέγχους για την ορθή ασφαλιστική τακτοποίηση των ασφαλισμένων, ο χρόνος παραγραφής δεν μπορεί νομίμως να αντιταχθεί στον εργαζόμενο, ούτε να επιφέρει απώλεια οποιουδήποτε ασφαλιστικού δικαιώματός του».
Οπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην απόφαση του ΣτΕ, «η μη καταβολή ή πλημμελής καταβολή ασφαλιστικών εισφορών δεν συνδέεται αναγκαίως με πρόθεση αποφυγής τους, αλλά δύναται να οφείλεται σε δυσχέρειες κατά την ερμηνεία της ασφαλιστικής νομοθεσίας, αποτέλεσμα των συνεχών τροποποιήσεων και του κατακερματισμού των επιμέρους ρυθμίσεών της. Αντιθέτως, απαιτείται να εξασφαλίζεται η έγκαιρη και σε σχετικώς σύντομο χρόνο γνώση των υποχρεώσεών τους, ώστε να μην αιφνιδιάζονται, αλλά να δύνανται να προγραμματίζουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα προς όφελος και της εθνικής οικονομίας».