Αντιμέτωπη με ακόμα ένα πιο ισχυρό κύμα ακρίβειας αναμένεται να βρεθεί σύντομα η ελληνική κοινωνία, μετά τα αλλεπάλληλα ρεκόρ στις τιμές της ενέργειας, που θα οδηγήσουν σε νέες ανατιμήσεις σε βασικά είδη ανάγκης, στη βενζίνη, ενώ θα «φουσκώσουν» ακόμα περισσότερο τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου.
Στο υπουργείο Οικονομικών, μάλιστα, έχει σημάνει συναγερμός, καθώς εκτιμάται ότι το επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι εφιαλτικό για την αγορά, λόγω των αλλεπάλληλων αυξήσεων σε όλο το φάσμα της οικονομίας και μάλιστα ουδείς είναι σε θέση να προβλέψει πού θα φτάσει ο παραλογισμός των τιμών.
Μέτρα για λίγους
Τις επόμενες ημέρες, πάντως, η κυβέρνηση αναμένεται να εξαγγείλει ένα πλέγμα μέτρων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, με την αγορά να κρατά «μικρό καλάθι», καθώς εκτιμάται ότι λόγω των σφιχτών δημοσιονομικών περιθωρίων ακόμα και η «επιταγή ακρίβειας» που αναμένεται να ανακοινωθεί όχι μόνο δεν θα καλύπτει τις τεράστιες ανατιμήσεις των τελευταίων μηνών, αλλά αναμένεται να εξαιρέσει (λόγω της έλλειψης κονδυλίων) και τη λεγόμενη μεσαία τάξη, η οποία πασχίζει να ανταποκριθεί στο κύμα της ακρίβειας.
Πληθωρισμός πάνω από 8%
Στα σενάρια που εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών προβλέπεται ότι το κοντέρ του πληθωρισμού μπορεί να αγγίξει τον Μάρτιο ακόμα και το 8%, λόγω των επιπτώσεων που έχει ο πόλεμος στην Ουκρανία στις τιμές της ενέργειας.
Παράγοντες της αγοράς δεν αποκλείουν τους επόμενους μήνες να φτάσει και στο 9%, από τη στιγμή που οι προβλέψεις μιλούν για αύξηση στις τιμές των τροφίμων κατά 30%, ενώ θα συνεχίζεται η αύξηση των τιμών σε ηλεκτρικό και φυσικό αέριο.
Αλλωστε, το οικονομικό επιτελείο προβλέπει πως η αύξηση των τιμών θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα έως και το τέλος του 2022, προαναγγέλλοντας ένα νέο ισχυρό κύμα ανατιμήσεων που μπορεί να αγγίξει όλο το φάσμα της οικονομίας.
«Ντόμινο» χρεών
Μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει ένα «ντόμινο» αρνητικών εξελίξεων στην αγορά, καθώς θα πολλαπλασιαστούν οι περιπτώσεις καταναλωτών που δεν θα είναι σε θέση να πληρώσουν τους (στην καλύτερη περίπτωση) τριψήφιους λογαριασμούς ρεύματος, θα σταματήσουν την πληρωμή φόρων αυξάνοντας τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο, διογκώνοντας την «τρύπα» στα κρατικά έσοδα, με αποτέλεσμα να απειλούνται με κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών, ενώ θα δημιουργηθεί ακόμα μία γενιά «κόκκινων» δανείων, που θα αυξήσει τον αριθμό των οφειλετών στην τεράστια λίστα των πλειστηριασμών.
Ανατιμήσεις 30% στα σούπερ μάρκετ
Βέβαιη θα πρέπει να θεωρείται η μεταφορά του κύματος ακρίβειας σε φυσικό αέριο, ηλεκτρικό και πετρέλαιο και στα ράφια των σούπερ μάρκετ, με τις ανατιμήσεις να περνούν με ένταση και σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης.
Μέχρι το τέλος Απριλίου αναμένεται να πραγματοποιούνται δεκάδες ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά που σε μεμονωμένα προϊόντα θα ξεπεράσουν ακόμα και το 30%. Η λίστα της ακρίβειας περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, με βάση τα σημερινά δεδομένα, αυξήσεις σε συγκεκριμένα προϊόντα.
Οπως σημειώνουν οικονομολόγοι, οι τιμές έχουν φτάσει σε επίπεδα που παρατηρήθηκαν για τελευταία φορά κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας κρίσης των τιμών των τροφίμων το 2008, ξεπερνώντας τα υψηλά που συνέβαλαν στο ξέσπασμα της Αραβικής Ανοιξης πριν από μία δεκαετία.
«Εκρηξη» στην τιμή του ψωμιού
Με τις τιμές στα σιτηρά να σπάνε κάθε ρεκόρ, που φτάνει ακόμη και το 100% σε σχέση με πέρυσι, αναμένονται νέες ανατιμήσεις στο ψωμί, σε ποσοστό που σε ορισμένες περιπτώσεις θα ξεπεράσει ακόμη και το 10%.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, το ψωμί που σήμερα κοστίζει από 80 λεπτά έως 1 ευρώ μπορεί να φτάσει να πωλείται από 0,88 έως και 1,10 ευρώ. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η χώρα μας εισάγει το 80% των σιτηρών, εκ των οποίων το 20% από την Ουκρανία και το 5%-10% από τη Ρωσία.
Πέραν της μεγάλης αύξησης στα άλευρα και τα σιτηρά, οι επαγγελματίες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν και τις τεράστιες αυξήσεις στους λογαριασμούς του ρεύματος, καθώς πρόκειται για έναν κλάδο που καταναλώνει χιλιάδες κιλοβατώρες τον μήνα.
Μάλιστα, όπως σημειώνουν στελέχη του κλάδου, το κόστος έχει τριπλασιαστεί, ενώ έχουν καταγραφεί ήδη περιπτώσεις επαγγελματιών που προτιμούν να αφήσουν απλήρωτες τις τρέχουσες υποχρεώσεις τους, όπως πληρωμές φόρων, και τα όποια έσοδα πηγαίνουν για την πληρωμή των υπέρογκων λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, αλλά και στην (αναγκαία) αγορά των πρώτων υλών, οι τιμές των οποίων έχουν εκτοξευτεί.
Τεράστιες αυξήσεις στην ενέργεια, στα βράχια ο Προϋπολογισμός
Παρότι οι τιμές του φυσικού αερίου στο Χρηματιστήριο της Ολλανδίας (TTF), που αποτελεί «δείκτη» για την πορεία των τιμών, παρουσιάζουν τάσεις αποκλιμάκωσης σε σχέση με τις αρχές της περασμένης εβδομάδας, συνεχίζουν να διαμορφώνονται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.
Την ίδια ώρα, όμως, η μέση τιμή στο ηλεκτρικό ρεύμα βρίσκεται στα 322,3 ευρώ / Mwh για τον μήνα Μάρτιο και εκτιμάται ότι θα πρέπει να διατεθούν επιπλέον 2 δισ. ευρώ, όταν είχε υπολογιστεί πως για μια μέση τιμή κοντά στα 200 ευρώ (όπως συνέβαινε τους πρώτους μήνες του έτους) απαιτούνταν σχεδόν 600.000.000 ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, με βάση τα σημερινά δεδομένα, η επιδότηση των λογαριασμών ρεύματος θα έπρεπε να ανέλθει πάνω από τα 60 ευρώ τον μήνα, όταν έως σήμερα κινείται κοντά στα 40 ευρώ. Αυτό σημαίνει πως μέσα στο επόμενο δίμηνο οι λογαριασμοί ρεύματος θα καταγράψουν νέα αύξηση, με το «μάρμαρο» να πληρώνουν ακόμα μία φορά οι καταναλωτές, που θα καλούνται να πληρώσουν τιμολόγια ρεύματος που ισούνται ακόμα και με έναν μισθό.
Την ίδια ώρα, το κράτος αδυνατεί να καλύψει το τεράστιο κόστος της ενέργειας, καθώς θα πρέπει να βρει τα απαιτούμενα κονδύλια, τα οποία… δεν υπάρχουν! Το βασικό σενάριο που έχει στα χέρια του το οικονομικό επιτελείο κάνει λόγο για διατήρηση των διεθνών τιμών της ενέργειας σε επίπεδα ρεκόρ για ολόκληρο το 2022. Εφόσον επιβεβαιωθούν οι δυσμενείς εκτιμήσεις, ο Κρατικός Προϋπολογισμός θα κληθεί να εκταμιεύσει τεράστια ποσά για τις επιδοτήσεις σε ρεύμα και φυσικό αέριο, αφού έχουν ήδη εξαντληθεί οι διαθέσιμοι πόροι του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, οι οποίοι χρηματοδοτούν έως σήμερα τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης.
Ομως, μια τέτοια κίνηση, όπως αναφέρουν τα ίδια στελέχη, θα εκτροχιάσει τον Προϋπολογισμό, ο οποίος έχει ως στόχο τη μείωση των φετινών ελλειμμάτων στο 1,4% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, η ανάγκη για νέες, αυξημένες επιδοτήσεις θα διογκώσουν το έλλειμμα του 2022, ενώ θα υπάρξουν επιπτώσεις και στον Προϋπολογισμό του 2023.
Χιλιόμετρο και… δίευρο
Είδος πολυτελείας έχει γίνει η απλή αμόλυβδη, με τους πρατηριούχους να προβλέπουν ότι η μέση τιμή πανελλαδικά θα αγγίξει τα 2,2 ευρώ, ενώ στα περισσότερα βενζινάδικα της χώρας οι οδηγοί θα πληρώσουν την αμόλυβδη… χρυσάφι.
Μάλιστα, εκτιμούν ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα και στη νησιωτική Ελλάδα ίσως αγγίξει και τα 2,5 ευρώ.
Είναι ενδεικτικό ότι για μια διαδρομή 500 χιλιομέτρων, όση είναι η απόσταση από την Αθήνα έως τη Θεσσαλονίκη, με τη μέση τιμή των 2,05 ευρώ το λίτρο, ένας οδηγός θα πρέπει να πληρώσει βενζίνη 81,79 ευρώ, ενώ πριν από λίγους μήνες με τιμή στο 1,5 ευρώ θα κατανάλωνε βενζίνη αξίας 59,85 ευρώ, δηλαδή σχεδόν 22 ευρώ λιγότερα, πάντα για την ίδια διαδρομή, με το ίδιο αυτοκίνητο και ακριβώς την ίδια κατανάλωση.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Τιμών Καυσίμων του υπουργείου Ανάπτυξης, την 1η Φεβρουαρίου η τιμή της απλής αμόλυβδης ήταν 1,831 ευρώ, το πετρέλαιο κίνησης 1,572 ευρώ και το πετρέλαιο θέρμανσης 1,233 ευρώ το λίτρο. Με βάση τα τελευταία αναρτημένα στοιχεία, η μέση τιμή της βενζίνης αγγίζει τα 2,053 ευρώ το λίτρο, το diesel τα 1,882 ευρώ, ενώ το πετρέλαιο θέρμανσης «ίπταται» στα 1,555 ευρώ το λίτρο!
Η κυβέρνηση, θέλοντας να δείξει πως κάνει προσπάθειες για τη συγκράτηση της τιμής των καυσίμων, ανακοίνωσε την επιβολή πλαφόν κέρδους στα καύσιμα, κάτι το οποίο δύσκολα θα έχει αποτέλεσμα στην τιμή.
Φορείς του κλάδου επισημαίνουν πως η τιμή διαμορφώνεται από τη διεθνή τιμή, τον ΕΦΚ, τον ΦΠΑ και ύστερα από το κέρδος των εταιριών και των πρατηριούχων η τιμή διυλιστηρίου της απλής αμόλυβδης βενζίνης 95 οκτανίων διαμορφώθηκε στα 0,7568 ευρώ ανά λίτρο.
Σε σχέση με την τιμή διυλιστηρίου της εβδομάδας 24/02/2022 σημειώθηκε αύξηση κατά 0,053 ευρώ ανά λίτρο (5,3 λεπτά). Οι φόροι, τα τέλη και οι λοιπές επιβαρύνσεις αντιστοιχούν σε 1,0975 ευρώ ανά λίτρο.
Η μέση τιμή λιανικής της απλής αμόλυβδης βενζίνης 95 οκτανίων διαμορφώθηκε στα 1,9680 ευρώ ανά λίτρο. Σε σχέση με την τιμή της εβδομάδας 25/02/2022 σημειώθηκε αύξηση κατά 0,055 ευρώ ανά λίτρο (5,5 λεπτά). Το εκτιμώμενο περιθώριο των πρατηριούχων και των εταιριών εμπορίας υπολογίζεται κατά μέσο όρο στα 0,1138 ανά λίτρο (11,38 λεπτά).
Η τελική τιμή λιανικής διαμορφώνεται από την τιμή διυλιστηρίου κατά 38,45%, από τους φόρους (σταθερούς και μεταβλητούς) κατά 56,77%, και από τα εκτιμώμενα περιθώρια των εταιριών εμπορίας, των μεταφορέων υγρών καυσίμων και των πρατηρίων κατά 5,78%.
Πάνω από 1,5 ευρώ το πετρέλαιο θέρμανσης
Απελπιστική είναι η κατάσταση και στο πετρέλαιο θέρμανσης, με τη μέση τιμή να αγγίζει τιμές… βενζίνης! Η τιμή του έχει ξεπεράσει το 1,5 ευρώ το λίτρο, μια περίοδο, μάλιστα, που η χώρα βιώνει ακόμα ένα κύμα ψύχους.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Τιμών Καυσίμων, στις 4 Φεβρουαρίου οι αντίστοιχες τιμές ήταν χαμηλότερες κατά σχεδόν 30 λεπτά του ευρώ για κάθε λίτρο καυσίμου. Συγκεκριμένα:
- 1,285 στη Θεσπρωτία,
- 1,307 ευρώ στον νομό Ευρυτανίας,
- 1,357 ευρώ στις Κυκλάδες,
- 1,289 στον νομό Φωκίδας και
- 1,271 στον νομό Ηρακλείου.
Σήμερα, η μέση τιμή για το πετρέλαιο θέρμανσης είναι:
- 1,668 στη Θεσπρωτία, δηλαδή αυξημένη κατά 0,38 ευρώ,
- 1,611 ευρώ στον νομό Ευρυτανίας, αυξημένη κατά 0,30 ευρώ,
- 1,615 ευρώ στις Κυκλάδες, ενισχυμένη κατά σχεδόν 0,26 ευρώ,
- 1,607 στον νομό Φωκίδας, που «τσίμπησε» 0,32 ευρώ και
- 1,605 στον νομό Ηρακλείου, που πωλείται ακριβότερα κατά 33 λεπτά του ευρώ.
Ωστόσο, τιμή ρεκόρ καταγράφεται στην Αττική, όπου υπάρχουν πρατήρια που πωλούν το πετρέλαιο θέρμανσης αντί 1,8 ευρώ το λίτρο, ενώ στο Ηράκλειο της Κρήτης οι τιμές φτάνουν έως και τα 1,78 ευρώ!
Στην πράξη, αν ένας καταναλωτής θελήσει να βάλει σήμερα 500 λίτρα πετρέλαιο στο σπίτι του στη Θεσπρωτία, θα πρέπει να πληρώσει 834 ευρώ, αντί για 642,5 στις αρχές Φεβρουαρίου και 575 ευρώ κατά την έναρξη της περιόδου διανομής του πετρελαίου θέρμανσης στις 15 Οκτωβρίου 2021.
Αυτή η διαφορά των 260 ευρώ σηματοδοτεί την εκτόξευση των τιμών του πετρελαίου τους τελευταίους μήνες, ένα ποσό που αποτελεί σχεδόν το μισό μηνιάτικο ενός εργαζομένου που αμείβεται με τον βασικό μισθό.