Με τις τιμές σε καύσιμα, τρόφιμα και ενέργεια να χτυπούν «κόκκινο», το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αναζητεί εναγωνίως επιπλέον κονδύλια που θα χρηματοδοτήσουν ένα νέο πακέτο στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος κατάρρευσης των δημόσιων εσόδων λόγω της μειωμένης κατανάλωσης, της δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων, των λουκέτων σε επιχειρήσεις και των μαζικών απολύσεων, αλλά και της επερχόμενης «τρύπας» στα φορολογικά έσοδα, αφού όλο και λιγότεροι θα καταφέρουν να πληρώσουν (μαζεμένους) φόρους.
Μέσα σε αυτό το εφιαλτικό κλίμα που βιώνει η ελληνική κοινωνία το Υπουργείο Οικονομικών βρίσκεται μπροστά σε ένα διπλό καθεστώς επιτήρησης μετά το καλοκαίρι. Το πρώτο θα αρχίσει από το τέλος Αυγούστου, όταν η χώρα θα εξέλθει από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας και θα ενταχθεί σε καθεστώς επιτήρησης από την Κομισιόν, λόγω του υψηλού χρέους. Η διάρκεια αυτού του καθεστώτος θα διαρκέσει τουλάχιστον έως το 2060, όταν προβλέπεται να έχει αποπληρωθεί το 75% του δημόσιου χρέους, το οποίο παραμένει σε υψηλότερα ποσοστά ακόμα και από το 2010, όταν η χώρα εισήλθε στα Μνημόνια.
Αξίζει να σημειωθεί πως στην έκθεση για το ευρωπαϊκό εξάμηνο η Κομισιόν αναφέρει ότι τα κράτη-μέλη με υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα, θα πρέπει να διασφαλίσουν μια συνετή δημοσιονομική πολιτική το 2023, ιδίως περιορίζοντας την αύξηση των εθνικών τρεχουσών δαπανών κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, λαμβάνοντας υπόψη τη συνεχιζόμενη, προσωρινή και στοχευμένη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων που είναι πιο ευάλωτες στις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας, καθώς και τη στήριξη στους πρόσφυγες από την Ουκρανία.
Το δεύτερο καθεστώς επιτήρησης αναμένεται να ξεκινήσει τους επόμενους μήνες από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η χώρα μας ουσιαστικά βρίσκεται αποκλεισμένη από την αγορά ομολόγων, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να «σηκώσει» κεφάλαια από τις αγορές, τα οποία θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν νέες φοροελαφρύνσεις και επιδόματα ως «ανάχωμα» στην ακρίβεια.
Με τις πληθωριστικές πιέσεις να εντείνονται μήνα με τον μήνα, η ΕΚΤ σκοπεύει να προχωρήσει σε νέες αγορές ομολόγων υπερχρεωμένων οικονομιών για να σταματήσει την αύξηση του κόστους δανεισμού, κάτι που όμως θα συνοδευτεί από αυστηρούς όρους για τη χώρα μας, καθώς λήγει το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που έχει εφαρμόσει λόγω της πανδημίας. Σε αυτό το πρόγραμμα η Ελλάδα εισήλθε από την… πίσω πόρτα στις αρχές της υγειονομικής κρίσης, καθώς τα ελληνικά ομόλογα δεν βρίσκονται σε επενδυτική βαθμίδα.
Θα μας επιβάλουν νέο Μνημόνιο με άλλο όνομα;
Το τι θα περιλαμβάνουν οι αυστηροί αυτοί όροι δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί, όμως και μόνο η φημολογία προκαλεί δικαιολογημένα πανικό όχι μόνο στους πολίτες αλλά και στην κυβέρνηση. Η σχετική συζήτηση έχει αρχίσει πίσω από κλειστές πόρτες ήδη από πέρυσι και λίγα έχουν γίνει γνωστά, το εξής ένα: ότι οι λεγόμενοι «σκληροί» του Βορρά θέλουν να επιβάλουν μέσω της ΕΚΤ στους μονίμως χαρακτηρισμένους «τεμπέληδες» του Νότου δεσμεύσεις. Ποιες θα είναι αυτές μένει να εξακριβωθεί μετά το τέλος του ιδιότυπου μπρα ντε φερ, για το οποίο ευτυχώς η χώρα μας έχει την τύχη να εξαρτάται από τη διαπραγματευτική ικανότητα του Ιταλού πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι, ο οποίος είναι και ο τέως πρόεδρος της ΕΚΤ, τεχνοκράτης, που δύσκολα μπορεί να κατηγορηθεί με ρατσιστικά στερεότυπα από τους ηγέτες του Βορρά.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών ομολόγων τον Ιούνιο του 2021 διαμορφώνονταν στην περιοχή του 0,7%, ενώ σήμερα έχουν εκτοξευτεί μια ανάσα από το 4%, συγκεκριμένα λίγο πάνω από το 3,9%. Αντίστοιχα, στα ύψη βρίσκονται οι αποδόσεις των ελληνικών 5ετών ομολόγων. Από τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια δανεισμού που διαμορφώνονταν στο 0,08% τον Ιούνιο του 2021, πλέον έχουν εκτοξευτεί πάνω από το 2,7%.
Με άλλα λόγια, η χώρα μας αδυνατεί να δανειστεί από τις διεθνείς αγορές, καθώς το κόστος δανεισμού είναι εξαιρετικά ακριβό, την ώρα που η Αθήνα πασχίζει να διατηρήσει τον χαρακτηρισμό του «βιώσιμου χρέους».
Παρελθόν το «φθηνό χρήμα»
Ο κύκλος του «φθηνού χρήματος» φαίνεται να αποτελεί ήδη παρελθόν, εξέλιξη η οποία αποτυπώθηκε και στη δημοπρασία εντόκων γραμματίων ετήσιας διάρκειας, την οποία διενήργησε ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου χρέους (ΟΔΔΗΧ) μέσα στην εβδομάδα. Το επιτόκιο δανεισμού διαμορφώθηκε στο 0,83%, όταν στην προηγούμενη αντίστοιχη δημοπρασία στις 9 Μαρτίου ήταν αρνητικό (-0,23%). Πρόκειται για «άλμα» τουλάχιστον μιας ποσοστιαίας μονάδας και, όπως όλα δείχνουν, έπεται συνέχεια, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ετοιμάζεται για αυξήσεις επιτοκίων.
Η εικόνα των επιτοκίων αναμένεται να αλλάξει σημαντικά τους επόμενους μήνες, καθώς στην πλειονότητά τους τραπεζίτες και αναλυτές διεθνώς σχεδόν προεξοφλούν αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ μέχρι το τέλος του έτους, που θα ανεβάσει το επιτόκιο τουλάχιστον στο μηδέν από -0,50% σήμερα. Η έκρηξη του πληθωρισμού εντείνει τις πιέσεις στην ΕΚΤ, η οποία αναμένεται να αρχίσει τη σταδιακή αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο του 2022.
Η κίνηση «ανάχωμα» του ΟΔΔΗΧ
Μια σιωπηρή «απαγόρευση» από τους μνημονιακούς δανειστές στο Ελληνικό Δημόσιο παραμένει η απαγόρευση παρέμβασης του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους στη δευτερογενή αγορά ομολόγων. Με νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή ο ΟΔΔΗΧ, υπό την εποπτεία του υπουργείου Οικονομικών, θα έχει πλέον δικαίωμα να κάνει πράξεις αγοράς, πώλησης, swaps, κ.λπ. στη δευτερογενή αγορά ομολόγων.
Αυτό θα του επιτρέπει να τοποθετεί όποτε το επιθυμεί ένα «ανάχωμα» σε ενδεχόμενες κερδοσκοπικές πιέσεις, των οποίων η δυναμική αναμένεται να ενισχυθεί άμεσα, μετά την αλλαγή ρότας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με τη λήξη του προγράμματος αγοράς ομολόγων λόγω της πανδημίας, αλλά και της επερχόμενης αύξησης των επιτοκίων του ευρώ.