Η απότομη… προσγείωση στους πανηγυρισμούς της Κυβέρνησης Μητσοτάκη για το δήθεν τέλος της «ενισχυμένης εποπτείας» για την Ελλάδα, έρχεται από τη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, η οποία σχολιάζοντας τις αδυναμίες που εξακολουθεί να εμφανίζει η ελληνική οικονομία κάνει λόγο για πέντε προβληματικά σημεία, ενώ υπολογίζει το τέλος της εποπτείας στη χώρα μας για το… 2059!
«Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης χαλαρώνουν τους ελέγχους στη δημοσιονομική πολιτική και τις μεταρρυθμίσεις, στους οποίους υπόκειται η Ελλάδα από την εποχή της κρίσης χρέους, ωστόσο η χώρα δεν έχει ακόμη επανέλθει στην κανονικότητα», γράφει αρχικά η γερμανική εφημερίδα σύμφωνα με τη DW.
Κατά την Handelsblatt (η οποία επικαλείται εκτιμήσεις της Κομισιόν), οι πέντε αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας είναι οι εξής:
- «Το δημόσιο χρέος παραμένει, με διαφορά, το υψηλότερο μεταξύ των κρατών-μελών με ποσοστό 193% του ΑΕΠ.
- Οι ελληνικές τράπεζες μπορεί να ανακοινώνουν προόδους στον περιορισμό του πιστωτικού κινδύνου, αλλά το ποσοστό επισφαλών δανείων παραμένει το υψηλότερο στην ΕΕ με 12,8%, ενώ τα πιστωτικά ιδρύματα δεν διαθέτουν ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια.
- Το έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών διευρύνεται, παρά την εντυπωσιακή ώθηση του τουρισμού.
- Στην καταπολέμηση της ανεργίας η Ελλάδα καταγράφει επιτυχίες, όμως το ποσοστό ανεργίας παραμένει το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ, μετά την Ισπανία, με 12,2%.
- Η συρρίκνωση του πληθυσμού επιδεινώνει τις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις για την ανάπτυξη και προκαλεί μεγαλύτερη επιβάρυνση στο συνταξιοδοτικό σύστημα».
Το… καλύτερο το αφήνουν για το τέλος οι Γερμανοί, με τον ανταποκριτή της εφημερίδας στην Αθήνα, να εξηγεί πως φτάνουμε στο έτος 2059 για τη λήξη της εποπτείας στη χώρα μας:
«Το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τη χώρα, αλλά δεν σημαίνει και το τέλος της «εξετάσεων» για την ελληνική οικονομία. Η Ελλάδα παραμένει υπό παρακολούθηση, όπως συμβαίνει και με τις άλλες χώρες των προγραμμάτων (διάσωσης), την Ιρλανδία, την Ισπανία, την Κύπρο και την Πορτογαλία. Μόνο που οι έλεγχοι δεν θα γίνονται επί τόπου, ενώ κατά κανόνα θα διενεργούνται κάθε έξι και όχι κάθε τρεις μήνες. Η εποπτεία θα συνεχιστεί, έως ότου οι χώρες αυτές αποπληρώσουν το 75% των δανείων τους. Στην περίπτωση της Ελλάδας αυτό θα συμβεί το 2059, σύμφωνα με τον σημερινό σχεδιασμό».