Σε υψηλά επίπεδα θα κινηθεί και φέτος ο πληθωρισμός, που θα τρέξει με 5%, για να υποχωρήσει στο 2% από το 2024.
Μπορεί να μην έχουν γίνει ακόμα γνωστοί οι νέοι δημοσιονομικοί στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα πρέπει να πετύχει η χώρα μας για τα επόμενα χρόνια, το υπουργείο Οικονομικών όμως ετοιμάζεται να καταρτίσει στο… περίπου το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2024-2027 και να το υποβάλει στις Βρυξέλλες εντός Απριλίου. Όπως αναφέρει εγκύκλιος του ΥΠΟΙΚ: «Από το έτος 2024 δεν θα είναι σε ισχύ η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που επέτρεψε την προσωρινή απόκλιση από τους δημοσιονομικούς κανόνες τα προηγούμενα έτη 2020-2023. Ως εκ τούτου η χώρα μας, όπως και οι υπόλοιπες χώρες-μέλη της Ε.Ε., θα δεσμευθεί εκ νέου στην εφαρμογή δημοσιονομικών κανόνων και την επίτευξη συγκεκριμένων δημοσιονομικών στόχων για την περίοδο 2024-2027».
Το βασικό σενάριο του Μεσοπρόθεσμου προβλέπει την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων «χωρίς πρόσθετες δημοσιονομικές παρεμβάσεις και νέες πολιτικές, πέραν εκείνων που έχουν ήδη θεσμοθετηθεί μέχρι σήμερα». Ωστόσο, η ρευστή κατάσταση που επικρατεί στο μέτωπο των διεθνών πολιτικοοικονομικών εξελίξεων ουσιαστικά επιβάλλει την ύπαρξη και δεύτερου σεναρίου, στο οποίο θα αποτυπωθούν τα όποια νέα δεδομένα δημιουργήσουν ενδεχόμενες αλλαγές στους δημοσιονομικούς στόχους, όπως για παράδειγμα το χαμήλωμα του πήχη των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2% από 2,2% του ΑΕΠ που προβλέπει η συμφωνία του 2018. Σε αυτή την περίπτωση η ενσωμάτωση πρόσθετων φοροελαφρύνσεων στον Προϋπολογισμό, ανάλογα με τον δημοσιονομικό χώρο, θεωρείται δεδομένη.
Η κυβέρνηση επιδιώκει μεγαλύτερο «κούρεμα» στους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα, ωστόσο το τοπίο είναι ακόμη θολό, καθώς οι πολιτικές διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας βρίσκονται στην αφετηρία. Ιδιαίτερη προσοχή συστήνεται στην κατάρτιση των προβλέψεων για την εξέλιξη του μισθολογικού κόστους κάθε φορέα. Όπως υπογραμμίζεται, στην εκτίμηση της εν λόγω δαπάνης δεν πρέπει να ενσωματώνεται η υπόθεση αύξησης του προσωπικού λόγω νέων προσλήψεων, μετακινήσεων, μετατάξεων κ.λπ. Στην εγκύκλιο τονίζεται ότι «μη ρεαλιστικές προβλέψεις και μάλιστα υποεκτιμημένες σε όρους δημοσιονομικού αποτελέσματος δεν πρέπει να γίνουν αποδεκτές από τις ΓΔΟΥ των υπουργείων, γιατί οδηγούν στον προσδιορισμό μη ρεαλιστικού δημοσιονομικού αποτελέσματος και στην επακόλουθη λήψη αποφάσεων πολιτικής που βασίζονται σε εσφαλμένα δεδομένα».
Τα μακροοικονομικά σχέδια των φορέων για τα έσοδα και τις δαπάνες θα πρέπει να είναι συνδεδεμένα με τον πληθωρισμό, καθώς θα τρέξει με ταχύτητες 5% φέτος για να υποχωρήσει στο 2% από το 2024 ως και το έτος 2027. Η πληθωριστική κρίση θα φουσκώσει το ονομαστικό ΑΕΠ στο 6,6% για το 2023, ωστόσο η πραγματική αύξηση θα είναι μόλις 1,8% ,που είναι η πρόβλεψη στον Προϋπολογισμό. Μέσα σε ένα ιδιαίτερα ρευστό περιβάλλον η πρόβλεψη για αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 5,1% το 2024 καθίσταται εξαιρετικά εύθραυστη.