Ο αφανισμός των ομολόγων «ΑΤ1» αξίας ύψους 17 δισ.δολαρίων, στο πλαίσιο της συμφωνίας εξαγοράς της Credit Suisse, ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για μία κολοσσιαία αγορά η οποία είχε σχηματιστεί έπειτα από την τραπεζική κρίση του 2008, και αποσκοπούσε στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών με χρήματα επενδυτών. Πρόκειται για μία αγορά της τάξεως των 275 δις, η οποία είχε δεχτεί σφοδρή κριτική από την ώρα της δημιουργίας της, καθώς οι επενδυτές των συγκεκριμένων ομολόγων δεν είχαν καμία απολύτως διασφάλιση, παρά τις μεγάλες αποδόσεις που απολάμβαναν.
Οι additional tier 1 τίτλοι, με τη μορφή ομολόγων CoCo χρησιμοποιείται από τις τράπεζες για την άντληση επιπλέον κεφαλαίων ώστε αυτές να θωρακίζονται απέναντι στις οικονομικές κρίσεις, ως γραμμή άμυνας έπειτα από τα ίδια κεφάλαια. Οι όροι έκδοσης όμως των συγκεκριμένων ομολόγων καθιστούσαν ξεκάθαρο το γεγονός ότι πρόκειται για μετατρέψιμα χρηματοοικονομικά προϊόντα, τα οποία μπορούν να μετατραπούν σε μετοχές. Σε μετοχές που στην περίπτωση της Credit Suisse, έγιναν άχρηστα κουρελόχαρτα.
Ο κίνδυνος που ανακύπτει είναι διπλός, όπως αποτυπώνεται και στο άνοιγμα των ασιατικών αγορών. Εκτός από την καταστροφή των ομολογιούχων της ελβετικής τράπεζας, κινδυνεύει το σύνολο της παγκόσμιας αγοράς των συγκεκριμένων τίτλων που έχουν εκδοθεί, και ανέρχονται στο ιλιγγιώδες ποσό των 275 δις δολαρίων.
Ο δεύτερος κίνδυνος όμως που απειλεί ευθέως το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, είναι η έκθεση των γαλλικών και των γερμανικών τραπεζών στις Ελβετικές τράπεζες.
Η έκθεση των γαλλικών τραπεζών ανέρχεται σε 15 δις δολάρια, ενώ αυτή των γερμανικών τραπεζών υπερβαίνει τα 11 δις δολάρια.
Όταν λοιπόν καταρρέει η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας και αναγκάζεται να την σώσει η πρώτη μεγαλύτερη τράπεζα σε συνεργασία με την κεντρική τράπεζα της χώρας, είναι δεδομένο ότι η έκθεση αυτή των ευρωπαϊκών τραπεζών, γίνεται τοξική.
Μπορεί η Ελλάδα του Γιώργου Παπανδρέου να δέχτηκε να αυτοκτονήσει προκειμένου να σωθούν οι γαλλικές και γερμανικές τράπεζες, δεν πρόκειται όμως να συμβεί το ίδιο με την Ελβετία. Άρα οι συνέπειες της κρίσης για τις ευρωπαϊκές τράπεζες είναι απρόβλεπτες.