Μετά το άρθρο-κόλαφο για το πώς «φιλοτεχνήθηκε η εικόνα μίας δήθεν δυναμικής ανάπτυξης» από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη, με το μεγάλο εκλογικό ποσοστό της ΝΔ να οφείλεται στο δημόσιο χρήμα που μοίρασε άφθονο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο κορυφαίος οικονομικός αναλυτής Κώστας Καλλίτσης «ξαναχτυπά», με ένα ακόμη «ράπισμα» μέσω της φιλοκυβερνητικής «Καθημερινής».
Αλήθειες που δεν θέλει κανένας στην οδό Πειραιώς να ακούει, γιατί συντρίβουν το αφήγημα της δήθεν «επιτυχίας». Μιας «επιτυχίας» που «άναψε κόκκινο στο ισοζύγιο», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κώστας Καλλίτσης στον τίτλο του νέου του άρθρου το οποίο εξηγεί πώς η Κυβέρνηση Μητσοτάκη συνέτριψε την ελληνική οικονομία με τα 60 δισεκατομμύρια που ξόδεψε για να «εξαγοράσει» το εκλογικό αποτέλεσμα.
Τα 60 δισ. που μοιράστηκαν μπορεί να κερδίζουν εκλογές, ωστόσο, προκαλούν παρενέργειες, δυναμώνουν αυταπάτες, αναφέρει χαρακτηριστικά το αποκαλυπτικό θέμα, το οποίο εξηγεί ότι στο ισοζύγιο πληρωμών, αποτυπώνονται διαρθρωτικά προβλήματα μιας οικονομίας, που συνοψίζονται στη χαμηλή ολική παραγωγικότητά της και συνεπώς στη χαμηλή διεθνή ανταγωνιστικότητά της.
Αυτό το ισοζύγιο παρακολουθεί στενά η ΕΕ, υπό τον φόβο ανατροπής της μακροοικονομικής ισορροπίας, με ένα κριτήριο-δείκτη: όταν το έλλειμμα του ισοζυγίου μιας χώρας υπερβαίνει το 4% του ΑΕΠ και διατηρείται πάνω από αυτό για αρκετό χρονικό διάστημα, τότε χτυπά το καμπανάκι στις Βρυξέλλες. Κάτι που έχει ήδη γίνει για την Ελλάδα.
Αυτό το έχει επισημάνει μάλιστα και ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, καθώς ένα έλλειμμα του ισοζυγίου «που διατηρείται πάνω από το 4% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα έρχεται σε σύγκρουση με τον έλεγχο των μακροοικονομικών ανισορροπιών της ΕΕ».
Όπως δείχνουν τα στοιχεία, το έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών από 2,9% του ΑΕΠ το 2018 και 1,5% του ΑΕΠ το 2019, σκαρφάλωσε στο 6,8% το 2021 και εκτοξεύθηκε στο 10% περίπου το 2022!
Αυτή η εκτόξευση οφειλόταν εν μέρει στις αυξημένες τιμές καυσίμων και στην ταχεία ανάκτηση των απωλειών του ΑΕΠ λόγω Covid.
Στην δεύτερη έκθεση μεταμνημονιακής εποπτείας της χώρας μας, η Κομισιόν έκανε τρεις σημαντικές παρατηρήσεις:
- Ότι για να επιτευχθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν συμφωνηθεί πρέπει να συγκρατηθεί η αύξηση των καθαρών κρατικών δαπανών στο 2,6%, καθώς η εθνική δαπάνη είναι σημαντικά μεγαλύτερη από την εγχώρια παραγωγή.
- Στο ισοζύγιο πληρωμών, τα δομικά προβλήματα συνδέονται με το αυτομάτως και απότομα διευρυμένο έλλειμμα του. Η διαφορά ανάμεσα στο ΑΕΠ που παράγουμε κι εκείνο που θα μπορούσαμε να παράγουμε με την πλήρη εκμετάλλευση των διαθέσιμων παραγωγικών συντελεστών (το παραγωγικό κενό), έχει μηδενιστεί.
- Άρα, αναφέρει στο τρίτο σημείο, για να αυξηθεί το ΑΕΠ χρειάζονται επενδύσεις (αλλιώς αυξάνονται μόνο οι τιμές) που σήμερα είναι χαμηλές και αντιστοιχούν μόλις στο 14% του ΑΕΠ.
Ο Κώστας Καλλίτσης στην ανάλυσή του, αναφέρει ακόμα ότι η Ελλάδα ούτε έχει θέσει τέτοιους στόχους, ούτε διαθέτει ανάλογο σχέδιο, αντίθετα, έχει πάει πιθανόν και λίγο πίσω.
Και επισημαίνει πολύ χαρακτηριστικά ότι την τελευταία τριετία, μοιράστηκαν πάνω από 60 δισεκατομμύρια στο όνομα της διάσωσης της οικονομίας και της στήριξης της κοινωνίας, με κριτήρια χαλαρά, όχι τόσο διαφανή, δίκαια, ή αναπτυξιακά.
Έτσι, γράφει καταλήγοντας στην ανάλυσή του, μπορεί να κερδίζονται εκλογές, ωστόσο, προκαλούνται παρενέργειες και αποδυναμώνουν αυταπάτες και διαδεδομένη μεταξύ των αυταπατών, είναι η αυταπάτη ότι η οικονομία μας έχει τεθεί σε τροχιά ανάπτυξης, ενώ ισχύει κάτι εντελώς διαφορετικό: Η οικονομία φουσκώνει από την πληθώρα δημόσιου ντόπιου, ή ευρωπαϊκού χρήματος, χωρίς να αλλάζει δομικά.
Το παραδοσιακό, παρασιτικό μοντέλο είναι εδώ –μαζί και οι στυλοβάτες του και αυτό καθρεφτίζεται στο μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών.