Αναξιοποίητος παραμένει δυστυχώς και χωρίς επαρκή στήριξη ο εθνικός μας αγροτικός πλούτος.
- Γράφει ο Νίκος Τσιαμτσίκας
Ένας θησαυρός που ξεκινά από το χωράφι με προϊόντα, φρούτα και λαχανικά, πρώτης ποιότητας, που κατέχουν την πρώτη θέση σε εξαγωγές στην Ευρώπη.
Ωστόσο, οι Έλληνες καταναλωτές δεν έχουν καλή πρόσβαση, επειδή τα εποχικά κυρίως φρούτα, δεν επιδοτούνται στην κατανάλωση, με αποτέλεσμα οι τιμές τους να τα κάνουν απροσπέλαστα στο μέσο καταναλωτή στην Ελληνική αγορά και να καταλήγουν να πωλούνται φθηνότερα στις αγορές των υπόλοιπων Ευρωπαϊκών χωρών.
Έτσι τα κεράσια παραμένουν απούλητα επειδή η τιμή τους δεν πέφτει με τίποτα κάτω από τα 3 ευρώ το κιλό, ενώ την ίδια τύχη έχουν και τα νεκταρίνια, που στους πάγκους των μανάβικων πωλούνται από 2,50 ευρώ το κιλό και πάνω.
Όλα τα φρούτα εποχής, από τα καρπούζια, τα πεπόνια, μέχρι και τα νεκταρίνια, διατηρούν δυστυχώς, ανεπίτρεπτα για το μέσο βαλάντιο, υψηλές τιμές.
Τιμές, τις οποίες δεν ξανάδε ποτέ ο Έλληνας καταναλωτής ιδιαίτερα στο καρπούζι που πωλείται σταθερά γύρω στο ένα ευρώ το κιλό και το πεπόνι που στην καλύτερη περίπτωση πωλείται με 1,50 ευρώ το κιλό.
Οι καιρικές συνθήκες δεν επέτρεψαν φέτος στις καλλιέργειες ν’ αποδώσουν τα μέγιστα, ενώ κατέστρεψαν σε πολλές παραγωγικές περιοχές τον καρπό πριν τη συγκομιδή κι μ’ αυτό έφερε σε απόγνωση τους παραγωγούς, οι οποίοι για να “ρεφάρουν”, πωλούν ότι απέμεινε υγιές στο δέντρο και κατάφερε να μπει στο τελάρο, σε τιμές διπλάσιες του κανονικού για την εποχή.
Οι υψηλές τιμές ωστόσο, προκάλεσαν αποχή των καταναλωτών από την αγορά εποχικών φρούτων, ενώ όσοι παραγωγοί τα κατάφεραν, συσκεύασαν την παραγωγή τους διαφορετικά και την παρέδωσαν στους εξαγωγείς, ως μόνη λύση για εισόδημα που θα καλύψει έστω τις βασικές ανάγκες της καλλιέργειας.
Πιο τυχεροί οι παραγωγοί ελαιόλαδου και κάπαρης, που πωλούνται το βάρος τους σε χρυσάφι στην Ευρωπαϊκή αγορά.