Η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 6,4% βρίσκεται οριακά μέσα στις δυνατότητες της οικονομίας, αν δεν τις ξεπερνάει, σημειώνει σε νέα έκθεσή του για το δ’ τρίμηνο το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
Όπως σημειώνει, αυτό θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο η οικονομία θα επιτύχει έναν ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης μέσα στο 2024, διαφορετικά είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να εμποδίσει την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Η επίδρασή του στην απασχόληση θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο θα ενισχύσει την προσφορά εργασίας προς κλάδους με ελλείψεις εργαζομένων, όπως ο τουρισμός. Μάλιστα, το Γραφείο Προϋπολογισμού έχει εξετάσει και ένα σενάριο που το ονομάζει πληθωριστικό σοκ. Με βάση αυτό, ο πληθωρισμός αυξάνεται κατά 1% και διαμορφώνεται στο 3,9% σε σχέση με τη βασική πρόβλεψη που εκτιμά πληθωρισμό στο 2,9%. Η αύξηση αυτή προέρχεται από υποθετική αύξηση των ονομαστικών μισθών για το σύνολο της οικονομίας κατά περίπου 8,7% το 2024. Η τελευταία, για παράδειγμα, υπερβαίνει την αύξηση του μισθολογικού κόστους για το 2023, που υπολογίζεται, σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., στο 6%. Η αύξηση των ονομαστικών μισθών επιφέρει σημαντική αρνητική επίπτωση στη μεσοπρόθεσμη τάση του ΑΕΠ σε σύγκριση με τη βασική πρόβλεψη έως και το τέλος του 2026, με συνολικές σωρευτικές απώλειες ΑΕΠ 2,4 δισ. ευρώ, ισοδύναμες περίπου με το 1,2% του ΑΕΠ. Η αύξηση των ονομαστικών μισθών θα οδηγήσει σε υψηλότερο πληθωρισμό, καθώς οι επιχειρήσεις προσπαθούν να ισοσταθμίσουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής με αύξηση τιμών. Η οικονομία οδηγείται σε έναν αντιπαραγωγικό ανταγωνισμό μισθών τιμών, που εν τέλει οδηγεί σε απώλεια αγοραστικής δύναμης.