Το 26,1% των Ελλήνων (2.658.400 άτομα) αντιμετώπιζε πέρυσι τον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, παρουσιάζοντας μείωση κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2022 (26,3%), σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών της ΕΛ.ΣΤΑΤ., με αναφορά εισοδήματος το 2022.
Παράλληλα, το 77,3% του φτωχού πληθυσμού της χώρας και το 36,6% του μη φτωχού πληθυσμού δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες αλλά αναγκαίες δαπάνες, ύψους περίπου 438 ευρώ, ενώ πάνω από 6 στους 10 δεν μπορούν να πληρώσουν πάγιες υποχρεώσεις. Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 6.030 ευρώ ετησίως για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 12.663 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενηλίκους και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών, και ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 10.050 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας εκτιμήθηκε σε 18.755 ευρώ. Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 826.639, σε σύνολο 4.304.193 νοικοκυριών, και τα μέλη τους σε 1.929.761, στο σύνολο των 10.202.862 ατόμων του εκτιμώμενου πληθυσμού της χώρας που διαβιεί σε ιδιωτικά νοικοκυριά.
Το ποσοστό του πληθυσμού που στερείται τουλάχιστον επτά από έναν κατάλογο 13 αγαθών και υπηρεσιών (ο δείκτης που υπολογίζει το ποσοστό με σοβαρές υλικές και κοινωνικές στερήσεις) ανέρχεται σε 13,5%, ενώ το ποσοστό του πληθυσμού που στερείται τουλάχιστον τέσσερα από έναν κατάλογο εννέα αγαθών και υπηρεσιών ανέρχεται σε 16,6%. Σύμφωνα με την έρευνα, το 26,9% του πληθυσμού αναγκάζεται να μένει σε σπίτι με στενότητα χώρου, ενώ το 38,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας. Χωρίς θέρμανση τον χειμώνα ζουν τέσσερις στους 10, ενώ το 31,4% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή του δανείου ή των δόσεων.