Τέλος στις έκτακτες παροχές βάζει το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο που έχει συμφωνήσει η Ελλάδα με την Ευρώπη και θα τεθεί σε ισχύ από το 2025. Το ερχόμενο έτος επιστρέφουν οι δημοσιονομικοί κανόνες, έπειτα από σχεδόν μία πενταετία έκτακτων κρίσεων, που υπήρχε ευελιξία για τη διανομή παροχών και επιδομάτων στους πολίτες. Ωστόσο, τώρα ήρθε η ώρα του δημοσιονομικού «συμμαζέματος».
Το νέο πλαίσιο προβλέπει πως τα έσοδα κάθε χρονιάς θα επηρεάζουν τις παροχές των επόμενων ετών. Στην ουσία, αν ο Προϋπολογισμός πηγαίνει πολύ καλά, δεν σημαίνει ότι θα εξαντλούνται όλα τα διαθέσιμα επιπλέον κονδύλια σε παροχές. Ο δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργείται θα αφήνει χρήματα για τις επόμενες χρονιές. Για παράδειγμα, αν έχουμε αύξηση πρωτογενών δαπανών 2% και τελικά είναι 1,5%, θα απομείνει ένα 0,5% να το χρησιμοποιήσουμε τα επόμενα χρόνια. Μία αντίθετη πορεία, όμως, θα αφαιρεί δημοσιονομικό χώρο από τα επόμενα έτη. Σε περίπτωση υπέρβασης του ελλείμματος κατά 0,3% για κάθε έτος ή 0,6% συνολικά, η χώρα θα μπαίνει σε καθεστώς υπερβολικού ελλείμματος. Τα παραπάνω αφήνουν ένα περιθώριο μικρών ελιγμών στο οικονομικό επιτελείο να διανείμει πολύ μικρές και στοχευμένες παροχές μόνο σε ευάλωτους, ωστόσο στο εξής καμία κυβέρνηση δεν θα μπορεί να κινείται στη λογική «δώσ’ τα όλα» π.χ. σε μια προεκλογική χρονιά.
Για όσες χώρες το χρέος τους ξεπερνά το 60% ο προηγούμενος κανόνας προέβλεπε πως τα κράτη-μέλη θα έπρεπε να μειώνουν κατά 1/20 κάθε χρόνο το χρέος τους. Αυτό θα σήμαινε για την περίπτωση της Ελλάδας μία μείωση της τάξεως του 5% ετησίως. Ο νέος κανόνας προβλέπει καλύτερους όρους μείωσης, καθώς οι χώρες με χρέος πάνω από 90% του ΑΕΠ θα πρέπει να παρουσιάζουν ετήσια μείωση του χρέους κατ’ ελάχιστο 1% του ΑΕΠ. Στις χώρες με χρέος μεταξύ 60% και 90% του ΑΕΠ η ετήσια μείωση του χρέους θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,5% του ΑΕΠ. Παράλληλα, μειώνονται και οι ελάχιστες απαιτήσεις για περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Για την Ελλάδα το ανώτατο όριο του ελλείμματος, από 0,5%-0,7% σήμερα, με τους νέους κανόνες διαμορφώνεται στο 1,5 % του ΑΕΠ. Όπως εξήγησε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης στη Βουλή, το 2023 ήμασταν στο 2,3% και με βάση τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2024 θα είμαστε στο 1,3%, δηλαδή κάτω από το όριο που τίθεται.
Το νέο πλαίσιο περιλαμβάνει δύο ρυθμίσεις με ελληνικό ενδιαφέρον: Ικανοποιείται το πάγιο αίτημα της Ελλάδας για ειδική μεταχείριση των αμυντικών δαπανών. Αν ένα κράτος-μέλος έχει υψηλότερες επενδύσεις στην Αμυνα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ή προβαίνει σε μια σημαντική αύξηση των επενδύσεων του στην Άμυνα, οι δαπάνες αυτές να μη λαμβάνονται υπόψη για την ένταξη ή μη του κράτους-μέλους σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Οι επενδύσεις στην Αμυνα (όχι για παράδειγμα αύξηση της μισθοδοσίας στις Ενοπλες Δυνάμεις) είναι η μοναδική κατηγορία δαπανών για την οποία εισάγεται ρητά αυτή η πρόνοια. Δεύτερον, εξασφαλίζεται πως η καταγραφή των αναβαλλόμενων τόκων επίσημων δανείων στο δημόσιο χρέος το 2033, η οποία αναμένεται να φτάσει τα 25 δισ. ευρώ, δεν θα ληφθεί υπόψη στους υπολογισμούς εξέλιξης του ελληνικού δημόσιου χρέους όσον αφορά την εφαρμογή των νέων δημοσιονομικών κανόνων.
Έρχεται νέο μοντέλο ρύθμισης χρεών
Οι βασικές αρχές που προβλέπουν πως το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% και η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ το 60% παραμένουν ως έχουν, ωστόσο έρχεται ένα νέο μοντέλο ρύθμισης και απομείωσης του χρέους, που δεν θα βασίζεται στα πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά στις καθαρές πρωτογενείς δαπάνες.