O πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Ντόναλντ Τραμπ, Τζον Μπόλτον, ο οποίος αποκάλυψε τις ανίερες σχέσεις Τραμπ-Ερντογάν, με συνέντευξή του στον Αλέξη Παπαχελά, προειδοποιεί τον Έλληνα Πρωθυπουργό να μην πάει σε διάλογο με την Τουρκία και του συνιστά να μπει σε «χειμερία νάρκη» έως την ανάληψη της προεδρίας, ειδικά εάν εκλεγεί ο Τζο Μπάιντεν.
Ο Τζον Μπόλτον,ένα από τα πιο γνωστά «γεράκια» της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, είναι ένας άνθρωπος που έζησε από πολύ κοντά τον Ντόναλντ Τραμπ ως Πρόεδρο, μέχρι την αποπομπή του. Βασικός λόγος της σύγκρουσής του με τον Αμερικανό Πρόεδρο, ήταν η στενή σχέση του Τραμπ με τον Ερντογάν.
Το βιβλίο του Μπόλτον που προκάλεσε σάλο στις ΗΠΑ -και όχι μόνο- περιγράφει το πόσο χαοτικά λαμβάνονται οι αποφάσεις στον Λευκό Οίκο, με βάση προσωπικές ή και οικογενειακές επιλογές, αλλά και τη σχέση του Αμερικανού Προέδρου με τον Τούρκο.
Αποσπάσματα της συνέντευξης:
- Παρότι οι διεθνείς σχέσεις δεν παίζουν μέχρι στιγμής σημαντικό ρόλο στην προεκλογική εκστρατεία, πώς πιστεύετε ότι θα μεταβληθεί η αμερικανική εξωτερική πολιτική σε περίπτωση εκλογής του Τραμπ ή του Μπάιντεν;
Όπως εξηγώ και στο βιβλίο μου, είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε ποια θα είναι η εξωτερική πολιτική Τραμπ σε περίπτωση επανεκλογής του. Ο πρόεδρος δεν βασίζει τις αποφάσεις του στον τομέα αυτό σε ιδεολογικά κριτήρια, ούτε και σε μακροπρόθεσμη στρατηγική θεώρηση, όπως διαπίστωσα και κατά τη θητεία μου ως σύμβουλος εθνικής ασφαλείας. Κύριο μέλημά του είναι οι επιπτώσεις στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Εάν επανεκλεγεί, ένα μεγάλο βάρος θα φύγει από πάνω του, καθώς δεν θα χρειάζεται πια να ανησυχεί για το εκλογικό σώμα και το Κογκρέσο. Θα μπορεί τότε να ακολουθήσει κάποια σχέδιά του, τα οποία ανεστάλησαν εξαιτίας του μεγάλου τους πολιτικού κόστους, όπως την αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ.
Ο Μπάιντεν, από τη μεριά του, εμφανίζεται μάλλον πρόθυμος να συνεχίσει την εξωτερική πολιτική Ομπάμα. Παρότι η εκστρατεία του πρώην αντιπροέδρου δεν θεωρεί ότι η εξωτερική πολιτική αποτελεί αξιόλογο πεδίο αντιπαράθεσης στην προεκλογική περίοδο, η σημαντική ενίσχυση της αριστερής πτέρυγας του Δημοκρατικού Κόμματος είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει την πολιτική των ΗΠΑ στο εξωτερικό, χωρίς να γνωρίζουμε πώς θα εκδηλωθεί η επιρροή αυτή
- Θα ήθελα να λύσετε μία απορία του ελληνικού κοινού. Ποιος λαμβάνει σήμερα τις αποφάσεις για την εξωτερική πολιτική της Ουάσιγκτον, ποιος εμπλέκεται στη διαδικασία αυτή;
Ο πρόεδρος Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει ότι αυτός έχει τον τελευταίο λόγο. Ο ίδιος ο τρόπος λειτουργίας της εκτελεστικής εξουσίας, όμως, κάνει τον Λευκό Οίκο να επιδιώκει την ενίσχυση της προεδρικής ισχύος, εις βάρος άλλων υπουργείων ή υπηρεσιών. Ο υπουργός Αμυνας Μαρκ Εσπερ, για παράδειγμα, που είναι ένα ικανότατο στέλεχος, ασκεί πολύ μικρότερη επιρροή στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής από ό,τι οι προκάτοχοί του. Αυτό δεν οφείλεται στον Εσπερ, αλλά στον Ντόναλντ Τραμπ.
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και σε άλλους σημαντικούς συμβούλους, αν και ο υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, εξαιρείται από τον κατάλογο αυτό καθώς η επιρροή του παραμένει ισχυρή. Ακόμη και αυτός, όμως, έχει τεθεί στο περιθώριο σε σχέση με την αίγλη και την επιρροή που απολάμβαναν ιστορικά οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ. Αυτός είναι ένας λόγος που με κάνει να πιστεύω ότι ο Τραμπ έχει προκαλέσει μεγάλη ζημιά στη χώρα μας.
Δεν είναι δυνατόν ένας πρόεδρος να επιδιώκει τη συγκέντρωση κάθε εξουσίας στο Οβάλ Γραφείο. Αντίθετα, θα έπρεπε να μοιράζεται τη λήψη αποφάσεων με συμβούλους της εμπιστοσύνης του. Αυτό θα ενίσχυε πραγματικά την εξουσία του και το πολιτικό του κύρος, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Ο Μάικ Πομπέο, που επισκέφθηκε πρόσφατα την Ελλάδα, προέβη νομίζω σε σειρά δηλώσεων στήριξης της Αθήνας στη συνεχιζόμενη αντιπαράθεσή της με την Αγκυρα. Τη στάση αυτή στηρίζει το 95% της αμερικανικής διπλωματίας και των υπηρεσιών ασφαλείας, αλλά δεν είμαι βέβαιος για τη θέση του Τραμπ πάνω στο θέμα αυτό.
- Παλαιότερα είχαμε τη βεβαιότητα ότι σε περίπτωση ελληνοτουρκικής κρίσης, οι ΗΠΑ θα εμπλέκονταν ενεργά, στέλνοντας στην περιοχή ικανούς και έμπειρους διπλωμάτες όπως ο Κλαρκ Κλίφορντ, ο Τζορτζ Μπολ, ο Χόλμπρουκ. Αν ένα τέτοιο σενάριο γίνει πραγματικότητα τώρα, τι θα έκαναν οι ΗΠΑ, τι θα έκανε ο Τραμπ;
Πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον Τραμπ σαν εξαίρεση της αμερικανικής ιστορίας. Οι αποφάσεις του στον τομέα της εθνικής ασφάλειας δεν ακολουθούν κάποιο πρότυπο, ενώ αυτό είναι ένα από τα προβλήματα της προεδρίας του. Αν εξασφαλίσει δεύτερη θητεία, μου είναι δύσκολο να προβλέψω τι θα έκανε σε περίπτωση ελληνοτουρκικής κρίσης.
Αν εκλεγεί ο Μπάιντεν, εκτιμώ ότι η κυβέρνησή του θα υιοθετούσε πιο ενεργό ρόλο για την αποκλιμάκωση της κρίσης στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδίως εάν η Αγκυρα διατηρούσε την ίδια πολιτική σε Λιβύη, Συρία και Μέση Ανατολή. Μία προεδρία Μπάιντεν θα έθετε την αμερικανική ιστορία στον φυσιολογικό της ρου, με εναλλαγή Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών προέδρων. Η προεδρία Τραμπ αποτελεί εξαίρεση και η αποχώρησή του από τον Λευκό Οίκο θα σημάνει την επιστροφή στην κανονικότητα.
- Τι θα συμβουλεύατε να κάνει ο Ελληνας πρωθυπουργός σε περίπτωση κρίσης στην περιοχή τους προσεχείς μήνες;
Θα του πρότεινα να μπει σε «χειμερία νάρκη» για το χρονικό διάστημα μέχρι τις εκλογές. Ακόμη και εάν εκλεγεί ο Μπάιντεν, το διάστημα που μεσολαβεί μέχρι να αναλάβει τα καθήκοντά του στα τέλη Ιανουαρίου είναι επικίνδυνο, με την απερχόμενη κυβέρνηση να επιλέγει συνήθως την εσωστρέφεια.
Κάθε ελληνική κυβέρνηση και ιδίως η σημερινή, που απολαμβάνει εξαιρετικές σχέσεις με την αμερικανική, οφείλει να είναι προετοιμασμένη για το ενδεχόμενο επανεκλογής του Τραμπ. Αν πάλι εκλεγεί ο Μπάιντεν, η Αθήνα θα πρέπει να σπεύσει να οικοδομήσει σχέσεις με τους συμβούλους του τέως αντιπροέδρου, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου μέχρι την ορκωμοσία. Οι εξαιρετικές σχέσεις που διατηρεί η Ελλάδα με το Κογκρέσο είναι και αυτές καθοριστικής σημασίας για τη διασφάλιση της ελληνικής ισχύος και των εθνικών σας συμφερόντων. Παρά λοιπόν τη δεδομένη αβεβαιότητα, η προοπτική για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις είναι σταθερά θετική.
πηγή: kathimerini.gr