Μάχη με τον χρόνο δίνει η κυβέρνηση στην προσπάθεια να μη χάσει εντελώς τον έλεγχο στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
- Από τον Ανδρέα Καψαμπέλη
Καθώς όμως έως τώρα η μείωση των θανάτων και των διασωληνωμένων δεν είναι ικανοποιητική, αν και το lockdown συνεχίζεται, προκαλώντας τσουνάμι άλλων προβλημάτων στην οικονομία και την κοινωνία, κρίσιμη ημερομηνία θεωρείται η 10η Ιανουαρίου. Έως τότε υπολογίζεται να γίνει η έναρξη των εμβολιασμών, με την ελπίδα να λειτουργήσει περισσότερο ως γεγονός που θα σηματοδοτήσει την αισιοδοξία για έξοδο από το τούνελ.
Πάντως, επί ξυρού ακμής η κυβέρνηση δεν βρίσκεται μόνο με τον κορωνοϊό. Σημάδια αποσυντονισμού διακρίνονται και σε άλλα κρίσιμα θέματα, τα οποία θα είχαν πάρει, όπως ομολογείται, πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις εάν δεν αντιμετώπιζε και η αντιπολίτευση τα δικά της σοβαρά προβλήματα και ανεπάρκειες.
Αποδυνάμωση Μητσοτάκη
Όσο κι αν δεν ομολογείται, μάλιστα, δημοσίως, οι χειρισμοί και οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος έχουν δημιουργήσει την αίσθηση της αποδυνάμωσης και της θέσης του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη, στο πρόσωπο του οποίου αντανακλώνται σε μεγάλο βαθμό οι αποτυχίες. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι από αυτό μπορεί να μην επωφελούνται τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά τροφοδοτούνται εκ νέου οι εσωτερικές διεργασίες στη Ν.Δ.
Όπως φαίνεται, το πεδίο των εθνικών θεμάτων είναι αυτό που ξεχωρίζει πάλι, ύστερα και από τα δυσμενή για την Ελλάδα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής, που επέτρεψαν ήδη στον Ερντογάν να πανηγυρίζει για τη μη επιβολή κυρώσεων στη χώρα του. Είναι χαρακτηριστικό ότι ετοιμάζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, υπαγορεύοντας τις δικές του κόκκινες γραμμές στον χειρισμό των Ελληνοτουρκικών.
Την τελευταία φορά που είχε κάνει ανάλογη δημόσια παρέμβαση ήταν στα τέλη Ιουνίου, όταν, απευθυνόμενος ουσιαστικά στον Κ. Μητσοτάκη, εξαπέλυε τη… ρουκέτα ότι «διάλογο με πειρατές δεν κάνει κανείς!».
Η δήλωση Σαμαρά είχε γίνει την επαύριο του ξαφνικού τηλεφωνήματος του Κ. Μητσοτάκη στον Ερντογάν, για να πέσουν οι τόνοι, καθώς η κυβέρνηση ετοιμαζόταν να αρχίσει τις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία. Ακολούθησε και η μυστική τριμερής στο Βερολίνο, παρά τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, αλλά οι μετέπειτα εξελίξεις με το Oruc Reis έξω από το Καστελόριζο έβαλαν αναγκαστικά φρένο.
Τώρα όλα δείχνουν ότι σχεδιάζεται επανεκκίνηση της διαδικασίας. Όμως στους μήνες που μεσολάβησαν έχει αλλάξει πολύ το εσωτερικό πολιτικό κλίμα στη χώρα μας. Η αποτυχία στην αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος του κορωνοϊού έχει εξασθενίσει και το imperium του πρωθυπουργού, ο οποίος, όσο κι αν επιδιώκει να βάλει κάτω από το χαλί της πανδημίας όλα τα άλλα προβλήματα, από ένα σημείο και έπειτα δεν το καταφέρνει.
Τώρα ο πρώην πρωθυπουργός κάνει τη νέα παρέμβασή του πάλι σε μια πολύ κρίσιμη συγκυρία, εν όψει της έναρξης «εφ’ όλης» της ύλης, όπως φαίνεται πια, διαλόγου. Πολλοί φοβούνται, λοιπόν, ότι υπό τις συνθήκες αυτές ένας «ιός» Σαμαρά μπορεί να πλήξει ευκολότερα πλέον τη σταθερότητα της κυβέρνησης, υποχρεώνοντας τον Κ. Μητσοτάκη να μεταπηδά από το ένα ναρκοπέδιο στο άλλο.
Ο πρώην πρωθυπουργός διατηρεί έναν αριθμητικά μικρό αλλά σκληρό πυρήνα βουλευτών, που, όπως εκτιμάται, είναι αρκετός για να τροφοδοτεί την ισορροπία τρόμου με το Μέγαρο Μαξίμου. Άλλωστε και στο θέμα της πανδημίας, η όποια δημόσια κριτική εκ των έσω έχει προέλθει από βουλευτές της ομάδας «Σαμαρά», όπως έκανε ο Δημ. Βαρτζόπουλος για το «λάθος» με το άνοιγμα του τουρισμού το καλοκαίρι.
Κλυδωνισμοί
Με τα δεδομένα αυτά, ο κίνδυνος μιας συνολικής απώλειας -μετά τη συνεχιζόμενη τραγωδία με τον κορωνοϊό- του ελέγχου θεωρείται υπαρκτός. Ήδη κυβερνητικά στελέχη και βουλευτές της Ν.Δ. αναγνωρίζουν ότι, καθώς η κοινωνία βρίσκεται στα όριά της, θα είναι πολύ δύσκολο να συγκρατηθεί η κατάσταση μετά τον Ιανουάριο. Εάν έως τώρα δεν έχουν εκδηλωθεί φαινόμενα κινητοποιήσεων και ταραχών, όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αυτό αποδίδεται στο -συγκριτικά- «light» lockdown για τις μετακινήσεις, την κυκλοφορία των αυτοκινήτων κ.λπ. που ατύπως εφαρμόζεται εδώ.
Από την άλλη πλευρά, είναι φανερό ότι το lockdown δεν λειτουργεί, τα υγειονομικά προγνωστικά παραμένουν δραματικά, οι συναρμόδιοι υπουργοί έχουν κόντρες μεταξύ τους για σχεδόν όλα τα σχετικά θέματα, οι επιστήμονες αρχίζουν να διαχωρίζουν ο ένας μετά τον άλλο τη θέση τους και η δυσαρέσκεια για τους κυβερνητικούς χειρισμούς μεγαλώνει από δημοσκόπηση σε δημοσκόπηση. Το αποτέλεσμα είναι η κυβέρνηση να κλυδωνίζεται, αν και δεν απειλείται από την αντιπολίτευση, κι αυτό είναι ένα στοιχείο ιδιόμορφης πολιτικής αστάθειας που παρατηρείται πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες.
Οι 100 μέρες της κολάσεως…
Καθώς υπάρχει η απειλή τρίτου και σφοδρότερου κύματος της πανδημίας, ο πρωθυπουργός αναζητεί εναγωνίως τρόπους επιστροφής σε μια νέα πολιτική και επικοινωνιακή «κανονικότητα». Γι’ αυτό μετά την αποτυχία των απαγορεύσεων και των περιοριστικών μέτρων όλες οι ελπίδες για την εξισορρόπηση του κοινωνικού κλίματος πλέον έχουν εναποτεθεί στον εμβολιασμό.
Ωστόσο κι εδώ το παιχνίδι με τον χρόνο αναμένεται σκληρό, αφού, αφενός, θα απαιτηθούν -στην καλύτερη περίπτωση- αρκετοί μήνες για να φανούν τα αποτελέσματα και να επιτευχθεί η απαραίτητη ανοσία του πληθυσμού και, αφετέρου, διαπιστώνεται καθημερινά ότι ενισχύονται τα ποσοστά των πολιτών που αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη και πάντως χωρίς την -υποδεικνυόμενη από την κυβέρνηση- βιασύνη το εμβόλιο.
Γι’ αυτό εκτιμάται ότι, στο πλαίσιο αυτό, το διάστημα από τα μέσα Ιανουαρίου έως τον Απρίλιο θα είναι μεταβατικό αλλά και καθοριστικό από υγειονομικής και όχι μόνο πλευράς.
Σε αυτές τις περίπου 100 μέρες θεωρείται πιθανό να υπάρξουν εξελίξεις σε όλα τα μέτωπα και ο κ. Μητσοτάκης (ο οποίος, στην προσπάθεια να αλλάξει την ατζέντα και να «μαζέψει» το άσχημο εσωκομματικό κλίμα, μελετά επί του παρόντος έναν ανασχηματισμό, με παρά πολλές εκπλήξεις) ίσως αναγκαστεί να δρομολογήσει πιο στρατηγικής σημασίας αποφάσεις…