Υπολείμματα αλληλεγγύης στην Ελλάδα και περαιτέρω λεκτικές καταδίκες, δίχως κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα στην πραγματικότητα που η Τουρκία διαμορφώνει σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο, βρίσκονται στο σχεδόν άδειο και πολύ μεγάλο καλάθι με το οποίο ο Πρωθυπουργός γύρισε από τη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ο Άξονας του Β’ Παγκοσμίου αναβιώνει υπέρ της Τουρκίας.
Τα φληναφήματα περί κυρώσεων που δαγκώνουν, το «εμπάργκο όπλων» και η όποια ελπίδα για ουσιαστική παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι της τουρκικής προκλητικότητας κατέληξαν στον κάλαθο των αχρήστων, αφού αποδείχθηκε ξεκάθαρα ότι δεν υπήρχε τρόπος να ξεπεραστούν οι αντιδράσεις των χωρών της Ε.Ε. που ήθελαν να προστατεύσουν την Τουρκία.
Στον ίδιο ακριβώς χρόνο διαψεύστηκε και η φιλολογία που είχε τεχνηέντως καλλιεργηθεί από την ελληνική πλευρά για την ύπαρξη ενός ισχυρού μπλοκ ευρωπαϊκών χωρών που θα στήριζε τις ελληνικές θέσεις, και την οποία ακόμη και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είχε εκφράσει λέγοντας ότι «αν χρειαστεί να μπει βέτο, δεν θα το βάλουμε εμείς», υπονοώντας ότι υπήρχαν χώρες που θα ακολουθούσαν σκληρή γραμμή κατά της Τουρκίας.
Όμως τόσο η Αυστρία όσο και η Γαλλία, καθεμία για τους δικούς της λόγους, επέλεξαν από πολύ νωρίς να αποδεχθούν τη «γερμανική γραμμή» υπέρ του «χαϊδέματος» της Τουρκίας.
Αυτή η «κατ’ επίφασιν» Ενωση, όπως χαρακτηρίστηκε, απέδειξε ότι αδυνατεί να λειτουργήσει ως παράγων στον χρόνο που πρέπει, επιβραβεύοντας επί της ουσίας τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν και τις τυχοδιωκτικές του κινήσεις στην ανατολική Μεσόγειο.
Γνώριζαν τι έρχεται
Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική πλευρά, όσο οι ημέρες της Συνόδου πλησίαζαν, προσπαθούσε να χαμηλώσει τον πήχη των προσδοκιών, με αποκορύφωμα τις δηλώσεις του υπουργού Επικρατείας Γ. Γεραπετρίτη την Πέμπτη, ο οποίος μίλησε σαν να γνώριζε το τελικό, τρίτο προσχέδιο συμπερασμάτων το οποίο τελικά υιοθετήθηκε από όλους, καθώς είπε ότι το ζήτημα των κυρώσεων δεν συνιστά αυτοσκοπό και έθεσε ως «επιθυμητό αποτέλεσμα» του συμβουλίου μια «νέα καταδίκη της Τουρκίας».
Οι «ευρωπαϊκά υπερήφανες» κραυγές κυβερνητικών στελεχών και βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, με τις οποίες διακηρυσσόταν η αποφασιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να υπερασπιστεί τα ελληνικά σύνορα, που είναι και δικά της, είχαν σχεδόν μηδενιστεί.
Η αποτυχία λοιπόν της ελληνικής διπλωματίας στη σύνοδο ήταν προδιαγεγραμμένη. Ακόμη και οι κυρώσεις κατά προσώπων, που αφορούν τις τουρκικές προκλήσεις στην ΑΟΖ της Κύπρου και τις οποίες προσπαθεί η κυβέρνηση να προβάλλει προκειμένου να διαχειριστεί το κλίμα που διαμορφώνεται στην Ελλάδα, δεν είναι παρά φύλλο συκής που οφείλεται στην επιμονή την οποία στο παρελθόν επέδειξε η Κύπρος. Επιμονή την οποία η Ελλάδα, ίσως και λόγω της αγωνίας της να μην… καθυστερήσουν τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης, δεν σκέφτηκε προφανώς καν να δείξει.
Στην ίδια σύνοδο στην οποία ικανοποιήθηκαν -εν μέρει τουλάχιστον- τα αιτήματα Πολωνίας και Ουγγαρίας, που είχαν απειλήσει με βέτο, η Ελλάδα αποφάσισε να έχει ακόμη μια φορά τον ρόλο του… καλού παιδιού – κάτι το οποίο ήταν προφανώς γνωστό από πριν από τη Σύνοδο, αφού δεν υπήρχε η κινητοποίηση που υπάρχει όταν τίθεται ζήτημα κάποιου βέτο.
Η ανταμοιβή για την ελληνική «υπομονή» κατά τη διάρκεια των μηνών κατά τους οποίους εκτυλίσσονταν οι τουρκικές προκλήσεις στην ανατολική Μεσόγειο δεν ήταν παρά ένα γενικόλογο και πολύ χαλαρά διατυπωμένο κείμενο συμπερασμάτων, στο οποίο η επιβολή των κυρώσεων μετατίθεται ακόμη μια φορά στο μέλλον, στη σύνοδο του Μαρτίου.
Ακριβώς όμως αυτός ο γενικόλογος χαρακτήρας του κειμένου και η «ευρύτητα» της αποστολής την οποία ανέθεσε στον αξιωματούχο Ζοζέπ Μπορέλ το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο -δηλαδή το να ετοιμάσει μια έκθεση για το σύνολο των ευρωτουρκικών σχέσεων- φοβίζουν όσους θεωρούν ότι στη διπλωματική γλώσσα αυτό σημαίνει ότι δίνεται μικρότερη σημασία στις προκλήσεις κατά της χώρας μας αλλά και της Κύπρου.
Ο Μητσοτάκης προσυπέγραψε ένα ντροπιαστικό κείμενο
Εάν όμως η ελληνική διπλωματία υπέστη μια σημαντική ήττα στη σύνοδο, αυτή δεν ήταν άλλη παρά η ρητή αναφορά για ακόμη μια φορά στην «απόσυρση» του «Oruc Reis» από πλευράς Τουρκίας, η οποία χαρακτηρίζεται ως «θετική εξέλιξη». Αυτή η προσχηματική, όπως προς κάθε κατεύθυνση δήλωνε η κυβέρνηση, κίνηση των Τούρκων έγινε αποδεκτή από το σύνολο των ηγετών των κρατών- μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως «ειλικρινής».
Η χώρα μας δηλαδή δεν κατάφερε να διασφαλίσει αυτό το οποίο συνεχώς ξόρκιζε, να μη γίνουν δηλαδή αποδεκτά τα τουρκικά «παιχνιδίσματα» με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που λειτουργούν ως «φερετζές» στις προσπάθειές της να δημιουργήσει αρνητικά για τη χώρα μας τετελεσμένα και να θεμελιώσει δικαιώματα επί της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Αυτό το «συμπέρασμα», το ντροπιαστικό για όλους τους Έλληνες, το υπέγραψε και ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, επιβεβαιώνοντας -όπως το έθεσε απόστρατος αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων- ότι «όλοι κοροϊδεύουν όλους κι εμείς κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας».
«Άδειασε» Δένδια
Με την υπογραφή του σε αυτό το σημείο ο Κυριάκος Μητσοτάκης «άδειασε» επί της ουσίας και τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια, ο οποίος δήλωνε πριν από λίγες ημέρες: «Αυτή τη φορά, ανεξαρτήτως οψίμων δηλώσεων, η Τουρκία δεν είναι εύκολο να ξεγελάσει την Ε.Ε. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι αφελής».
Αποδείχθηκε τελικά ότι η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητούσε να «ξεγελαστεί» από την Τουρκία, η οποία παίζοντας το δικό της παιχνίδι με το Βερολίνο κατάφερε όχι μόνο να βολτάρει επί μήνες στις θάλασσες της πατρίδας μας αλλά και να μας επιβάλει να υπογράψουμε την αυτοαναίρεση των επιχειρημάτων μας.
Ο Άξονας του Β’ Παγκοσμίου αναβιώνει υπέρ της Τουρκίας
Βερολίνο, Ρώμη και Μαδρίτη πρωτοστατούν στο σταμάτημα (ή, έστω, τηρώντας προσχήματα, στην ελαχιστοποίηση) κάθε διαδικασίας κυρώσεων στην Τουρκία για τις απροκάλυπτες παρανομίες της στην Ανατολική Μεσόγειο σε βάρος Ελλάδας και Κύπρου.
Κατά σύμπτωση, ο Άξονας του φασισμού στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία) επενεργεί και σήμερα υπέρ του ισλαμοφασιστικού καθεστώτος που έχει εγκαθιδρυθεί στη γειτονική χώρα από το τουρκικό «βαθύ κράτος» και ασταμάτητα πρωτοστατεί στη διάσωση της Άγκυρας από τις ποινές που θα έπρεπε να της επιβληθούν, ως φυσιολογική συνέπεια εφαρμογής της αρχής της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Κατά μία ακόμα σύμπτωση, οι τρεις αυτές χώρες έχουν υποστεί ελάχιστες συνέπειες από την ειδεχθή ισλαμική τρομοκρατία που σαρώνει την Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Αυτό και μόνο, ως ένδειξη, οδηγεί χωρίς βασανιστικούς συλλογισμούς σε ασφαλή συμπεράσματα για το ποιος ευθύνεται ή υποκινεί το πλέγμα των αλλεπάλληλων ισλαμοφασιστικών τυφλών χτυπημάτων στην ευρωπαϊκή ήπειρο…
Συμπτωματικά, οι τρεις αυτές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, μαζί με τη Ρωσία, εξοπλίζουν με υπερσύγχρονα όπλα την Τουρκία, αδιαφορώντας για το ότι με μαθηματικό τρόπο η Τουρκία τα στρέφει εναντίον «συμμάχων» και ενώ κερδίζει έδαφος ο προβληματισμός για το αν η χώρα πρέπει να παραμείνει μέλος του Βορειοατλαντικού Συμφώνου – προβληματισμός που επικρατεί και στην Άγκυρα για τον μελλοντικό ρόλο της, εκπορευόμενος από κύκλους που θεωρούν ότι η Τουρκία είναι σε θέση να διαδραματίσει ανεξάρτητο ηγεμονικό ρόλο (τύπου Ιράν), αποκτώντας πυρηνικά όπλα, με τη βοήθεια της Μόσχας.
Και η Ουγγαρία
Επίσης συμπτωματικά, στη λυσσαλέα προσπάθεια στήριξης της Άγκυρας συνδράμει και η Ουγγαρία (βρήκε ο γύφτος τη γενιά του…), με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου να επισκέπτεται την Βουδαπέστη, ζητώντας από τον Ούγγρο ομόλογό του σθεναρή απόρριψη των ελληνοκυπριακών αιτημάτων για κυρώσεις.
Μάλιστα, από τη Βουδαπέστη εξαπέλυσε την περασμένη εβδομάδα μύδρους κατά της Ελλάδας και της Κύπρου, με τον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν να γνέφει συγκαταβατικά προς τον Ταγίπ Ερντογάν, αναγορεύοντας τη χώρα του, την Ουγγαρία, σε 5η Φάλαγγα της Τουρκίας στην Ευρώπη…
Στον χορό του νεότευκτου φιλοϊσλαμοφασιστικού άξονα χορεύουν και τα περιφερειακά «τσιράκια» της Γερμανίας και της Ιταλίας. Παρά τις προσπάθειες της ελληνικής διπλωματίας να επηρεάσει μικρές χώρες, με ισοδύναμη ωστόσο ψήφο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δεν κατάφερε να τις μεταπείσει. Παράδειγμα, η Μάλτα, που από την κρίση των δύο τουρκολιβυκών μνημονίων και μετά είχε σειρά επαφών με την Αθήνα, αλλά αποτέλεσμα δεν υπήρξε.
Σε τρεις διαδοχικές ευρωπαϊκές Συνόδους Κορυφής, το άμορφο (ακόμα) συνονθύλευμα των απογόνων των φασιστικών καθεστώτων της Ευρώπης επανέρχεται στο προσκήνιο με τον ίδιο τρόπο και συγκολλητική ουσία την ταύτιση συμφερόντων και όχι «αρχών». Κοροϊδεύει την Ελλάδα ότι ετοιμάζει λίστα κυρώσεων για τις ανησυχίες της, χωρίς να έχει διάθεση να προχωρήσει στο ουσιαστικό βήμα της επιβολής τους. Αποδεικνύεται πρόθυμο να «λέει», χωρίς να… πράττει.
Ευρώπη στα δύο
Μπορεί ο κύκλος των χωρών που αντιλαμβάνονται πλέον τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο να έχει διευρυνθεί, αλλά οι τρεις μεγάλες πρωτεύουσες (Βερολίνο, Ρώμη, Μαδρίτη) δεν άφησαν να αναπτυχθεί «ρεύμα» κυρώσεων.
Γαλλία, Αυστρία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Σλοβενία, Σλοβακία και Εσθονία δεν πείσθηκαν από τους τουρκικούς «ελιγμούς» της τελευταίας στιγμής περί κινήσεων καλής θέλησης της ;Aγκυρας και απόσυρσης του «Oruc Reis» από τα ελληνικά νερά, σε αντίθεση με τον άξονα Γερμανίας, Ιταλίας και Ισπανίας, που παρέμειναν δέσμιες των συμφερόντων τους.
Αλλά και η Γαλλία, «μόνη και έρημη» στην άβυσσο της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης, δεν αποτελούσε σοβαρό κίνδυνο για τα γερμανικά συμφέροντα, μια και δεν είναι σε θέση, στην τρέχουσα φάση, να ορθώσει το ανάστημα σθεναρής συμμάχου, ενώ και στο παρελθόν έχει δείξει δείγματα «στρίβειν διά του αρραβώνος».
Η κωλοτούμπα του «δεν επιδιώκουμε τιμωρία»
Και ενώ Αθήνα και Λευκωσία το προηγούμενο διάστημα είχαν καταστήσει σαφές ότι η «περίοδος χάριτος» προς την Άγκυρα πρέπει να τελειώσει όσο η τουρκική πλευρά δεν μεταβάλλει τη στάση της, το νέο κυβερνητικό αφήγημα, που ανέτειλε λίγες ημέρες πριν από τη σύνοδο των Ευρωπαίων ηγετών, ήταν ότι «δεν επιδιώκουμε τιμωρία της Τουρκίας», καθώς και ότι «οι κυρώσεις δεν αποτελούν αυτοσκοπό».
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Αθήνα, που γνώριζε την κατάσταση και τους διαμορφωμένους συσχετισμούς στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Παρασκευής, το μόνο που έχει από εδώ και πέρα να κάνει είναι επικοινωνιακή διαχείριση της διάστασης λόγων και έργων όχι της Τουρκίας, αλλά της Ε.Ε.