Περίπατο έχει πάει κάθε κυβερνητική εξαγγελία που έχει γίνει στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου εμβολιασμού «Ελευθερία», με τα δεδομένα να είναι αδιαμφισβήτητος κριτής των πεπραγμένων του Μαξίμου.
Στις 12 Ιανουαρίου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε παραχωρήσει συνέντευξη στο κεντρικό δελτίο του ΑΝΤ1 και στον δημοσιογράφο Νίκο Χατζηνικολάου. «Θα έχουμε στο πρώτο τρίμηνο 4.000.000 δόσεις. Μέχρι τα τέλη Μαρτίου. Άρα, θα μπορούμε να έχουμε εμβολιάσει κοντά στα 2.000.000 συμπολίτες μας» ανέφερε τότε ο πρωθυπουργός.
Ποια είναι η πραγματικότητα στα τέλη Μαρτίου; Οι πολίτες που έχουν εμβολιαστεί μετά βίας ξεπερνούν το 1.000.000, δηλαδή περίπου οι μισοί από όσους υποσχόταν ο πρωθυπουργός. Παράλληλα, οι δόσεις που έχουν πραγματοποιηθεί είναι περίπου 1,6 εκατομμύρια, δηλαδή ούτε καν οι μισές δόσεις που εξήγγειλε ο κ.Μητσοτάκης!
Πού είναι, λοιπόν, οι δόσεις που μας έταξε ο κ. Μητσοτάκης; Ο Πρωθυπουργός εμφανίστηκε για ακόμα μία φορά αναξιόπιστος μπροστά στους πολίτες, αφού όσα είχε προαναγγείλει δεν συμβαδίζουν, ούτε λίγο, με την πραγματικότητα.
Βλέπουμε μια ΕΕ ανήμπορη να αντιδράσει στις καθυστερήσεις παράδοσης των δόσεων του εμβολίου από τις φαρμακοβιομηχανίες και τον Έλληνα πρωθυπουργό να μην κάνει τίποτα για να πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απλά υποσχέθηκε εμβόλια στον ελληνικό λαό, για τα οποία όμως δεν πίεσε ώστε να είναι διαθέσιμα.
Και μπορεί η μεγαλύτερη ευθύνη να βαραίνει τις Βρυξέλλες, ωστόσο το διαφαινόμενο φιάσκο με τις παραδόσεις των δόσεων από τις φαρμακοβιομηχανίες δεν εμπόδισε τον πρωθυπουργό να δώσει φρούδες ελπίδες σε έναν λαό που βρίσκεται πάνω από έναν χρόνο κλεισμένος σπίτι του.
Την ίδια ώρα που ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει πιέσει στο ελάχιστο τα ευρωπαϊκά όργανα, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει λάβει καμία πρωτοβουλία για να ενισχύσει την εμβολιαστική προσπάθεια στη χώρα, κάνοντας κινήσεις προς το κινεζικό και το ρωσικό εμβόλιο.
Η έλλειψη επαρκών δόσεων από τις εταιρίες με τις οποίες έχει συνάψει συμφωνία η Ε.Ε. έχει ωθήσει κράτη-μέλη της να στραφούν προς αυτές τις λύσεις ώστε να καλύψουν τις ανάγκες τους. Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική κυβέρνηση έχει επιλέξει να είναι δέσμια των επιταγών των Βρυξελλών, με αποτέλεσμα το μικρό ποσοστό κάλυψης εμβολιασμού των πολιτών και τη συνέχιση ενός έωλου και αναποτελεσματικού lockdown.
Το σύστημα υγείας
Μάλιστα, στην ίδια συνέντευξη τον Ιανουάριο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμπλήρωσε: «Επειδή δεν εμβολιάζουμε τυχαία, αλλά εμβολιάζουμε τους συμπολίτες μας οι οποίοι έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, δηλαδή κινδυνεύουν περισσότερο, δηλαδή είναι πιο πιθανό να νοσηλευτούν, αυτό σημαίνει ότι μειώνουμε δυσανάλογα πολύ την πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Κατά συνέπεια, τον Μάρτιο θα είμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση».
Και εδώ η πραγματικότητα έρχεται να διαψεύσει τον πρωθυπουργό, δυστυχώς με τραγικές συνέπειες για τους συμπολίτες μας… Προφανώς, τον Μάρτιο δεν είμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση, αντιθέτως είμαστε στη χειρότερη που έχει βρεθεί η χώρα! Η πίεση στο σύστημα υγείας όχι μόνο δεν έχει μειωθεί, αλλά αυξάνεται συνεχώς, με τον αριθμό των διασωληνωμένων να σπάει καθημερινά ρεκόρ. Οι θάνατοι έχουν εκτοξευτεί σε υψηλά επίπεδα, ενώ οι διασωληνωμένοι ασθενείς νοσηλεύονται εκτός ΜΕΘ.
Χυδαία προπαγάνδα για να καλύψει την αποτυχία
Το όλο σκηνικό συνθέτει μια εικόνα παταγώδους αποτυχίας. Από τα εμβόλια, που άλλο μάς έταζαν και άλλο έχουμε, ως την κατάσταση στο σύστημα υγείας και τα νοσοκομεία με πολεμικές συνθήκες.
Την ίδια ώρα, αντί το κυβερνητικό επιτελείο να ψάχνει τρόπους για να ανατρέψει τη δύσκολη κατάσταση όπου βρίσκεται η χώρα, καταφεύγει σε προπαγανδιστικές σανίδες σωτηρίας, παρουσιάζοντας μια επιτυχημένη εικόνα που δεν συνάδει σε καμία περίπτωση με ό,τι συμβαίνει.
Με μπροστάρηδες τον Άκη Σκέρτσο και τον Βασίλη Κοντοζαμάνη, το Μαξίμου επιχείρησε επί δύο συνεχόμενες Παρασκευές να προπαγανδίσει με χυδαίο τρόπο τις θέσεις του και παρουσίασε ως… μεγαλειώδη επιτυχία τα rapid self tests, παρότι οι φαρμακοποιοί έχουν προαναγγείλει την αποτυχία αυτού του εγχειρήματος.
Σε κάθε περίπτωση, όσο η κυβέρνηση τα βλέπει όλα καλώς καμωμένα, ο ιός «θερίζει» την κοινωνία, οι διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ αυξάνονται, ενώ οι πολίτες μένουν αθωράκιστοι, καθώς οι δόσεις των εμβολίων -όταν δεν πηγαίνουν σε «γαλάζια» ρουσφέτια– είναι για λίγους…