Οταν το… μακρινό 2005 ο ΓΑΠ ζητούσε ένα «νέο Ελσίνκι», είναι βέβαιο ότι ούτε ο ίδιος θα
περίμενε ότι το 2021, ύστερα από μια χρονιά οριακής έντασης με την Τουρκία και σειρά
προκλήσεων από τον Έβρο μέχρι τη Λιβύη, το αίτημά του θα γινόταν «κοινός τόπος» και σημείο σύγκλισης των «κατευναστών» της ερντογανικής Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένων και κάποιων «κατοίκων» του Μαξίμου υπό μια κυβέρνηση της Ν.Δ.
Τότε, ο Γιώργος Παπανδρέου, θέλοντας να διατηρήσει «ζωντανή» την κληρονομιά
Σημίτη, καλούσε την κυβέρνηση Καραμανλή να συνδέσει εκ νέου την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας με την επίλυση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων και τη διευθέτηση του Κυπριακού, διαμορφώνοντας ένα «Ελσίνκι 2», και φυσικά την κατηγορούσε ότι με τις επιλογές της «ακύρωνε» όλα τα «κεκτημένα Σημίτη».
Δεκαέξι ολόκληρα χρόνια μετά, όμως, φαίνεται ότι κάποιοι -από διάφορα κόμματα-
επιχειρούν να επαναφέρουν το «δόγμα Σημίτη» στην πολιτική ζωή της χώρας,
κάνοντας ξανά λόγο για ένα «νέο Ελσίνκι», που με κάποιον μαγικό τρόπο θα «λύσει» τα
προβλήματα της χώρας μας με την Τουρκία, στο πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων,
αρκεί φυσικά να μην είμαστε κι εμείς «μαξιμαλιστές».
Διάθεση υποχώρησης
Από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα έως τον Νίκο Ανδρουλάκη, αλλά και την ηγετική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, που επαναπροσδιόρισε στα 6 ναυτικά μίλια τις «κόκκινες γραμμές», αυτό που αποτυπώνεται ως «νέο Ελσίνκι» δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά μια προσπάθεια μασκαρέματος της ολικής επαναφοράς της εξωτερικής πολιτικής Σημίτη «για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο», ακόμη και εάν αυτό σημαίνει «νέα Ίμια».
Στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού της Βουλής «Επί του περιστυλίου», ο Αλέξης
Τσίπρας έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στο σχετικό αίτημα για ένα «νέο Ελσίνκι», εντός του σημερινού ευρωπαϊκού πλαισίου. Προτείνει, μάλιστα, προς ικανοποίηση
προφανώς των «Χαγιστών», να γίνει η προσφυγή στη Χάγη προϋπόθεση για την
ενεργοποίηση της αναθεωρημένης τελωνειακής ένωσης Ε.Ε. – Τουρκίας. Γράφει συγκεκριμένα πως χρειάζεται ένα νέο πλαίσιο ευρωτουρκικής προσέγγισης που να συνδέει τη θέση σε ισχύ της αναθεωρημένης τελωνειακής ένωσης Ε.Ε. – Τουρκίας με τουρκική υποχρέωση προσφυγής στη Χάγη με την Ελλάδα για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας / ΑΟΖ.
Αυτά που έγραψε στο περιοδικό της Βουλής ο Αλέξης Τσίπρας τα εκφώνησε και κατά την παρουσία του στο Φόρουμ των Δελφών, κάνοντας την «Αυγή» να κλείνει το μάτι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, σημειώνοντας πως αυτή την πρόταση θα μπορούσε να την αξιοποιήσει η κυβέρνηση «εάν βεβαίως καταφέρει να αγνοήσει την ακροδεξιά συνιστώσα της, αλλά και τους νοσταλγούς του δόγματος της ακινησίας στο εσωτερικό της», σημειώνοντας ότι σε τέτοια περίπτωση δεν θα έχει απέναντί της την αντιπολίτευση. Επί της ουσίας, δηλαδή, λέει στον πρωθυπουργό ότι, εάν αφήσει να διαμαρτύρονται τόσο οι
καραμανλικοί όσο και οι σαμαρικοί, δεν θα έχει πρόβλημα να περάσει αυτό το «νέο
Ελσίνκι» από τη Βουλή, διότι πολύ απλά θα το… ψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Αντίστοιχη ήταν η αναφορά του Γ. Κατρούγκαλου, ο οποίος, γράφοντας για ένα «Ελσίνκι Plus», ζήτησε να συνδεθεί με προσφυγή στη Χάγη όποια θετική ατζέντα της Ε.Ε. Από ό,τι φαίνεται, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο μόνος που δηλώνει διατεθειμένος να στηρίξει αυτό το «νέο Ελσίνκι». Μιλώντας στο Φόρουμ των Δελφών, ο «δελφίνος» του ΚΙΝ.ΑΛ. και ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκης αναφέρθηκε και αυτός στην ανάγκη για ένα «νέο Ελσίνκι», τονίζοντας ότι το καρότο θα είναι η αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης, που θέλει η Τουρκία, και κάνοντας λόγο και αυτός για ένα «πλαίσιο» στο οποίο η Χάγη θα έχει κεντρικό ρόλο, ως εναλλακτική της εφαρμογής της σύμβασης του ΟΓΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας που κατοχυρώνει πλήρως τα ελληνικά δικαιώματα.
Αντεπίθεση του μετώπου μετά την παρέμβαση Καραμανλή
Αυτά τα «ανοίγματα» προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι τυχαία. Εντός της κυβέρνησης και του Μαξίμου είναι σαφές ότι υπάρχουν θύλακες που προκρίνουν την
ολοκληρωτική επαναφορά του σημιτισμού ως κυρίαρχου δόγματος στα Ελληνοτουρκικά και βλέπουν ως μονόδρομο μια προσφυγή στη Χάγη… Αλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι μια από τις «παρεμβάσεις» που επανεκκίνησαν τη συζήτηση περί της ανάγκης για ένα «νέο Ελσίνκι» ήταν αυτή του καθηγητή Π. Ιωακειμίδη, εξέχοντος μέλος του ΕΛΙΑΜΕΠ, που κατά κάποιους αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του σκιώδους υπουργείου Εξωτερικών, από το οποίο αντλεί, αν μη τι άλλο, συμβούλους ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο κ. Ιωακειμίδης -που πρόσφατα βρέθηκε ξανά στο φως της επικαιρότητας λόγω της επίθεσης που εξαπέλυσε στον Νίκο Δένδια, κατηγορώντας τον για «διπλωματία της ντουντούκας» με αφορμή όσα συνέβησαν στην επίσκεψή του στην Αγκυρα- δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να εκφράσει την οργή των κατευναστών. Δεν είναι τυχαίο ότι, ήδη στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 2020 -εν μέσω δηλαδή της μεγάλης κρίσης με την Τουρκία-, έγραφε ότι η μοναδική λύση είναι ένα «νέο Ελσίνκι». «Η προσέγγιση της πίεσης ή τιμωρίας της Τουρκίας μέσω κυρώσεων εκτιμάται ότι δεν δουλεύει» σημείωνε και συνέχιζε λέγοντας πως η χώρα μας πρέπει «να εγκαταλείψει τη θεολογία των κυρώσεων» και να «κλειδώσουμε την Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση με μια ειδική σχέση «νέο Ελσίνκι».
Αν κρίνει κανείς από όσα ακολούθησαν, η κυβέρνηση έτεινε εύηκοον ους στις προτροπές του κ. Ιωακειμίδη. Η «στροφή» της ελληνικής κυβέρνησης στη «γραμμή Γεραπετρίτη» και η οχύρωσή της πίσω από τα 6 ναυτικά μίλια, τα οποία ποτέ δεν αμφισβήτησε η Τουρκία, αποδεικνύει ότι το «νέο Ελσίνκι» αποτελεί μια επιλογή που δεν έχει απορρίψει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρά τις αντιρρήσεις που εκφράζονται από μεγάλη μερίδα βουλευτών και βάσης. Η παρέμβαση Καραμανλή μπορεί να έδειξε τις προθέσεις των αντιδρώντων, όμως είναι σαφές ότι το σύστημα των κατευναστών επανέρχεται δριμύτερο, δίνοντας «επιλογές» στον Κυριάκο Μητσοτάκη.