«Ο Κώστας Μπακογιάννης θα είναι ένας πολύ επιτυχημένος δήμαρχος Αθηναίων που θα κάνει καλύτερη τη ζωή των κατοίκων της πρωτεύουσας». Με αυτά τα λόγια, επίσημες πηγές της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης επιβεβαίωναν στις αρχές του 2019 την κάθοδο του φερέλπιδος πολιτικού στον Δήμο Αθηναίων.
Κάτι ο θρίαμβος που προδιαγραφόταν για τη Ν.Δ. στην εκλογική τριπλέτα των επικείμενων εκλογών του καλοκαιριού, κάτι η δυναμική που είχε χτίσει σε επικοινωνιακό επίπεδο ο μέχρι τότε φερόμενος ως παιδί-θαύμα στον δημαρχιακό θώκο του Καρπενησίου και μετέπειτα «πετυχημένος, αν και μικρός» περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας, δεν ήθελε και πολύ για να πάρει το χρίσμα ο «πιτσιρικάς», υπερβαίνοντας ακόμα και τη ρητή δέσμευση Μητσοτάκη ότι δεν πρόκειται να δώσει επισήμως κομματικό «δαχτυλίδι» σε κανέναν αυτοδιοικητικό υποψήφιο.
Βεβαίως, ο Δήμος Αθηναίων δεν είναι μια οποιαδήποτε περίπτωση. Είναι κοινό μυστικό ότι η θέση αυτή αποτελεί το πρόκριμα για τη μετάβαση στην κεντρική πολιτική σκηνή. Εξάλλου, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι, για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, η Αθήνα ήταν έτοιμη να περάσει θριαμβευτικά στα χέρια της Κεντροδεξιάς. Σε αυτό το πλαίσιο, η επιλογή Μπακογιάννη φάνταζε ιδανική: νέος, ωραίος, επιτυχημένος, μορφωμένος, αυτοδιοικητικός, κεντροδεξιός, που μπορούσε όμως να συνομιλήσει ακόμα και με τους πιο ακραιφνείς πολιτικούς του αντιπάλους – ας μην ξεχνάμε ότι επί ΣΥΡΙΖΑ έβαλε ως περιφερειάρχης και την υπογραφή του για τα μουσεία ΕΑΜικής αντίστασης στις Κορυσχάδες και τη Βίνιανη…
Κυρίως, όμως, ήταν ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα μέλη της οικογένειας. Με έναν σμπάρο, λοιπόν, δυο τρυγόνια: Και ο μεγαλύτερος δήμος της χώρας περνούσε σε γνωστά χέρια και τηρούνταν ευλαβικά οι ισορροπίες μεταξύ των μελών της οικογένειας Μητσοτάκη, ιδίως αυτές που αφορούσαν πόθους απογοητευμένων συγγενών, οι οποίοι ήθελαν να δουν τα παιδιά τους να κάνουν όσα οι ίδιοι δεν πέτυχαν.
Ένα ακόμα στοιχείο που έκανε πιο λείο τον δρόμο του Κ. Μπακογιάννη προς την επιτυχία ήταν η μουντή λάμψη του προκατόχου του. Γιατί ήταν εύκολο οποιοσδήποτε διαδεχόταν τον -κηρώδους ακαμψίας- Γιώργο Καμίνη να αναδείξει το μέγαρο της πλατείας Κοτζιά σε κέντρο δημιουργικού οργασμού, ακόμα και με μικρές κινήσεις.
«Η καλή ημέρα από το πρωί φαίνεται» λέει ο λαός. Και η κακή επίσης, θα προσθέσουμε εμείς. Οι εξαγγελίες για ταχεία βελτίωση της καθημερινότητας στην Αθήνα εξαντλήθηκαν σύντομα σε βαψίματα τοίχων, σχολαστικούς καθαρισμούς πλατειών, αναβαθμίσεις παιδικών χαρών, δημιουργία πάρκων τσέπης και στήσιμο σιντριβανιών σε πλατείες που συνήθως δεν μπορείς να διαβείς μετά τη δύση του ήλιου.
Πέραν τούτων; Τίποτα. Από τους πρώτους μήνες, αυτά που χαρακτήρισαν τις κινήσεις του Κ. Μπακογιάννη ήταν η αναποτελεσματικότητα, η απόλυτη αδράνεια, η μικρή εμβέλεια των παρεμβάσεών του -αν κάτι έπαιρνε διαστάσεις, αυτό ήταν πάντα για κακό-, αλλά και η αδυναμία του να κατανοήσει τις προσταγές της εποχής και τις πραγματικές ανάγκες των Αθηναίων.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο Μεγάλος Περίπατος, ένα φιλόδοξο σχέδιο του αείμνηστου και επιτυχημένου Αντώνη Τρίτση. Τι κι αν αυτό το σχέδιο εκπονήθηκε πριν από 30 και πλέον χρόνια; Τι κι αν μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει άρδην η σύσταση του πληθυσμού, τα κυκλοφοριακά δεδομένα και ο αστικός ιστός; Μάλλον «ψιλά» γράμματα για τον δήμαρχο, που επέβαλε το δανεικό του όραμα ως πιλότο της ανάπλασης του κέντρου.
Ποδηλατόδρομοι
Περισσότερα από 2.000.000 ευρώ δόθηκαν με περίσσεια άνεση για μπορντοροδοκόκκινες διαγραμμίσεις που ξέβαψαν με την πρώτη βροχή, ποδηλατοδρόμους χωρίς πρόβλεψη για προσβασιμότητα των ποδηλατών από πλευρικές οδούς, βαριές και βαρύτιμες ζαρντινιέρες που δεν μπορούν να καταλήξουν σε κεφάλια διαδηλωτών και αστυνομικών, φοινικόδεντρα που θα έπιαναν ρίζα στην άσφαλτο, μεταλλικά παγκάκια που υπό τον θερινό ήλιο χρησιμεύουν μόνο ως τοστιέρες ή ως μηχανές λιποδιάλυσης.
Τη στιγμή που η Αθήνα νέκρωνε από τα lockdowns, χωρίς πρότερη συγκοινωνιολογική μελέτη, ο δήμαρχος έδωσε το πράσινο φως για τις εργασίες και καλούσε τους Αθηναίους να απολαύσουν τον νέο περίπατο, φτάνοντας στο κέντρο με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Ναι, με αυτά τα μέσα που η επιτροπή του υπουργείου Υγείας συνιστούσε να αποφεύγουμε, προκρίνοντας τη χρήση Ι.Χ. προς αποφυγήν συνωστισμού. Όσοι άτυχοι ακολούθησαν τη συμβουλή των υγειονομικών Αρχών ξόδεψαν ατέλειωτες εργατοώρες κολλημένοι στο μποτιλιάρισμα των εργοταξίων στις κεντρικές αρτηρίες, με την υπομονή τους να πηγαίνει… περίπατο – Μεγάλο Περίπατο.
Και δεν ήταν αυτή η μόνη ανεπάρκεια… Η πανδημία δοκίμασε σκληρά τους Αθηναίους, αλλά η δημοτική Αρχή μάλλον είχε ήδη μπει σε αυστηρό lockdown. Πέρα από κάποια rapid tests σε υγειονομικές μονάδες του δήμου, δεν έγινε καμιά διανομή υγειονομικού υλικού σε δομές και ευπαθείς ομάδες, δεν πραγματοποιήθηκε προληπτικός έλεγχος στο προσωπικό των βρεφονηπιακών σταθμών πριν αυτοί ανοίξουν, ούτε υπήρξε πρόσληψη του απαραίτητου προσωπικού καθαριότητας.
Οι σπατάλες σε χριστουγεννιάτικους φωτισμούς και τα βουλωμένα φρεάτια
Η Αθήνα, που θα γινόταν κέντρο παγκόσμιου πολιτισμού, έπεσε σε καλλιτεχνική αφασία, χωρίς να ευθύνεται αποκλειστικά η πανδημία. Ενώ μέσα στους μήνες των lockdowns δήμοι και Περιφέρειες τόνωσαν τον δοκιμαζόμενο καλλιτεχνικό κόσμο με online παραστάσεις, ο Δήμος Αθηναίων προτίμησε να δαπανήσει υπερβολικά ποσά σε χριστουγεννιάτικους φωτισμούς των άδειων δρόμων και να μετατρέψει τον ιστορικό 9.84 σε infotainment τουρλουμπούκι. Η επαναλειτουργία της πρώην Λυρικής ως μουσικοχορευτικής σκηνής είναι βεβαίως παρήγορη. Αλλά με πένητες καλλιτέχνες είναι απορίας άξιον πώς θα ανταποκριθεί στον στόχο του.
Ούτε οι φόβοι για πλημμυρισμένους δρόμους μετά τις πυρκαγιές του καλοκαιριού έκαναν το αυτί του Κ. Μπακογιάννη να ιδρώσει. Μακριά από την πραγματικότητα, προτίμησε να κατευθύνει πολύτιμους πόρους από το κονδύλι για καθαρισμό φρεατίων για τη δεύτερη φάση του Μεγάλου Περιπάτου. Τελικά, με την πρώτη κακοκαιρία, τα βουλωμένα φρεάτια έκαναν για μια ακόμα φορά τους δρόμους της Αθήνας αδιάβατα ποτάμια. Αυτό, απ’ ό,τι φαίνεται, δεν ήταν απαραιτήτως κακό για τον δήμαρχο – μάλλον συμβαδίζει με τον προβληματισμό για το πώς θα ήταν η Αθήνα, εάν είχε ακόμα ακάλυπτα τα ποτάμια της. Ισως και να αποτελέσουν την πηγή για το πότισμα των πλατάνων, αυτών των μοναδικών ειδών αστικής πανίδας (πρέπει να ανήκουν σε μεταλλαγμένο, σαρκοβόρο είδος – δεν εξηγείται αλλιώς!) που θα κοσμήσουν τον νέο Μεγάλο Περίπατο. Ίσως αυτοί να συγκρατήσουν τα όμβρια ύδατα, την ατμοσφαιρική ρύπανση και την υπερθέρμανση της πόλης…
Θα μπορούσε κανείς να παραθέσει δεκάδες ακόμα παραδείγματα που αποδεικνύουν την αδυναμία του Κ. Μπακογιάννη να ανταποκριθεί όχι μόνο στις μεγάλες ανάγκες της Αθήνας, αλλά ακόμα και στις ίδιες του τις υποσχέσεις. Πέρα από τις βαρύγδουπες αντιδράσεις της δημοτικής αντιπολίτευσης για μικροπολιτικούς λόγους, ένα είναι το σίγουρο: ότι η επαφή του Κ. Μπακογιάννη με την καθημερινότητα των Αθηναίων είναι εικονική έως ανύπαρκτη.
Δυστυχώς, όπως πολλοί πολιτικοί της εποχής μας, αποδεικνύει καθημερινά ότι, όσον αφορά την πραγματικότητα, έχει… χαιρετήσει τον πλάτανο.
Και μάλιστα, πολύ πριν τον φυτέψει στη Σταδίου.