Με μια πολυσέλιδη έκθεση που φέρει τον τίτλο «Στρατηγικός Αναπτυξιακός Σχεδιασμός Αν. Μακεδονίας – Θράκης» η Διακομματική Επιτροπή για την Ανάπτυξη της Θράκης 2020-21, παρουσιάζει τους τομείς στους οποίους πρέπει να επικεντρωθεί η χώρα ώστε η συγκεκριμένη περιοχή να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματά της για να εξέλθει από την υπανάπτυξη.
Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι ότι η Επιτροπή, υπό την προεδρία της Ντόρας Μπακογιάννη, δεν εκλαμβάνει την ανάπτυξη αποκλειστικά με οικονομικούς όρους. Ανάπτυξη σημαίνει η αξιοποίηση της γεωγραφίας, του περιβάλλοντος και του πολιτισμού, είναι η κοινωνική ευημερία και συνοχή, το εκπαιδευτικό σύστημα, η απόκτηση κατοικίας, η εργασιακή ασφάλεια, σύγχρονοι δρόμοι, πράσινες πολιτικές, η ενέργεια, καθώς και οι σχέσεις με τις γειτονικές χώρες.
Ειδικά για το τελευταίο η Επιτροπή προτείνει τη δημιουργία ενός φόρουμ ή οργανισμού επικοινωνίας, διαλόγου και συνεργασίας τριμερούς σχήματος, μεταξύ Ελλάδας, Βουλγαρίας και Τουρκίας, που θα δραστηριοποιείται στην ευρύτερη περιοχή των νοτίων Βαλκανίων. Η επικοινωνία των τριών χωρών θα περιλαμβάνει ακόμη και διακρατική συμφωνία διαχειρίσεως υδάτων, που θα συμβάλει ομολογουμένως στην ανάπτυξη της περιοχής και στη προστασία του πρωτογενούς τομέως.
Ανάπτυξη χωρίς ανθρώπους, κυρίως νέους, δεν μπορεί να υπάρξει και γι αυτό προτείνεται για την τόνωση των πιο βορείων αραιοκατοικημένων περιοχών όπως στον Βόρειο Έβρο, να ενισχυθεί η απόκτηση νέα κατοικίας ή η αποκατάσταση της υπάρχουσας. «Αυτό μπορεί να υλοποιηθεί με προγράμματα επιδοτήσεως κατοικίας, με την κατασκευή και διάθεση κατοικίας στο πλαίσιο θεσμοθετημένων και κρατικά υποστηριζομένων μετακινήσεων κατοίκων από πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές, αλλά και την ενθάρρυνση χαμηλότοκων δανείων. Τελικός στόχος να δοθούν κίνητρα και διευκολύνσεις σε εκείνους που επιθυμούν να μετοικίσουν και να επενδύσουν σε μία νέα ποιοτική ζωή σε παραμεθόριες περιοχές της Αν. Μακεδονίας και Θράκης», επισημαίνεται στην έκθεση.
Η εκπαίδευση πρέπει να ενισχυθεί αρκετά στην Θράκη. Πρέπει να λειτουργήσουν σύγχρονα, πολυθέσια σχολεία (δημοτικά) που η περιοχή έχει ανάγκη, πρέπει να αντιμετωπισθεί το κτιριακό πρόβλημα στα μειονοτικά Γυμνάσια-Λύκεια και τα Ιεροσπουδαστήρια (ειδικά στην Ξάνθη).
Εξ ίσου σημαντικό είναι να προβλεφθεί η μεταφορά στα σχολεία μαθητών από απομακρυσμένες περιοχές, η οποία θα συμβάλλει και στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της σχολικής διαρροής. Ειδικά όμως για την μειονότητα, κατά την Διακομματική, κρίνεται απαραίτητος ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου για τη λειτουργία και διοίκηση των μειονοτικών σχολείων, με την αναβάθμιση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των διδασκόντων, των προγραμμάτων και φυσικά των υποδομών. Για την επίτευξη αυτού του στόχου συστήνεται η ενεργή και πολύ-επίπεδη διασύνδεση με το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.
Αυτό που προκαλεί ενδιαφέρον και ενδεχομένως να μην αρέσει σε διάφορα «κέντρα επιρροής» στην περιοχή είναι η δημιουργία νέων αναβαθμισμένων και συμπεριληπτικών σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που να παρέχουν πρότυπη εκπαίδευση, και στους ορεινούς όγκους της Ξάνθης και της Κομοτηνής, με ευέλικτο πρόγραμμα σπουδών, και κυρίως με εισαγωγή της τουρκικής γλώσσας ως γλώσσας επιλογής και όχι ως κυρίας που είναι ο διακαής πόθος του τουρκικού προξενείου.
Ανάπτυξη χωρίς την αξιοποίηση του πλούσιου ελληνικού πολιτισμού δεν μπορεί να υπάρξει. Το Υπουργείο Πολιτισμού, μέσω των δράσεών του, προτείνει την ενθάρρυνση και έμφαση της αποτυπώσεως της πολυπολιτισμικότητας των συγκεκριμένων περιοχών και την χρηματοδότηση παραγωγών με αυξημένο κοινωνικό πρόσημο. Η πολιτισμική και θρησκευτική και γλωσσική βιοποικιλότητα της Θράκης και η επιτυχής κοινωνική συνοχή, σημειώνει η Επιτροπή, μπορεί και πρέπει να αναδειχθεί πανελλαδικά και πανευρωπαϊκά.
Η καταγραφή της γλωσσικής βιοποικιλότητας της περιοχής μπορεί αρμονικά να αξιοποιηθεί από την ελληνική κινηματογραφική αλυσίδα. Τα τουρκικά, τα Ρομανί και τα Πομακικά συνθέτουν μία πλούσια γλωσσική πραγματικότητα που εκφράζεται σε τραγούδια, μύθους και παραδόσεις των σύνοικων στοιχείων της μουσουλμανικής μειονότητας. Προτείνεται η καταγραφή παραδοσιακών τραγουδιών πομάκων και ρομανί, που θα συμβάλει άμεσα στην διατήρηση της γλωσσικής και πολιτιστικής ιστορίας αυτών των κοινοτήτων αλλά και στην συνοχή τους. Αυτό που επιχειρεί να εξηγήσει η Επιτροπή είναι πως η Θράκη είναι ένα μωσαϊκό πολιτισμού όπου είναι σεβαστή η διαφορετικότητα χωρίς να διαταράσσεται η συνοχή του κοινωνικού ιστού, «μακριά από πολώσεις και στερεότυπα». Για τον σκοπό αυτό η έκθεση ενθαρρύνει την δημιουργία ενός εξειδικευμένου πιλοτικού προγράμματος πολιτισμού και σύγχρονου πολιτισμού για την Θράκη, που θα ενσωματώνει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά αλλά θα θέτει ουσιαστικά τις βάσεις για ένα διασυνδεδεμένο οικοσύστημα.
Επί πλέον πρέπει να ενθαρρυνθεί ο διασυνοριακός τουρισμός με έμφαση στην αξιοποίηση των πολύ σημαντικών οθωμανικών και βυζαντινών μνημείων στη Θράκη. «Το κλασσικό, βυζαντινό και οθωμανικό παρελθόν της περιοχής προσφέρουν ιστορική ενότητα και πολιτιστικό πλούτο, και από αρχαιοτάτων χρόνων η περιοχή συνέβαλε στην επικοινωνία των λαών της Ευρώπης, της Ασίας και της Μεσογείου. Υπενθυμίζονται οι σημαντικές εβραϊκές κοινότητες μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο και το Ολοκαύτωμα, η παρουσία Αρμενίων έως και σήμερα, οι πρόσφυγες από την Ανατολική και Βόρεια Θράκη, την Μικρά Ασία, τον Πόντο, την Καππαδοκία, οι «παλλινοστούντες» από την πρώην ΕΣΣΔ», αναφέρει η έκθεση.
Η Διακομματική προτείνει την δημιουργία γραφείου διασυνδέσεως της Περιφέρειας Αν. Μακεδονίας Θράκης στις Βρυξέλλες για την καλύτερη και ενεργή εκπροσώπηση και συντονισμό τοπικών δράσεων και διαλόγου σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης.
Τέλος, στο πνεύμα της ιστορικής, θεσμικής αλλά ουσιαστικής συνέχειας του έργου της Επιτροπής, προτείνεται η δημιουργία ενός κοινοβουλευτικού μηχανισμού εποπτείας και ελέγχου της υλοποίησης της έκθεσης- π.χ. ειδική επιστημονική επιτροπή παρακολούθησης αναπτυξιακού σχεδιασμού Θράκης-, που θα συνυπάρχει διαλεκτικά και θα αλληλοεπιδρά με τη κυβερνητική δομή. Ανά διετία θα καταθέτει έκθεση εφαρμογής και προόδου στην Ολομέλεια και τον Πρόεδρο της Βουλής.
Από την ανάγνωση της έκθεσης, δεν προκύπτει κάποια ξεχωριστή αναφορά στην μουσουλμανική μειονότητα. Την καταγράφει μεν ως προς τις ανάγκες της, αλλά την εντάσσει στο γενικό σύνολο, θεωρώντας ότι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της επιδιωκούμενης ανάπτυξης. «Το γεγονός ότι στο χώρο της Θράκης συμβιώνουν δυο μεγάλα δόγματα χωρίς φονταμελιστικές συμπεριφορές, πάρα τις επιμέρους ιδιαιτερότητες και προβλήματα και κόντρα σε ότι συχνά παρατηρείται σε Ευρώπη και παγκοσμίως, αποτελεί παράδειγμα συνύπαρξης για την Ευρώπη και ταυτόχρονα σημείο αναφοράς», καταλήγει η Διακομματική.